«Είναι ανάγκη να ενταθούν οι πρωτοβουλίες και η πίεση, προκειμένου να ενεργοποιηθούν οι κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας».
Σε συνέντευξή του στον ρ/σ “RealFM” (Ν. Χατζηνικολάου – Α. Δελατόλα), ο Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και επικεφαλής της ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, Δημήτρης Παπαδημούλης, επεσήμανε τα ακόλουθα:
Δ/Φ: Είχαμε μια θετική δήλωση από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, από τη Σύνοδο, και θα ήθελα να σας ρωτήσω αν νομίζετε ότι αυτή θα παίξει κάποιον ρόλο, ώστε ο Ερντογάν να σταματήσει τις προκλητικές, κι εκτός διεθνούς νομικού πλαισίου, κινήσεις.
Δ.Π.: Αυτή η δήλωση του Συμβουλίου είναι αναμφίβολα θετική, αλλά νομίζω ότι δεν αρκεί για να βάλει φρένο στις επιθετικές διεκδικήσεις της ηγεσίας Ερντογάν. Αυτό που χρειάζεται, και το ζήτησαν και οι Ευρωσοσιαλιστές και η Ευρωαριστερά και το προανήγγειλε με έναν τρόπο και ο κ. Δένδιας, αλλά δεν ετέθη στο τραπέζι, είναι η ανάγκη να ενεργοποιηθούν και κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας.
Επειδή η ΕΕ καταδικάζει αυστηρά στα λόγια την Τουρκία, χωρίς να υλοποιεί κυρώσεις, το ΝΑΤΟ ακολουθεί στάση ουδετερότητας και ο Τραμπ κάνει πλάτες στον Ερντογάν, νομίζω ότι χρειάζεται-πέρα από τις τακτικές κινήσεις, όπως η ενεργοποίηση των κυρώσεων, η ενίσχυση μιας πολιτικής διεθνών ερεισμάτων με έναν διπλωματικό μαραθώνιο- να επεξεργαστούμε κι ένα εθνικό, στρατηγικό σχέδιο. Αυτό απαιτεί και συνεννόηση των κομμάτων, και του Κ. Μητσοτάκη με τον Α. Τσίπρα, έτσι ώστε να προετοιμάσουμε σωστά -χωρίς τυμπανοκρουσίες και δημόσια φλυαρία- ένα ακόμα όπλο που υπάρχει πάγια στη φαρέτρα της εθνικής πολιτικής, από την περίοδο του Κων/νου Καραμανλή: ένα συνυποσχετικόγια την προσφυγή στη Χάγη.
Ο Ερντογάν θέλει να επιβάλει με τσαμπουκά την παραβίαση του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της θάλασσας, ποντάροντας στη στάση του διεθνούς παράγοντα, που δεν είναι όπως θα τη θέλαμε. Εμείς αντιθέτως έχουμε όπλο το διεθνές δίκαιο και του δίκαιο της θάλασσας και πρέπει να το αξιοποιήσουμε. Χωρίς αυταπάτες για το πώς λειτουργούν τα πράγματα στη διεθνή σκηνή
Για το τι ακριβώς αποφασίστηκε και τι κλίμα υπήρχε στη Σύνοδο Κορυφής μεταξύ των Ευρωπαίων ηγετών, οι δηλώσεις του κ. Μπορίσοφ, που ήταν χάδι για την Τουρκία, αν όχι έμμεση στήριξη στον Ερντογάν, είναι χαρακτηριστικές κι αποκαλυπτικές.
Δ/Φ: Αυτή η προσφυγή στη Χάγη εικάζω ότι λέτε ότι πρέπει, εκτός από την πάγια διαφορά που έχουμε, να συμπεριλάβει κι άλλα θέματα. Ποια μπορεί να είναι αυτά; Γιατί θα πρέπει να συμφωνηθούν. Και πόσο εύκολο είναι να συμφωνήσει η σημερινή Τουρκία σε μια ατζέντα για τη Χάγη;
Δ.Π.: Δεν είναι καθόλου εύκολο και θεωρώ αρκετά πιθανό να μη δεχθεί η τουρκική ηγεσία την υπογραφή ενός συνυποσχετικού, με δεδομένο ότι το διεθνές δίκαιο και του δίκαιο της θάλασσας, αλλά και όλοι οι μεγάλοι «παίκτες» στη διεθνή σκηνή λένε ότι και τα νησιά -και σωστά- έχουν υφαλοκρηπίδα.
Στο παρελθόν, επί Κων/νου Καραμανλή, η Τουρκία είχε αρχικά πει «ναι» στην πρόταση ενός συνυποσχετικού και έκανε πίσω. Επομένως στο θέμα αυτόχρειάζεται σοβαρή προετοιμασία και εθνική στρατηγική. Είναι ένα θέμα που απαιτεί προσεκτικούς χειρισμούς, τη μεγαλύτερη δυνατή συνεργασία μεταξύ κυβέρνησης κι αντιπολίτευσης, ιδίως της αξιωματικής, ώστε να πετύχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
Ακόμη κι αν, πράγμα πολύ πιθανό, δεν δεχθεί μια τέτοια προοπτική και πρόταση η τουρκική ηγεσία, αυτό θα προσθέσει και πόντους και συμμαχίες στην ελληνική πλευρά. Σε κάθε περίπτωση, πιστεύω ότι η αναβλητικότητα διευκολύνει τα σχέδια του Ερντογάν.
Για να μπορέσει να υπάρξει έδαφος για την επεξεργασία και υλοποίηση αυτής της πάγιας εθνικής στρατηγικής, ανεξαρτήτως κομμάτων, το πρώτο που χρειάζεται είναι ένταση των πρωτοβουλιών και πίεση για κυρώσεις, προκειμένου να ηρεμήσουν τα πράγματα.
Δ/Φ: Θα ήθελα ένα σχόλιό σας για το άρθρο Σημίτη στα «ΝΕΑ», με το οποίο κατηγορεί τον Κώστα Καραμανλή και την κυβέρνησή του ότι δεν αξιοποίησαν την ευκαιρία μετά το Ελσίνκι για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, για να επιλύσουν τις εκκρεμότητες ανάμεσα στις δύο χώρες.
Δ.Π.: Η δημόσια διαμάχη για το τι έγινε και τι δεν έγινε στο παρελθόν μεταξύ πρώην πρωθυπουργών δε νομίζω ότι είναι ο σωστός δρόμος. Γιατί ούτε ο κ. Σημίτης είναι αναμάρτητος, σε ό,τι αφορά στους χειρισμούς του σε αυτά τα θέματα, στα χρόνια που αυτός ήταν πρωθυπουργός.
Νομίζω είναι προτιμότερο, εθνικά πιο συμφέρον και σωφρονέστερο οι σημερινοί ηγέτες -Τσίπρας, Μητσοτάκης και οι υπόλοιποι των μικρότερων κομμάτων- με τους θεσμικούς τους ρόλους να χαράξουν μια εθνική στρατηγική. Πιστεύω ότι έχει έρθει η ώρα να δημιουργήσουμε ισχυρότερους θεσμούς. Δίπλα στο Συμβούλιο της Εξωτερικής Πολιτικής, θα ήταν χρήσιμο να διαμορφωθεί κι ένα Εθνικό Συμβούλιο Ασφάλειας, που να λειτουργεί με τη σοβαρότητα και την εμπιστευτικότητα που απαιτούν οι καιροί.