Ποινική δίωξη σε βάρος 38 προσώπων, πρώην και νυν στελέχη της Τράπεζας Πειραιώς, αλλά και σε βάρος ιδιωτών, άσκησε η επικεφαλής της εισαγγελίας Διαφθοράς, Ελένη Τουλουπάκη.
Η δίωξη αφορά στα αδικήματα του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, της απιστίας, της ηθικής αυτουργίας σε αυτή και της συνέργειας, την περίοδο 2015-2016. Η δικογραφία αρχειοθετήθηκε για δυο πρόσωπα που είχαν κληθεί ως ύποπτα για εξηγήσεις από την εισαγγελία.
Η υπόθεση αφορά στη χορήγηση δανείων χωρίς- κατά την κατηγορία- τις απαραίτητες εξασφαλίσεις για τα συμφέροντα της τράπεζας αλλά και τη διαρροή κεφαλαίων στο εξωτερικό την περίοδο, κατά την οποία ίσχυαν μέτρα capital control στη χώρα. Τα ποσά των επισφαλών, κατά την κατηγορία, δανείων αγγίζουν τα 400 εκατ. ευρώ, ενώ τα κεφάλαια που φέρονται να διέρρευσαν στο εξωτερικό ανέρχονται σε περίπου 127 εκατ. ευρώ.
Με αφορμή την άσκηση ποινικής δίωξης σε στελέχη (πρώην και νυν) της Τράπεζας Πειραιώς πληρεξούσιοι δικηγόροι εμπλεκομένων απέστειλαν την ακόλουθη δήλωση:
«Πληροφορηθήκαμε κατάπληκτοι από τα ΜΜΕ ότι η Εισαγγελία Διαφθοράς άσκησε ποινική δίωξη κατά των εντολέων μας. Η δίωξη αυτή είναι απολύτως παράνομη. Η προκαταρκτική εξέταση που προηγήθηκε, χωρίς να ολοκληρωθεί νομότυπα, παραβίασε όλα τα θεμελιώδη δικαιώματα των εμπλεκομένων διότι:
1) Λόγω της αλλαγής του νομοθετικού πλαισίου ως προς την αρμοδιότητα της Εισαγγελίας Διαφθοράς υπήρξε παλινωδία μεταξύ των διαφόρων εισαγγελικών αρχών ως προς το ποια είναι αρμόδια για την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής εξέτασης. Ενώ δε οι εμπλεκόμενοι, με έγγραφο αίτημά τους είχαν επισημάνει την έλλειψη αρμοδιότητας της Εισαγγελίας Διαφθοράς για την υπόθεση, εξηγώντας το αυτονόητο, ότι δηλαδή μόνο για το λόγο αυτό δεν παρείχαν και επί της ουσίας εξηγήσεις, αναμέναμε τον τελικό καθορισμό της αρμόδιας εισαγγελικής αρχής και τη νομότυπη εκ μέρους της κλήση για παροχή εξηγήσεων, εν τούτοις ασκήθηκε η δίωξη, χωρίς να δοθεί στους περισσότερους από τους εντολείς μας η δυνατότητα παροχής γραπτών εξηγήσεων όπως ρητά επιτάσσουν ως απαραίτητη προϋπόθεση του κύρους της προκαταρκτικής εξέτασης οι σχετικές διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
2) Στους εντολείς μας και τους λοιπούς εμπλεκομένους δεν γνωστοποιήθηκαν καθόλου ποιες είναι οι πράξεις για τις οποίες κλήθηκαν να δώσουν εξηγήσεις κατ’ ωμή παράβαση της ρητής διάταξης του άρθρου 244 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
3) Δεν τηρήθηκαν οι κανόνες προδικασίας που προβλέπονται στα άρθρα 95, 96 και 244 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, δηλαδή δεν τους γνωστοποιήθηκαν με τον προβλεπόμενο τρόπο τα δικαιώματά τους.
Εξ αιτίας των προηγούμενων παραβάσεων εκ μέρους της Εισαγγελίας Διαφθοράς και παρά την απολύτως δικαιολογημένη πεποίθησή μας ότι μετά την άρση της παλινωδίας περί αρμοδιότητας ή μη της ως άνω Εισαγγελίας οι εντολείς μας θα καλούντο νομοτύπως για παροχή εξηγήσεων, με τις εγγυήσεις που παρέχει ο νέος Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, αιφνιδιάστηκαν ωστόσο με την παράνομη και καταχρηστική άσκηση ποινικής δίωξης διότι δεν μπόρεσαν να ακουστούν για την υπόθεσή τους, όπως επιβάλλεται από τις σχετικές διατάξεις τόσο του Κοινοτικού όσο και του εσωτερικού Δικαίου. Κατά συνέπεια η προκαταρκτική εξέταση, όπως και η ποινική δίωξη που ακολούθησε, είναι απολύτως άκυρη. Η ακυρότητα αυτή θα ζητήσουμε άμεσα να κηρυχθεί αρμοδίως. Είναι αυτονόητο ότι θα ζητήσουμε επίσης άμεσα από τον κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την πειθαρχική διερεύνηση της υποθέσεως, στο βαθμό που τέτοιες συμπεριφορές εκ μέρους εισαγγελικών λειτουργών υπονομεύουν σοβαρά τη λειτουργία του κράτους δικαίου.
Με δεδομένο το βαθύτατο σεβασμό που τρέφουμε για τη Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της, οφείλουμε παρόλα αυτά να επισημάνουμε ότι η συρροή τόσων παραβάσεων, που δεν μπορεί να οφείλονται σε άγνοια ή αμέλεια, σε συνδυασμό με την άμεση δημοσιοποίηση της ποινικής δίωξης προκαλεί έντονο προβληματισμό για τα πραγματικά κίνητρά της.
Αθήνα, 28.8.2019
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι
Αριστοτέλης Χαραλαμπάκης
Παναγιώτης Μιχαλόλιας,
Ηλίας Αναγνωστόπουλος,
Οββαδίας Ναμίας,
Ιωάννης Μπενετάτος»
Πηγή: ΑΠΕ