Προνομιακό καθεστώς φορολόγησης για τους πολύ πλούσιους

Πρόβλεψη σταθερής φορολογικής επιβάρυνσης 100.000 ευρώ ετησίως επί εισοδημάτων στην αλλοδαπή για ξένους πολίτες που θα εγκαθίστανται στη χώρα

Όταν το 2017 η κυβέρνηση του Πάολο Τζεντιλόνι έθετε σε εφαρμογή ένα ιδιότυπο «Special Tax Regime» για τους πολύ πλούσιους, και συγκεκριμένα να χορηγεί σε ξένους υπηκόους άδεια παραμονής στην Ιταλία, αρκεί να καταβάλλουν ενιαίο φόρο 100.000 ευρώ ετησίως, ανεξάρτητα από τα εισοδήματά τους, παρουσίαζε το μέτρο ως δέλεαρ για την προσέλκυση πλουσίων στη χώρα. Μάλιστα, άλλοι Ιταλοί πολιτικοί, όπως ο πρώην πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι, είχαν υιοθετήσει επανειλημμένως ακόμη πιο «προχωρημένα» μέτρα για την προσέλκυση κεφαλαίων.

Ο Μπερλουσκόνι είχε χορηγήσει μεταξύ άλλων και φορολογική αμνηστία στους Ιταλούς που είχαν φυγαδεύσει κεφάλαια στο εξωτερικό για να γλιτώσουν τη φορολόγησή τους με τους υψηλούς συντελεστές που ίσχυαν στην Ιταλία. Ωστόσο τα μέτρα του «Καβαλιέρε» δεν είχαν αποδώσει τότε τα αναμενόμενα.

Παρότι όμως οι πολιτικοί της γειτονικής χώρας εμφάνιζαν τα μέτρα ως κίνητρο αναβάθμισης της φορολογικής -και όχι μόνο- ανταγωνιστικότητάς της, οικονομικοί παρατηρητές σχολίαζαν ότι οι Ιταλοί «έκαναν την ανάγκη φιλοτιμία» καθώς η τέταρτη σε μέγεθος ευρωπαϊκή οικονομία, μετά τις Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο και Γαλλία, κατατάσσεται ταυτόχρονα και στις πρώτες θέσεις όσον αφορά τη φοροδιαφυγή, μαζί την Ελλάδα, την Λιθουανία, τη Μάλτα, τη Σλοβακία και τη Ρουμανία. Επιπλέον, δίπλα στο πρόβλημα της φοροδιαφυγής θα πρέπει βεβαίως να υπολογιστεί και εκείνο της φοροαποφυγής, η οποία, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, στοιχίζει κατ’ έτος στις κυβερνήσεις παγκοσμίως περί τα 650 δισ. ευρώ.

Ποιούνται την ανάγκη φιλοτιμία

Δύο χρόνια αργότερα, μια άλλη κυβέρνηση του Νότου φέρεται πρόθυμη να θεσπίσει φορολογικά κίνητρα με στόχο την προσέλκυση πλούσιων αλλοδαπών και τη μόνιμη διαμονή τους στη χώρα. Και δεν φαίνεται να αποτελεί «σύμπτωση» ότι και στη χώρα αυτή οι αρχές «σηκώνουν τα χέρια» μπροστά στο ενδημικό, και ακόμη περισσότερο, στο «βαθιά ριζωμένο» φαινόμενο της φοροδιαφυγής ποιούμενες και αυτές την ανάγκη φιλοτιμία.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, διότι η Ελλάδα είναι αυτή η χώρα, φέρεται διατεθειμένη να ακολουθήσει το παράδειγμα της Ιταλίας. Συγκεκριμένα, φορολογικά κίνητρα για την προσέλκυση πλούσιων αλλοδαπών και για τη μόνιμη διαμονή τους στη χώρα μας σχεδιάζει, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, να θεσπίσει η κυβέρνηση. Όπως αναφέρουν οι ίδιες αυτές πληροφορίες, η εν λόγω ρύθμιση θα περιλαμβάνεται στο δεύτερο κατά χρονική σειρά σχέδιο νόμου του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, το οποίο προγραμματίζεται να κατατεθεί προς ψήφιση στη Βουλή μέσα στο ερχόμενο φθινόπωρο. Οι σχετικές πληροφορίες αναφέρουν ότι θα θεσπιστεί σταθερή φορολογική επιβάρυνση, και εν προκειμένω της τάξεως των 100.000 ευρώ για τα εκτός χώρας εισοδήματα των ξένων πολιτών που θα εγκατασταθούν στην Ελλάδα, ακολουθώντας το λεγόμενο «ιταλικό μοντέλο». Όπερ σημαίνει πως όσοι ξένοι πολίτες αποκτήσουν μόνιμη διαμονή στη χώρα μας, θα φορολογούνται πλήρως για τα τυχόν εισοδήματά τους στην Ελλάδα και με 100.000 ευρώ για τις λοιπές ανά τον κόσμο αποδοχές τους, όσες κι αν είναι αυτές.

Πέραν όμως της ανάγκης που βαπτίζεται φιλοτιμία, ήτοι της έμμεσης πλην έμπρακτης παραδοχής «ήττας» στα μέτωπα καταπολέμησης της φοροδιαφυγής και της γενικότερης ανταγωνιστικότητας (η οποία ασφαλώς δεν εξαντλείται στο φορολογικό σκέλος αλλά και σε πλείστα όσα ακόμη, όπως είναι λόγου χάριν το πολυδαίδαλον ή η απλούστευση της γραφειοκρατίας, ο βαθμός διαφάνειας, ο περιορισμός της κρατικής διαφθοράς κ.ο.κ.), τίθεται ένα ακόμη επίμαχο ζήτημα. Και αυτό δεν είναι άλλο από εκείνο της δίκαιης κατανομής των φορολογικών βαρών και ειδικά όσον αφορά τον προσδιορισμό τους επί τη βάσει της κερδών και εισοδημάτων διά της λεγόμενης «αναλογικότητας».

Οι κυβερνώντες από την πλευρά τους ευελπιστούν ότι διά του κινήτρου αυτού θα ισχυροποιηθεί η μόνιμη διαμονή ξένων πλούσιων πολιτών, κάτι που θα μπορούσε να ωφελήσει σημαντικά την ελληνική οικονομία, όχι μόνο στο φορολογικό πεδίο, αλλά κυρίως από τις έμμεσες επιδράσεις που θα έχει στην αγορά ακινήτων, στην κατανάλωση, στην απασχόληση, στις ιατρικές και εκπαιδευτικές υπηρεσίες, στις υπηρεσίες διασκέδασης και σίγουρα στην προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων.

Υφίστανται ήδη κίνητρα

Ωστόσο, ήδη έχουν χορηγηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση ανάλογα κίνητρα, με μόνη τη διαφορά ότι δεν αμφισβητείται με τέτοιον απροκάλυπτο τρόπο η δίκαιη φορολόγηση. Πρόκειται συγκεκριμένα για τη «Χρυσή Βίζα». Έως τώρα, όλοι οι επενδυτές που αξιοποιούσαν το πρόγραμμα χορήγησης πενταετούς άδειας παραμονής («Χρυσή Βίζα»), επένδυαν σε ακίνητα με σκοπό να τα εκμεταλλευθούν κυρίως μέσω των βραχυχρόνιων μισθώσεων.

Αλλά ακόμη και αν αυτοί κινούνταν σχεδόν υποχρεωτικά σε μεταχειρισμένα ακίνητα, η πιο πρόσφατη μείωση των επιβαρύνσεων του ΕΝΦΙΑ, και ακόμη περισσότερο η αναστολή ισχύος του ΦΠΑ 24% που επιβάλλεται στις μεταβιβάσεις ακινήτων για την προσεχή τριετία, αρκούν, όπως προβλέπουν μεσίτες, να δώσουν σημαντική ώθηση στις αγοραπωλησίες ακινήτων, ιδίως από τους αγοραστές εκτός Ελλάδας.

Με ό,τι οφέλη αυτό σημαίνει πως μπορεί να διαχέονται στην εθνική οικονομία, χωρίς τη θέσπιση προνομίων που για «τους πολλούς» συνιστούν άνιση και άδικη σε βάρος τους μεταχείριση.

Θάνος Παναγόπουλος, ΑΥΓΗ

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί