«Δεν αποδείχτηκε κεντρικός σχεδιασμός επιθέσεων εναντίον πολιτικών αντιπάλων της Χρυσής Αυγής. Πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά. Από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι η ΧΑ γνώριζε ή είχε υποστηρίξει βίαιες ενέργειες»
Στη λογική συνέχεια του σκεπτικού της ότι η ηγεσία της Χρυσής Αυγής δεν είχε δώσει εντολή για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα τον Σεπτέμβριο του 2013, ότι το τάγμα εφόδου που πλαισίωνε τον Γιώργο Ρουπακιά δεν είχε ούτε γνώση ούτε ευθύνη για την πράξη του Ρουπακιά, αλλά και ότι τα τάγματα εφόδου της Χρυσής Αυγής που επιτέθηκαν με μανία εναντίον των Αιγύπτιων αλλιεργατών και των μελών του ΠΑΜΕ δεν είχαν δολοφονική πρόθεση, προχώρησε το απόγευμα της Τετάρτης η εισαγγελέας Αδαμαντία Οικονόμου, υποστηρίζοντας ότι η Χρυσή Αυγή δεν είναι εγκληματική οργάνωση.
Η κ. Οικονόμου ζήτησε την απαλλαγή από την κατηγορία της ένταξης και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης όλων των κατηγορουμένων πρώην βουλευτών της Χρυσής Αυγής. Παράλληλα ζήτησε την απαλλαγή των υπολοίπων κατηγορουμένων από την κατηγορία της ένταξης σε εγκληματική οργάνωση.
Η εισαγγελέας παρουσίασε τον ορισμό της εγκληματικής οργάνωσης σύμφωνα με τη εθνική αλλά και τη διεθνή νομολογία, σε συνάρτηση με τα όσα προβλέπει ο Ποινικός Κώδικας, αλλά και τις κατηγορίες που αποδίδονται στους κατηγορούμενους σε σχέση με την σύσταση, τη διεύθυνση και την ένταξη σε εγκληματική οργάνωση αντίστοιχα.
Η εισαγγελέας υποστήριξε οτι οι κατηγορούμενοι στην εκφορά του πολιτικού τους λόγου χρησιμοποίησαν και οξείες εκφράσεις που όμως δεν μπορούν να στοιχειοθετήσουν πρόκληση σε βία, ενώ συμπλήρωσε ότι μόνο οι πράξεις βίας καταδικάζονται και όχι οι βίαιες σκέψεις.
Σχετικά με την δολοφονία Λουκμάν, η κ. Οικονόμου τόνισε ότι το θύμα δεν είχε στοχοποιηθεί από τη Χρυσή Αυγή και ότι η Χρυσή Αυγή δεν είχε καμία ενημέρωση για τη δολοφονία πριν αυτή πραγματοποιηθεί. Αντίστοιχη ήταν και η θέση της για την επίθεση εναντίον του μαθητή Δεμερτζίδη, για την οποία είπε ότι το κίνητρο δεν ήταν πολιτικό ή ιδεολογικό, αλλά προσωπικό και ότι δεν υπήρχε στοχοποίηση του συγκεκριμένου απο τη ΧΑ.
Προκλητική ήταν η εξήγηση που έδωσε για την επίθεση στο στέκι Αντίπνοια, καθώς υποστήριξε ότι η φράση των επιτιθέμενων «έχετε χαιρετίσματα από τη ΧΑ. Θα σας γαμήσουμε», δεν συνοδευόταν από κάποια αναφορά σε οποιονδήποτε βουλευτή του κόμματος.
«Δεν αποδείχτηκε κεντρικός σχεδιασμός επιθέσεων εναντίον πολιτικών αντιπάλων της Χρυσής Αυγής. Πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά. Από κανένα στοιχειο δεν προέκυψε ότι η ΧΑ γνώριζε ή είχε υποστηρίξει βίαιες ενέργειες». Μάλιστα, η Αδαμαντία Οικονόμου επικαλέστηκε δηλώσεις του Ηλία Κασιδιάρη και του Νίκου Μιχαλολιάκου μετά τη δολοφονία Φύσσα, στις οποίες υποστήριζαν ότι η Χρυσή Αυγή «δολοφονήθηκε» εκείνο το βράδυ. Συμπλήρωσε μάλιστα ότι «πράγματι» τότε ξεκίνησε η πτώση του «πολιτικού κόμματος».
Συνεχίζοντας την αναφορά στη δολοφονία Φύσσα τόνισε ότι δεν υπήρχε κανένας κεντρικός σχεδιασμός από την ηγεσία της ΧΑ, ούτε από τον Γραμματέα.
Στη συνέχεια η εισαγγελέας επιχείρησε να αποδομήσει τις καταθέσεις σημαντικών μαρτύρων στην υπόθεση όπως δημοσιογράφοι και βουλευτές υποστηρίζοντας ότι στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία για να υποστηριχθούν οι θέσεις τους. Μεταξύ αυτών οι δημοσιογράφοι της Εφημερίδας των Συντακτών Δημήτρης Ψαρράς και Γιάννης Μπασκάκης, η πρώην βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Μαρία Κανελλοπούλου και η βουλευτής του ΚΚΕ Λιάνα Κανέλλη.
Επικαλείται επίσης το γεγονός ότι αρκετές από τις επιθέσεις σε βάρος αλλοδαπών που κατήγγειλαν κάποιοι μάρτυρες δεν καταγγέλθηκαν από τα θύματα. Απαντώντας στην καταγγελία προστατευόμενων μαρτύρων ότι η εκπαίδευση των μελών περιλάμβανε σφαγές αμνοεριφίων, υποστήριξε ότι κάτι τέτοιο θα το είχαν διαπιστώσει και καταγγείλει οι ιδιοκτήτες των ζώων.
Η Εισαγγελέας απέρριψε το ναζιστικό καταστατικό που κατέθεσε ο δημοσιογράφος Δημήτρης Ψαρράς.
Η εισαγγελέας, αναφερόμενη στο καθαρά εθνικοσοσιαλιστικό καταστατικό που είχε αποκαλύψει ο δημοσιογράφος Δημήτρης Ψαρράς και είχε καταθέσει στο δικαστήριο, υποστήριξε ότι δεν επαληθεύτηκε η γνησιότητά του, αφού αφενός οι κατηγορούμενοι δεν αποδέχτηκαν την ύπαρξή του, ενώ ο ίδιος δεν αποκάλυψε κάποια συγκεκριμένη πηγή από την οποία βρήκε το έγγραφο.
Συμπλήρωσε μάλιστα ότι ακόμη και αν επαληθευόνταν η γνησιότητα του εγγράφου, η ισχύς του δεν εντάσσεται στην επίδικη περίοδο, αφού απο το 1992 είχαν αποχωρήσει από την οργάνωση του Νίκου Μιχαλολιάκου οι ακραίοι εθνικοσοσιαλιστές, καθώς η οργάνωση είχε μεταβάλλει την ιδεολογική της ταυτότητα χαρακτηρίζοντάς την «λαϊκό εθνικισμό». Σύμφωνα με τα όσα αποδέχεται η εισαγγελέας, το έγγραφο που λειτουργούσε ως «κανονισμός» ήταν ένα δισέλιδο έγγραφο.