Ο Κρητικός, πρώιμος μετανάστης στην Αυστραλία στα 1905- O ανθρακωρύχος έγινε μεγάλος επιχειρηματίας και φωτογράφος (φωτο)

1905: Ο έφηβος Σταύρος Βοτεράκης μαζί με μερικούς ακόμα συμπατριώτες του φεύγουν από τους Παπαγιαννάδες της Κρήτης. Σκοπός τους είναι να φτάσουν στην Αλεξάνδρεια και από εκεί να βρουν τρόπο να μεταναστεύσουν στην Αυστραλία.

1906: Μετά από μερικούς μήνες, ο Σταύρος μαθαίνει ότι το “πέρασμά” του στην άγνωστη ήπειρο προϋποθέτει μία σκληρή δέσμευση. Όταν φτάσει εκεί θα πρέπει να εργαστεί ως ανθρακωρύχος. Και έτσι κάνει.

1907 ή 1908: Κάπου στην Whyalla ο Σταύρος σκάβει την ξένη γη και ελπίζει σε ένα καλύτερο μέλλον.

«Δούλεψε στα ορυχεία για ένα-δύο χρόνια και μετά πήγε στην πόλη Warrnambool» λέει σήμερα ο εγγονός του Πίτερ Βοτεράκης.

«Εκεί δούλεψε στο καφέ κάποιου  Χριστουλάκη, που ήταν γνωστός ως Mr Christi, για κάμποσο καιρό. Λίγα χρόνια μετά του ζήτησε να αγοράσει το καφέ που είχε ο Χριστουλάκης στο Daylesford και έτσι ο παππούς μου έγινε ιδιοκτήτης του The Royal Oyster Cafe».

Η ιστορία της συγγενικής σχέσης μεταξύ του Πίτερ Βοτεράκη και του παππού ξεκίνησε με την γέννηση του Πίτερ, έστω και αν ο Πίτερ δεν γνώρισε ποτέ τον παππού του, η ιστορία της εικαστικής τους σχέσης όμως, ξεκινά κάπου εδώ λίγο μετά από την αγορά του Royal Oyster Cafe εκεί γύρω στις αρχές του 1920. Ο Σταύρος έχει καταφέρει πλέον να ορθοποδήσει οικονομικά, καθώς εκτός από το καφέ που αγόρασε, έχει αποκτήσει μπακάλικο, λέσχη μπιλιάρδου, ζαχαροπλαστείο και μερικές ακόμα μικρές επιχειρήσεις. Νοιώθει ότι σιγά-σιγά ριζώνει σ’ αυτόν τον τόπο και θέλει να αποτυπώσει και να επιδείξει την επιτυχία και την ζωή του. Γι’ αυτό αγοράζει μία φωτογραφική μηχανή.

«Πιστεύω ότι η σχέση μου με την τέχνη της φωτογραφίας άρχισε τότε. Πολύ πριν γεννηθώ. Με εκείνη την φωτογραφική μηχανή και μέσα στον σκοτεινό θάλαμο που ο παππούς μου έστησε πίσω από το Royal Oyster Cafe, για να εμφανίζει τις φωτογραφίες του» λέει ο Πίτερ, που το 2017 παρουσίασε τις δικές του φωτογραφίες και κάποιες από αυτές που τράβηξε ο παππούς του, στην Διεθνή Μπιενάλε Φωτογραφίας στο Ballarat, όπου συμμετέχουν παγκοσμίως αναγνωρισμένοι φωτογράφοι. Ο Πίτερ δεν είναι επαγγελματίας φωτογράφος, αλλά από μικρό παιδί ασχολείται με την τέχνη της και το γεγονός ότι οι φωτογραφίες του επιλέχθηκαν να συμπεριληφθούν στην διοργάνωση είναι σίγουρα σημαντικό.

«Ο παππούς με την φωτογραφική μηχανή του φωτογράφιζε τα πάντα. Εγώ στην φωτογραφική έκθεση που παρουσιάζω επικεντρώθηκα στις φωτογραφίες που τράβηξε σε Έλληνες μαγαζάτορες της εποχής του και εμπνεύστηκα από αυτό. Αυτός ήθελε να δείξει τι κατάφερε ο ίδιος και άλλοι συμπατριώτες του σ’ αυτήν την χώρα μέσα από αυτές τις φωτογραφίες και αυτό έκανα και εγώ. Φωτογράφισα μετανάστες στα μαγαζιά τους στο Ballarat. Οι φωτογραφίες του παππού μου είναι μέρος της έκθεσής μου γιατί ήταν και η πηγή της έμπνευσής μου. Αυτός αποτύπωσε το παρελθόν και εγώ το παρόν. Γι’ αυτό και ονομάζω την έκθεση ‘Παρελθόν και Παρόν’» αναφέρει.

1920: O Σταύρος Βοτεράκης με την γυναίκα του Ελεονώρα έξω από το ζαχαροπλαστείο τους στο Daylesford

Ο κρίκος που “δένει” τους ανθρώπους που φωτογράφισε ο Πίτερ θα υπέθετε κανείς ότι είναι η περηφάνια που νοιώθουν για όσα πέτυχαν σ’ αυτή τη χώρα. Και αυτό ισχύει σε ένα σημαντικό βαθμό. Ο Πίτερ, όμως, διαπίστωσε ότι κατά βάθος το κοινό γνώρισμα αυτών των ανθρώπων είναι άλλο. «Η πορεία τους στην Αυστραλία τους βοήθησε στο να βελτιώσουν τη ζωή τους. Τα κατάφεραν επειδή δούλεψαν και συνεχίζουν να δουλεύουν σκληρά, για την οικογένειά τους. Μπορείς να το δεις αυτό στις φωτογραφίες μου. Μέσα από τα χαμόγελά τους, μπορείς να δεις την ικανοποίηση, την περηφάνια για όσα κατάφεραν. Την νοσταλγία για την πατρίδα τους όμως δεν μπορείς να την δεις. Αυτή κρύβεται πίσω από τα χαμόγελα και κυριαρχεί στις ζωές όλων των μεταναστών που φωτογράφισα».

«Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΣΑ ΑΛΛΑ ΜΟΥ ΓΝΩΡΙΣΕ ΤΙΣ ΡΙΖΕΣ ΜΟΥ»

Η εικαστική σχέση του Πίτερ με τον παππού του Σταύρο που πέθανε πριν γεννηθεί ο Πίτερ σίγουρα χτίστηκε μέσα από τις φωτογραφίες, αλλά την ίδια στιγμή αυτά τα τυπωμένα τμήματα μίας πραγματικότητας άλλων εποχών έχτισαν και την προσωπική του σχέση με τον παππού του.

Ο εγγονός του Σταύρου, Πίτερ Βοτεράκης

Κοιτώντας τες ο Πίτερ έμαθε για τη ζωή του Σταύρου, για την καταγωγή του και για ένα άγνωστο χωριό της Κρήτης στο οποίο γεννήθηκε ο παππούς του. Και το αποκαλώ “άγνωστο”, γιατί το όνομά του ξεχάστηκε μέσα στα χρόνια. Το μόνο που απέμεινε για να επιβεβαιώνει ότι κάποτε υπήρξε ήταν μερικές φωτογραφίες που τράβηξε ο παππούς του Πίτερ, όταν ταξίδεψε στην Κρήτη κάπου εκεί στα τέλη της δεκαετίας του 1920 και κατέγραψε με τον φωτογραφικό του φακό όλο του το ταξίδι.

«Πέθανε πολύ νέος ο παππούς μου. Οι μόνες αναμνήσεις που έχω είναι μέσα από τις φωτογραφίες του και μέσα από αυτές ανακάλυψα και τους Παπαγιαννάδες, έναν τόπο που σήμερα ονομάζω ρίζα μου. Ο πατέρας μου βλέπεις γεννήθηκε στο Daylesford και ποτέ δεν έφυγε από εκεί, ποτέ δεν πήγε στην Κρήτη. Eγώ ένοιωθα όμως ότι κάτι έλειπε από το παζλ της ζωής μου, έβλεπα τις φωτογραφίες που τράβηξε ο παππούς στο χωριό του, στον τόπο του και ένοιωθα ότι κάτι δικό μου υπάρχει εκεί, ήταν ένας τόπος όμως άγνωστος. Δεν ήξερα ούτε το όνομά του. Το μόνο που ήξερα είναι ότι το χωριό βρισκόταν κάπου στην Σητεία».

Το 2000 ο Πίτερ ταξίδεψε με την οικογένειά του για πρώτη φορά στην Κρήτη.

Στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου που νοίκιασε φιγουράριζε η φωτογραφία ενός παλιού σχολείου που καθόταν δίπλα σε μερικά σπιτάκια και είχε φόντο δύο λόφους.

«Ήθελα να βρω αυτό το χωριό και το ένστικτό μου, μου έλεγε ότι ο μόνος τρόπος να το βρω ήταν μέσα από τις φωτογραφίες του παππού μου. Πήραμε λοιπόν τον δρόμο, περνώντας από όλα τα χωριά της περιοχής. Και ξαφνικά εκεί που νομίζαμε ότι ήταν αδύνατο να το εντοπίσουμε με μία φωτογραφία 100 ετών, παίρνουμε μία στροφή και η φωτογραφία έρχεται και ζωντανεύει μπροστά στα μάτια μας. Δακρύσαμε όλοι μας. Όλα ήταν εκεί. Το σχολείο, οι λόφοι, όλα στη σωστή τους θέση. Εκείνη η στιγμή δεν περιγράφεται».

Ο Σταύρος Βοτεράκης εξυπηρετώντας πελάτες του

Λίγη ώρα αργότερα πάλι με μία φωτογραφία στο χέρι ο Πίτερ που σημειωτέον δεν μιλά ελληνικά ανακάλυψε και κάποιους από τους συγγενείς του. «Δεν μπορούσαμε να βρούμε κανέναν που να γνωρίζει κάποιον. Ο παππούς λεγόταν Βουτηράκης και είχε αλλάξει το όνομά του όταν ήρθε στην Αυστραλία. Πήγα στο καφενείο και άρχισα να λέω το επώνυμό μου στα αγγλικά αλλά δεν με καταλάβαιναν. Τότε έβγαλα και τους έδειξα μερικές από τις φωτογραφίες που είχε τραβήξει ο παππούς μου όταν είχε πάει στο χωριό του. Ένας από τους άνδρες του καφενείου αναγνώρισε μία από αυτές λέγοντάς μου ότι αυτή η φωτογραφία είναι κρεμασμένη τον τοίχο ενός σπιτιού στο χωριό. Αυτό το σπίτι ήταν το σπίτι της αδερφής του παππού μου και η φωτογραφία ήταν της πρώτης μου ξαδέρφης».

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι voterakis-2.jpg

Εργαζόμενοι σε μια από τις επιχειρήσεις του Σταύρου Βοτεράκη, σε φωτογραφία που τράβηξε ο ίδιος

Από τότε ο Πίτερ Βοτεράκης έχει επισκεφθεί πολλές φορές την Κρήτη, «αναζωπυρώθηκε η σχέση μου με τον τόπο καταγωγής μας. Ζω στην Αυστραλία, γεννήθηκα εδώ, εδώ είναι το σπίτι μου αλλά όταν επισκέπτομαι τους Παπαγιαννάδες η καρδιά μου χτυπά λίγο διαφορετικά» καταλήγει.

Πηγή: Ευγενία Παυλοπούλου- neoskosmos

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί