Ρυθμό ανάπτυξης 2,8% και πρωτογενές πλεόνασμα 3,6% το 2020 προβλέπει ο νέος προϋπολογισμός που κατατέθηκε σήμερα το μεσημέρι στη Βουλή από τον υπουργό Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα.
Ο νέος προϋπολογισμός στηρίζεται σε αισιόδοξες προβλέψεις για την επόμενη χρονιά υπερκαλύπτοντας τον στόχο του 3,5% για το πρωτογενές πλεόνασμα και θέτοντας την ελληνική οικονομία σε τροχιά ισχυρότερης ανάπτυξης.
Μεταξύ άλλων, το κείμενο προβλέπει περαιτέρω πτώση της ανεργίας, στο 15,6% το επόμενο έτος από 17,4% φέτος. Ο ρυθμός ανάπτυξης φέτος αναμένεται να διαμορφωθεί το 2019 στο 2% και το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,7%.
Για το 2019 ο προϋπολογισμός προβλέπει δημοσιονομικό χώρο ύψους 436 εκατ. ευρώ —βάσει του οποίου η κυβέρνηση θα διανείμει κοινωνικό μέρισμα τον Δεκέμβριο—και 164 εκατ. ευρώ για το 2020.
Σύμφωνα με τη Γνώμη του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου, (παρ. 4, άρθρο 42 του ν.4270/2014) οι μακροοικονομικές και οι δημοσιονομικές προβλέψεις, πάνω στις οποίες βασίζεται το σχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού του οικονομικού έτους 2020, έχουν υιοθετηθεί από το Δημοσιονομικό Συμβούλιο.
Ακολουθεί η εισηγητική επιστολή
των Χρήστου Σταϊκούρα και Θόδωρου Σκυλακάκη
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,
Καταθέτουμε προς συζήτηση στη Βουλή των Ελλήνων τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το έτος 2020. Έτος που σηματοδοτεί την ριζική στροφή της οικονομικής πολιτικής προς την ανάπτυξη, την απασχόληση και την αύξηση των διαθέσιμων εισοδημάτων όλων των πολιτών.
Ο Προϋπολογισμός του 2020 θέτει τις βάσεις για να αντιμετωπιστεί το μεγάλο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας των τελευταίων ετών, δηλαδή το αναπτυξιακό και επενδυτικό κενό που διατηρεί την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια σταθερά στην τελευταία θέση, μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από πλευράς επενδύσεων και στην πρώτη θέση σε ό,τι αφορά τα ποσοστά ανεργίας. Ο Προϋπολογισμός του 2020 προβλέπει σημαντική αύξηση του ρυθμού μεγέθυνσης από το 1,5% που παρατηρήθηκε το πρώτο εξάμηνο του 2019 στο 2,8%. Η αναμενόμενη αύξηση του ρυθμού μεγέθυνσης προέρχεται κυρίως από την άνοδο των επενδύσεων, καθώς η νέα Κυβέρνηση υλοποιεί με συνέπεια και ταχύτητα σε πολλαπλά μέτωπα μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την απασχόληση και τις επενδύσεις.
Προβλέπει επίσης περαιτέρω μείωση της ανεργίας και σημαντική αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, που αντανακλά στην αύξηση των διαθέσιμων εισοδημάτων όλων των πολιτών, μέσω της μείωσης των φορολογικών συντελεστών (π.χ. φορολογία εισοδήματος, φόροι ακίνητης περιουσίας, ειδικά φορολογικά κίνητρα) και της αναθέρμανσης της οικονομικής δραστηριότητας. Επιτυγχάνει τέλος το συμφωνηθέν κατά πρόγραμμα πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5%, αλλά και συνολικό πλεόνασμα ύψους 1,2% κατά ESA 2010.
Με τον Προϋπολογισμό του 2020 επιδιώκεται η όσο το δυνατόν εγγύτερη επίτευξη του στόχου του πλεονάσματος, προκειμένου να αποφευχθεί η ανεξήγητη και αναιτιολόγητη υπέρβαση που παρατηρήθηκε την περίοδο 2016-2018. Περίοδο κατά την οποία αφαιρέθηκαν από την οικονομία 11,4 δισ. ευρώ, πέραν και επιπλέον των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων που είχαν συμφωνηθεί με τους πιστωτές του επίσημου τομέα και επιπλέον των πάσης φύσεως έκτακτων επιδομάτων. Με δεδομένο ότι την ίδια περίοδο αυξήθηκαν ταυτόχρονα και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των φορολογούμενων προς το δημόσιο κατά 18,1 δισ. ευρώ, γίνεται αντιληπτό το υπέρμετρο φορολογικό βάρος το οποίο εκλήθησαν να φέρουν οι φορολογούμενοι και η ελληνική οικονομία και του οποίου την άρση εγκαινιάζει η νέα κυβέρνηση.
Ο Προϋπολογισμός του 2020 λαμβάνει ταυτόχρονα μέτρα διεύρυνσης της φορολογικής βάσης (ηλεκτρονικές συναλλαγές, φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας με βάση τις πραγματικές αξίες ακινήτων κ.α.) και του εξορθολογισμού των δαπανών και των εσόδων της Γενικής Κυβέρνησης. Επίσης προβλέπει την αναδιάρθρωση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, με την ενίσχυση του συγχρηματοδοτούμενου σκέλους και τον τερματισμό της υποεκτέλεσης που το χαρακτήριζε τα τελευταία χρόνια.
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,
Με τις δράσεις αυτές ο Προϋπολογισμός του 2020 όχι μόνο καλύπτει το δημοσιονομικό κενό που κληρονόμησε η νέα Κυβέρνηση για το τρέχον και το επόμενο έτος, αλλά δημιουργεί ταυτόχρονα τον δημοσιονομικό χώρο για τη σημαντική μείωση των φορολογικών συντελεστών, την αύξηση των δημοσίων επενδύσεων και την πυροδότηση ενός ενάρετου κύκλου οικονομικής προόδου για τα επόμενα χρόνια. Ενός κύκλου που θα χαρακτηρίζεται από δυναμική μεγέθυνση, αύξηση της απασχόλησης και του διαθέσιμου εισοδήματος όλων των πολιτών με ταυτόχρονη τήρηση των εκάστοτε τιθέμενων δημοσιονομικών στόχων και προώθηση της κοινωνικής συνοχής. Με την οικονομική πολιτική να υλοποιείται σε πλήρη και αρμονική συνεργασία με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, έτσι ώστε και οι ίδιοι οι δημοσιονομικοί στόχοι να ανταποκρίνονται στις διαρκώς βελτιούμενες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και να αντανακλούν τη νέα περίοδο στην οποία έχει εισέλθει η χώρα.