Αξιωματούχοι του αμερικανικού Πενταγώνου διατάχθηκαν να σχεδιάσουν ενδεχόμενη αντίδραση των ΗΠΑ στην επίθεση που δέχθηκαν πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Σαουδικής Αραβίας και σε συνάντηση που είχαν χθες με τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.
Ωστόσο, ο Λευκός Οίκος αναμένει από το βασίλειο να αποφασίσει τον τρόπο της δικής του αντίδρασης, πριν αποφασίσει για τις (πολεμικές) κινήσεις των ΗΠΑ, μεταδίδει το CNN επικαλούμενο αξιωματούχους της αμερικανικής κυβέρνησης, αλλά και πηγές που έχουν λάβει γνώση για το σκεπτικό που υπάρχει κι αναπτύσσεται στην Ουάσινγκτον.
Δύο Αμερικανοί αμυντικοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι το πεντάγωνο διατάχθηκε να καταρτίσει ένα σχέδιο αντίδρασης στη διάρκεια της συνάντησης στον Λευκό Οίκο. Ωστόσο, τόνισαν ότι δεν έγινε μία λεπτομερή παρουσίαση των διαθέσιμων αμυντικών επιλογών που υπάρχουν.
Μία πηγή που έχει λάβει γνώση για τις συζητήσεις που γίνονται στον Λευκό Οίκο δήλωσε ότι η κυβέρνηση Τραμπ έχει την αίσθηση πως ο χρόνος είναι με το μέρος της, καθώς αναπτύσσει την επιχειρηματολογία της κατά του Ιράν.
Από την άλλη μεριά, η Τεχεράνη έχει αρνηθεί κάθε ευθύνη για τις επιθέσεις.
Τις σχετικές διαβουλεύσεις με τη Σαουδική Αραβία έχει αναλάβει ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο, ο οποίος αναμένεται να συναντηθεί σήμερα στην Τζέντα με τον πρίγκιπα διάδοχο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν «για να συντονίσουν τις προσπάθειές τους και να αντικρούσουν την ιρανική επιθετικότητα στην περιοχή», όπως έγινε γνωστό από το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ.
Η ίδια πηγή δήλωσε ότι οι ΗΠΑ δεν θα προχωρήσουν σε κάποια ενέργεια μέχρι την επιστροφή του Πομπέο στην Ουάσινγκτον και την πραγματοποίηση σύσκεψης της ομάδας εθνικής ασφάλειας του προέδρου Τραμπ.
«Όχι αυθόρμητες αντιδράσεις σε αυτό. [Οι κινήσεις] είναι προγραμματισμένες, ώστε να αποφευχθεί μία ανόητη ενέργεια», τόνισε η ίδια πηγή.
Η προσέγγιση της κυβέρνησης Τραμπ προκαλεί ήδη έντονη κριτική και αντίδραση. Ο Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκρέιαμ που έχει υποστηρίξει την εκδήλωση μιας αμερικανικής επιθετικής ενέργειας κατά του Ιράν μέσω βομβαρδισμού, ως αντίδραση στην επίθεση που δέχτηκε η Σαουδική Αραβία, προχώρησε χθες σε μία ανάρτηση στο Twitter γράφοντας ότι: «η μετρημένη αντίδραση από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ σχετικά με την κατάρριψη ενός αμερικανικού drone έγινε αντιληπτή από την κυβέρνηση του Ιράν ως μία ένδειξη αδυναμίας». Από την πλευρά του, ο πρόεδρος Τραμπ του απάντησε γράφοντας στο Twitter: «Όχι Λίντσεϊ ήταν ένα δείγμα ισχύος που μερικοί άνθρωποι απλά δεν το κατανοούν».
Οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ υπολογίζουν ότι με τη διεξαγωγή της φετινής Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ την επόμενη εβδομάδα, θα έχουν την ευκαιρία να συνομιλήσουν με τους ηγέτες άλλων χωρών σε διεθνές επίπεδο, αλλά και να συζητήσουν τα επόμενα βήματα, αναφορικά με ενδεχόμενη αμερικανική (πολεμική) αντίδραση κατά του Ιράν.
Θεωρείται ουσιαστικά απίθανο να συμβεί κάτι πριν από τις συζητήσεις αυτές, σύμφωνα με την πηγή που έχει λάβει γνώση για τις συζητήσεις που γίνονται σχετικά στον Λευκό Οίκο.
Οι επιθέσεις είχαν ως συνέπεια τη μείωση της πετρελαϊκής παραγωγής της κρατικής Saudi Aramco κατά 50%, στερώντας ποσοστό μεγαλύτερο από το 5% της ημερήσιας κατανάλωσης αργού πετρελαίου από την παγκόσμια αγορά.
Η πραγματοποίηση κυβερνοεπιθέσεων, αλλά κι άλλων επιθέσεων από τις ΗΠΑ κατά ιρανικών διυλιστηρίων αξιολογήθηκαν μετά την κατάρριψη ενός αμερικανικού drone τον Ιούνιο, ενώ διατυπώθηκαν σοβαρές επιφυλάξεις, ώστε οι επιλογές αυτές να επανεξεταστούν, σύμφωνα με την ίδια πηγή.
Ο πρόεδρος Τραμπ έχει δηλώσει αρκετές φορές ότι το βάρος της απόφασης πέφτει στη Σαουδική Αραβία, σχετικά με το ποιος δρόμος θα ακολουθηθεί, ξεκαθαρίζοντας ότι ο ίδιος δεν βιάζεται να αντιδράσει. «Πρέπει να καθίσουμε με τους Σαουδάραβες και να το επεξεργαστούμε. Ήταν μία επίθεση που δέχτηκε η Σαουδική Αραβία. Δεν ήταν μία επίθεση που δεχθήκαμε εμείς» δήλωσε ο ίδιος στους δημοσιογράφους. «Έχουμε πολλές επιλογές. Αλλά δεν εξετάζω επιλογές τώρα. Πρέπει σίγουρα να βρούμε ποιος το έκανε αυτό. Συνεργαζόμαστε με τη Σαουδική Αραβία…, θα δούμε τι θα συμβεί» πρόσθεσε ο Τραμπ.
Οι αμυντικοί αξιωματούχοι δήλωσαν επίσης, ότι η Κεντρική Στρατιωτική Διοίκηση των ΗΠΑ δεν έχει προχωρήσει σε κάποιο αίτημα για την ανάπτυξη μεγαλύτερου αριθμού αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή, ενώ δεν έχουν γίνει κάποιες αναπροσαρμογές στο ανθρώπινο δυναμικό της αμερικανικής πολεμικής μηχανής που επιτηρεί τη Μέση Ανατολή.
Από την πλευρά του, ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Μάικ Πενς ξεκαθάρισε χθες, ότι η ανάληψη στρατιωτικής δράσης από τις ΗΠΑ, είναι μία επιλογή.
«Στον απόηχο των απρόκλητων επιθέσεων του Σαββατοκύριακου σε αρκετές πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Σαουδικής Αραβίας, σας υπόσχομαι ότι είμαστε έτοιμοι. Όπως είπε ο πρόεδρος, δεν επιθυμούμε τον πόλεμο με κανένα, αλλά οι ΗΠΑ είναι ετοιμοπόλεμες», τόνισε ο Πενς περιγράφοντας τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις ως «τις καλύτερα εξοπλισμένες, εκπαιδευμένες και τεχνολογικά προηγμένες σε παγκόσμιο επίπεδο».