Ο πρώην πρωθυπουργός της Κίνας, Λι Πενγκ, τον οποίο ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πολλοί στην κινεζική πρωτεύουσα αποκαλούσαν ο «Χασάπης του Πεκίνου» για τον ρόλο του στην καταστολή στην Πλατεία Τιενανμέν το 1989, απεβίωσε, μετέδωσαν σήμερα κρατικά ΜΜΕ.
Ο Λι, που ήταν 90 ετών, απεβίωσε το βράδυ της Δευτέρας στο Πεκίνο, μετέδωσε το επίσημο πρακτορείο ειδήσεων Xinhua, τρεις δεκαετίες και πλέον αφότου η κυβέρνησή του έδωσε την εντολή για την αιματηρή καταστολή των υπό την ηγεσία των φοιτητών διαδηλώσεων υπέρ της δημοκρατίας τις πρώτες ώρες της 4ης Ιουνίου 1989.
Σύμφωνα με το Xinhua ο Λι πέθανε έπειτα από ανεπιτυχή θεραπεία που έλαβε για μία ασθένεια, την οποία δεν προσδιόρισε.
Ο θάνατός του έρχεται καθώς η Κίνα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πολιτική κρίση στο Χονγκ Κονγκ, όπου οι βίαιες διαδηλώσεις στην υπό κινεζικό έλεγχο περιοχή για ένα νομοσχέδιο για την έκδοση υπόπτων συνιστά την πιο σοβαρή πρόκληση από την πλευρά του λαού στη διακυβέρνησή της από την εποχή των διαδηλώσεων της Τιενανμέν.
Μαζί με τον τότε ανώτατο ηγέτη Ντενγκ Σιαοπίνγκ, ο Λι θεωρείτο ένας αμετανόητος σκληροπυρηνικός ο οποίος έδωσε την εντολή για την επίθεση που συνέτριψε διαδηλωτές που διαδήλωναν για εβδομάδες στο κέντρο του Πεκίνου.
Το γεγονός ότι ήταν εκείνος που κήρυξε στρατιωτικό νόμο σε τμήματα του Πεκίνου από την εθνική τηλεόραση, εβδομάδες προτού τα άρματα μάχης και τα στρατεύματα εκκενώσουν την πλατεία από τους διαδηλωτές, τον έκανε ένα από τα κύρια πρόσωπα της καταστολής που εξακολουθεί να χαρακτηρίζει την παγκόσμια εικόνα της ηγεσίας του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας.
Ο απολογισμός των νεκρών που δόθηκε από τις αρχές μέρες μετά την καταστολή έφθανε περίπου τους 300, οι περισσότεροι στρατιώτες, με τον επιβεβαιωμένο θάνατο μόνον 23 φοιτητών. Η Κίνα δεν λογοδότησε ποτέ πλήρως για τη βία, όμως οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αυτόπτες μάρτυρες λένε πως ο απολογισμός μπορεί να φθάνει τους χιλιάδες νεκρούς. Το θέμα είναι ταμπού στην Κίνα.
Σήμερα, το Xinhua ανέφερε πως «υπό την ισχυρή υποστήριξη» του Ντεγκ Σιαοπίνγκ, «ο Σύντροφος Λι Πενγκ είχε μια ξεκάθαρη θέση και μαζί με τους περισσότερους συντρόφους του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής, έλαβε αποφασιστικά μέτρα για να σταματήσει την αναταραχή και να ειρηνεύσει τις αντεπαναστατικές ταραχές».
«Σταθεροποίησε την εσωτερική κατάσταση, και διαδραμάτισε έναν σημαντικό ρόλο σε αυτό τον μεγάλο αγώνα για το μέλλον του κόμματος και της χώρας», προσέθεσε το Xinhua.
Ο Λι παρέμεινε πρωθυπουργός μέχρι το 1998, καθώς η Κίνα πορεύθηκε εν μέσω διεθνούς κατακραυγής και κυρώσεων που επέβαλαν δυτικές χώρες μετά τη βία.
Ενώ η πολιτική κληρονομιά του Ντενγκ έχει λειανθεί από τον ρόλο που διαδραμάτισε αργότερα ως ο οδηγός των οικονομικών μεταρρυθμίσεων που οδήγησαν στη αλματώδη άνοδο της Κίνας, η εικόνα του Λι στο εξωτερικό παραμένει συνδεδεμένη με την καταστολή του 1989.
Κι όμως, ο Λι διατήρησε την υποστήριξη που είχε ανάμεσα στα εκατομμύρια των εργατών κρατικών επιχειρήσεων επειδή ακολούθησε μια προσεκτική προσέγγιση στις οικονομικές μεταρρυθμίσεις που προκάλεσαν μαζικές απώλειες θέσεων εργασίας.
Σήμερα, το Xinhua αποκάλεσε τον Σι έναν «έμπειρο και πιστό στρατιώτη του κομμουνισμού, έναν διακεκριμένο επαναστάτη και πολιτικό, και έναν εξέχοντα ηγέτη του κόμματος και της χώρας».
Τα σχόλια για τον θάνατο του Λι στους κινεζικούς ιστοτόπους κοινωνικής δικτύωσης φαίνεται να έχουν υποστεί έντονη λογοκρισία, αν και ορισμένοι αναφέρθηκαν εμμέσως στις διαδηλώσεις της Τιενανμέν.
Γεννημένος στη επαρχία Σντουάν στη νοτιοδυτική Κίνα, ο Λι έμεινε ορφανός από πολύ μικρή ηλικία όταν ο πατέρας του, Λι Σουοσούν, ένας πρώιμος επαναστάτης του Κομμουνιστικού Κόμματος, σκοτώθηκε από τις δυνάμεις των Εθνικιστών.
Μεγάλωσε ανάμεσα σε επαναστάτες του ΚΚΚ, υπό την κηδεμονία του Τσουν Ενλάι, ο οποίος, μαζί με τον Μάο Τσετούνγκ, ήταν ανάμεσα στους ηγέτες που ίδρυσαν τη Λαϊκή Δημοκρατία το 1949. Ο Λι θα γινόταν ένα από τα πιο ισχυρά μέλη των οικογενειών της ελίτ που εξακολουθούν να ασκούν επιρροή.
Δύο από τα τρία παιδιά του Λι –ο μεγαλύτερος γιος του Λι Σιαοπένγκ και η κόρη του Λι Σιαολίν– εργάστηκαν ως στελέχη στη βιομηχανία ενέργειας , και απέκτησαν επιρροή στους ηγετικούς κύκλους. Ο Λι Σιαοπίνγκ, το όνομα του οποίου σημαίνει «Ο Μικρός Πενγκ», διορίστηκε υπουργός Μεταφορών το 2016.
Ο Τσου έστειλε τον Λι σε ηλικία 12 ετών για εκπαίδευση στη βάση Γιανάν της κινεζικής ενδοχώρας, και ο Λι έγινε επίσημα μέλος του κόμματος στα 17 του. Καθώς οι κομμουνιστές πλησίαζαν στη νίκη στον εμφύλιο πόλεμο εναντίον των Εθνικιστών, ο Λι πήγε για σπουδές στη Σοβιετική Ένωση.
Πτυχιούχος μηχανικός υδροηλεκτρικών έργων, ο Λι ανήλθε στην ιεραρχία ως αξιωματούχος στην ενέργεια. Ήταν από τους πρωτεργάτες του σχεδίου του Φράγματος των Τριών Φαραγγιών στον ποταμό Γιανγκτσί, ενός μαζικού άθλου της μηχανολογίας που έγινε μέρος της κληρονομιάς του.
Το 1994, ως πρωθυπουργός, επέβλεψε της τελετής έναρξης των εργασιών του φράγματος,
Όμως το 185 μέτρων φράγμα είναι επίσης ένα από τα πιο ακριβά και αμφιλεγόμενα σχέδια της Κίνας, έχοντας βυθίσει ολόκληρα χωριά κάτω από το νερό, εκτοπίζοντας εκατομμύρια κατοίκους από τις εστίες τους και διαταράσσοντας οικοσυστήματα.
Το πρότζεκτ του φράγματος έγινε το σύμβολο αυτού που οι επικριτές του θεωρούν πως είναι το οικονομικό πρότυπο της Κίνας για ανάπτυξη με κάθε κόστος επιβαρύνοντας με εκατομμύρια δολάρια τον προϋπολογισμό και συνδέθηκε αργότερα με σκάνδαλα υπεξαίρεσης και νεποτισμού, σύμφωνα με το εθνικό γραφείο λογιστικού ελέγχου.