Οχι μόνο δεν ζήτησε συγγνώμη, αλλά με απύθμενο θράσος απέδωσε τον φόνο του Παύλου Φύσσα σε… αυτοάμυνα και στην τύχη
Εξι χρόνια μετά την εν ψυχρώ δολοφονία του Φύσσα, ο Ρουπακιάς είχε την ευκαιρία να σταθεί ενώπιον των δικαστών και να ζητήσει συγγνώμη από την οικογένεια του Παύλου. Οχι μόνο δεν το έκανε, αλλά η φυσικότητά του την ώρα που αφηγείται το μαχαίρωμα του παιδιού τους, αυτό που, σύμφωνα με τον αμετανόητο χρυσαυγίτη, ήταν μια «απλή ανθρωποκτονία που την κάνανε ολόκληρη ιστορία», είναι το αληθινό πρόσωπο των ναζιστών που σκοτώνουν με ευκολία ό,τι δεν τους αρέσει και είναι η ακριβής εφαρμογή όσων ο Ρουπακιάς έμαθε από τον πυρηνάρχη του Πατέλη: ό,τι κινείται σφάζεται.
Δείτε ακόμη: Δίκη Χρυσής Αυγής: Αμετανόητος ο Ρουπακιάς για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα
Σε μια γεμάτη δικαστική αίθουσα, με αυστηρότερα από κάθε άλλη φορά μέτρα ασφαλείας και με ηχηρή την απουσία της Μάγδας Φύσσα, ο Ρουπακιάς ανασκεύασε όλες του τις απολογίες στους ανακριτές, ακόμα και τη μοναδική που επιβεβαίωνε μέχρι χθες, και όλα αυτά για να καλύψει τους συγκατηγορουμένους του και να μείνει πιστός στη συνολική υπερασπιστική γραμμή.
Υιοθέτησε ακόμα και τον όψιμο ισχυρισμό του Πατέλη, ότι το βράδυ της 17ης Σεπτεμβρίου 2013 τον έστειλε σε ένα τυπογραφείο στο Περιστέρι να παραλάβει τρικάκια για την επικείμενη ομιλία Μιχαλολιάκου στη Νίκαια.
Πρόεδρος: Αυτό το λέτε πρώτη φορά σήμερα. Ποιο ήταν αυτό το τυπογραφείο; Ποιος είναι υπεύθυνος εκεί; Τα πληρώσατε τα τρικάκια; Από πού έγινε αυτή η παραγγελία; Ούτε εσείς ούτε ο Πατέλης ξέρετε να μας πείτε, θα μπορούσατε να μας φέρετε κάποια στοιχεία να τα επαληθεύσουμε. Ο καθένας μπορεί να λέει ό,τι θέλει, αλλά δεν μπορεί να ευσταθεί.
Ωστόσο, ο Ρουπακιάς επιμένει στον ισχυρισμό του και λέει ότι επιστρέφει στο σπίτι του μαζί με δύο πακέτα τρικάκια, όταν δέχεται τηλεφώνημα από τον συγκατηγορούμενό του, Δήμου, που θέλει να μάθει τι αφορά το μήνυμα που έστειλε ο Πατέλης «όλοι τώρα στην Τοπική, όσοι είστε κοντά, δεν θα περιμένουμε μακρινούς, τώρα».
Το μήνυμα είχε σταλεί στην ομάδα ασφάλειας και στον υπεύθυνο γι’ αυτήν, Καζαντζόγλου, με τον οποίο ισχυρίζεται ο Ρουπακιάς ότι επικοινωνεί για να μάθει τι συμβαίνει, αλλά δεν τον βρίσκει, ούτε αυτόν ούτε τον Πατέλη. Ομως τον Ρουπακιά διαψεύδει καταγεγραμμένη κλήση 13 δευτερολέπτων με τον Καζαντζόγλου.
Πρόεδρος: Λέτε ότι δεν βρήκατε στο τηλέφωνο ούτε τον Καζαντζόγλου ούτε τον Πατέλη και ότι ύστερα από λίγο συναντήσατε τον Καζαντζόγλου στην οδό Καισαρείας για να του δώσετε τα τρικάκια, αλλά δεν τον ρωτήσατε γιατί εστάλη το μήνυμα. Αυτό που λέτε δεν ευσταθεί. Ψάχνετε τον Καζαντζόγλου να τον ρωτήσετε και όταν τον βλέπετε δεν τον ρωτάτε;
Αλλά ο Ρουπακιάς συνεχίζει: «Εδωσα τα τρικάκια στον Καζαντζόγλου, ο οποίος φορούσε μια λευκή φόρμα και ξέχασε το τσαντάκι με το κινητό του στο αυτοκίνητό μου. Το βάζω στο ντουλαπάκι και φεύγω. Λίγο πιο κάτω βλέπω γύρω στα 8-10 μηχανάκια με αναμμένες τις μηχανές έτοιμες να φύγουν. Κάποιος είπε “την πέσανε σε έναν δικό μας στο Κερατσίνι και πάμε να τον απεγκλωβίσουμε”, αλλά δεν κατάλαβα ποιος. Φορούσαν όλοι κράνη εκτός από τον Δήμου. Από τον σωματότυπό τους πιστεύω ότι ήταν εκεί ο Κομιανός, ο Σταμπέλος, ο Δήμου και ο Σκάλκος».
Στην ανακριτική απολογία του, βέβαια, ο Ρουπακιάς έχει υποστηρίξει: «Πράγματι πήγα στην Τοπική και είδα 10-12 μηχανές, στις οποίες επέβαιναν 17-18 άτομα, μεταξύ των οποίων αναγνώρισα τους Πατέλη, Καζαντζόγλου, Θ. Τσορβά, Δήμου, Σταμπέλο. Ρώτησα τι έγινε και ο Καζαντζόγλου μου απάντησε “την πέσανε σε κάποιον δικό μας στο Κερατσίνι” και μου έδωσε ένα τσαντάκι να το βάλω στη θέση του συνοδηγού για να μην του πέσει επειδή φόραγε μια λευκή φόρμα».
Αυτή τη λευκή φόρμα ο Καζαντζόγλου την αρνείται και ισχυρίζεται ότι φορούσε μαύρο παντελόνι σε μια προσπάθεια να αποσυνδέσει την παρουσία του από τον τόπο της δολοφονίας και κυρίως να γλιτώσει από την κατηγορία του συνοδηγού του Ρουπακιά και της άμεσης συνέργειας στη δολοφονία καθώς, σύμφωνα με την κατάθεση αυτόπτη μάρτυρα: «Θυμάμαι από την άλλη πλευρά του αυτοκινήτου του δολοφόνου ένα άτομο να τρέχει, ψηλό, με πολύ κοντό μαλλί, σχεδόν ξυρισμένο, και αδύνατο, φορούσε μια άσπρη φόρμα και έτρεξε με κατεύθυνση προς τη Γρ. Λαμπράκη».
Και ο Ρουπακιάς ομολογεί ότι ακολουθεί με το αυτοκίνητό του το μηχανοκίνητο τάγμα εφόδου που ξεκινάει από την Τοπική με προορισμό το Κερατσίνι και το οποίο έχει επικεφαλής έναν που δεν κατονομάζει, «αλλά πήγαινε μπροστά και ήξερε πολύ καλά πού πάμε και σε ποια στενά στρίβουμε», καταρρίπτοντας κάθε ισχυρισμό ότι έδρασε μόνος του και αυτοβούλως και τοποθετώντας τον εαυτό του ως μέρος ενός οργανωμένου συνόλου που δρούσε συντεταγμένα παρόλο που εντολές έδινε ο… Κανένας, αφού επιμένει να μην κατονομάζει τους καθοδηγητές παρά τις αλλεπάλληλες ερωτήσεις της έδρας.
Θρασύς ψεύτης
Και ύστερα περιγράφει όσα ακολούθησαν: «Εξω από το “Κοράλλι” ήταν ο Φύσσας με άλλα είκοσι άτομα. Ηταν ψηλός, πιο μπροστά από τους άλλους και συναντήθηκαν τα βλέμματά μας, μάλλον κατάλαβε ότι ήμουν με τους μπροστινούς. Μου είπε “γαμώ το σπίτι σου” και σταμάτησα το αυτοκίνητο, άνοιξα την πόρτα να κατέβω, αλλά ένας αστυνομικός μού έκανε νόημα να φύγω. Εφυγα, πήγα λίγο πιο κάτω και άφησα το αυτοκίνητο, αλλά ήταν το μισό απ’ έξω. Βλέπω στο αντίθετο ρεύμα της Παναγή Τσαλδάρη μία θέση και μπήκα στο αντίθετο ρεύμα για να παρκάρω. Τότε βλέπω ξανά τον Φύσσα με 3-4 άτομα πίσω του. Δεν ξέρω πώς βρέθηκαν εκεί πέρα. Υπέθεσα, το λοιπόν, ότι κάποιοι χρυσαυγίτες με τα μηχανάκια κυνήγησαν την παρέα του Φύσσα, άλλοι πήγανε ευθεία, άλλοι προς την Τσαλδάρη. Αν σ’ αυτούς ήταν και ο Φύσσας και ήρθε από την Τσαλδάρη, θα υπέθεσε ότι θα τον περικύκλωνα, γι’ αυτό κινήθηκε έτσι ο άνθρωπος».
Με αυτά τα λόγια ο Ρουπακιάς, που κατά τα άλλα αρνείται ότι ο Φύσσας ήταν στοχοποιημένος, ομολογεί ότι τον έχει εντοπίσει με το που έφτασε έξω από το «Κοράλλι» και αμέσως μετά παραδέχεται ότι λίγα λεπτά πριν τον δολοφονήσει, ο Παύλος βρισκόταν σε θέση άμυνας, ήταν ο κυνηγημένος από το τάγμα εφόδου και όχι ο επιτιθέμενος, όπως προσπάθησε να τον παρουσιάσει αμέσως μετά.
Ρουπακιάς: Μάλλον με θυμήθηκε και μου λέει «τι είναι ρε;» κι έρχεται καταπάνω μου. Τράβηξα χειρόφρενο και ένα πτυσσόμενο μαχαίρι που είχα…
Πρόεδρος: Μισό λεπτό. Γιατί πήρατε μαχαίρι; Ησασταν στο αμάξι. Σήμερα αυτό θα κάνατε;
Ρουπακιάς: Ε, τι θα έκανα; Αν δεν είχα το μαχαίρι, θα έφευγα πεζός.
Πρόεδρος: Είχατε την ευχέρεια να φύγετε. Οπου σας βγάλει ο δρόμος.
Ρουπακιάς: Πώς να φύγω; Είχε κίνηση. Ημουν στο αντίθετο ρεύμα
Πρόεδρος: Κρατούσε μαχαίρι;
Ρουπακιάς: Οχι δεν κρατούσε. Αλλά ήταν ένα δευτερόλεπτο μακριά και είχε και 3-4 άτομα μαζί.
Ετσι γλαφυρά ο Ρουπακιάς περιγράφει το αυτονόητο για εκείνον να προτιμήσει να μαχαιρώσει παρά να πάει στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας.
Πρόεδρος: Μα πριν από λίγο είχατε ήδη μπει στο αντίθετο ρεύμα, τώρα θα σας πείραζε; Εσείς πήγατε να βοηθήσετε κάποιον στο Κερατσίνι υποτίθεται. Γιατί σταματήσατε εκεί; Μήπως ο προορισμός σας ήταν ο Φύσσας, εξ ου και σταματήσατε εκεί;
Ο Ρουπακιάς συνεχίζει περιγράφοντας ότι ο Φύσσας τον χτύπησε με γροθιές στο κεφάλι παρόλο που η ιατροδικαστική έκθεση δείχνει ότι δεν είχε χτυπήματα, ισχυρίζεται ότι μαχαίρωσε πρώτα τον Παύλο στο πόδι για να μπορέσει να ξεφύγει και ότι τον πέτυχε στην καρδιά επειδή… έσκυψε και αποδίδει στην τύχη ένα αριστοτεχνικά εκτελεσμένο χτύπημα από στιλέτο πεταλούδα, το οποίο φτάνει να ισχυριστεί ότι το είχε μαζί του για να κόβει τις ταινίες από τις ψαροκασέλες όποτε πήγαινε να βοηθήσει στο ιχθυοπωλείο της αδερφής του!
Ρουπακιάς: Σήκωσα τα χέρια μου για να προστατεύσω το κεφάλι μου και είπα να χρησιμοποιήσω το μαχαίρι και να του ρίξω στα πόδια δύο – τρεις φορές, όσες ήταν για να κάνει πίσω. Στην πρώτη που του ρίχνω μάλλον έσκυψε και η δεύτερη μάλλον τον πέτυχε στην καρδιά.
Πρόεδρος: Ο σκοπός του ανθρώπου που δεν θέλει να σκοτώσει είναι να επιλέξει μέρη του σώματος που δεν είναι βασικά για τη ζωή του. Με τη μια μαχαιριά ο άλλος αποδυναμώνεται. Η συνέχεια γιατί;
Ρουπακιάς: Δεν διαφωνώ καθόλου, αλλά όταν είσαι σκυμμένος… Εγινε μια απλή ανθρωποκτονία και την κάνανε ολόκληρη ιστορία επειδή ήταν πολιτικό θέμα.
Πρόεδρος: Τι είναι η απλή ανθρωποκτονία; Αλλάζει κάτι στην ανθρωποκτονία;
Λίγο αργότερα αφηγείται τις πολλές κλήσεις που έκανε από το Αστυνομικό Τμήμα Κερατσινίου προς τη σύζυγό του, την αδελφή του και τον Πατέλη, τον οποίο λέει ότι ενημέρωσε ότι «μαχαίρωσα άνθρωπο» από το πρώτο τηλεφώνημα, αν και μόλις προχθές ο πυρηνάρχης ισχυριζόταν ότι το έμαθε στην τέταρτη συνομιλία τους. Ο Ρουπακιάς λέει ότι ζητάει από τον Πατέλη να του βρει δικηγόρο και να μιλήσει με τον Λαγό για να τον βοηθήσουν.
Περιγράφει έτσι την ιεραρχική πορεία που πήραν οι κλήσεις εκείνο το βράδυ, από τον ίδιο στον πυρηνάρχη, μετά στον περιφερειάρχη και τελικά στον Αρχηγό. Αλλωστε εκείνος βρέθηκε στο Κερατσίνι ακολουθώντας το τάγμα εφόδου της Τοπικής του και εκτελώντας εντολές άλλων.
Είναι οι στιγμές που η ναζιστική οργάνωση βρίσκεται σε πανικό, τα τηλέφωνα ανάμεσα στον Λαγό και τον Πατέλη έχουν πάρει φωτιά και ο πυρηνάρχης απαντάει στον υφιστάμενό του «όπως έστρωσες θα κοιμηθείς…».
Λίγο αργότερα συναντούσε τη σύζυγο του Ρουπακιά για να παραλάβει τη σακούλα «με το πτυσσόμενο κλομπ και τα πράγματα» που αποδείκνυαν τη σχέση του με τη Χρυσή Αυγή.
Ο όρκος στη Νέδα
Μάταια προσπαθεί ο Αρχηγός να χρεώσει τη δολοφονία του Παύλου στον «περαστικό από τα γραφεία» Ρουπακιά. Πέρα από τα έγγραφα και τις καταθέσεις όσων συγκατηγορουμένων του παραδέχονται ότι ήταν ταμίας στην Τοπική Νίκαιας, ο ίδιος ο Ρουπακιάς τοποθέτησε χθες τον εαυτό του στο πενταμελές συμβούλιο λέγοντας ότι εκτελούσε χρέη ταμία όταν έλειπε ο Τσακανίκας και επιβεβαίωσε ότι πηγαινοερχόταν στα κεντρικά γραφεία της οργάνωσης στη λεωφ. Μεσογείων για να μεταφέρει πράγματα.
Ομολόγησε επίσης ότι έχει ορκιστεί κατά τη διάρκεια κατασκήνωσης της οργάνωσής του στη Νέδα, σε αντίθεση με όσα ισχυρίζονται οι συγκατηγορούμενοί του ότι δεν ξέρουν τίποτα περί όρκου. «Ναι, έχω δώσει όρκο. Είπε ο Πατέλης να πάμε πιο ’κεί, ήταν και ο Καζαντζόγλου και τον όρκο διάβαζε ο Τσακανίκας. Στο τέλος πάντως θυμάμαι να λέω “ορκίζομαι”», είπε ο Ρουπακιάς, αν και προσπάθησε να υποβαθμίσει το γεγονός κάνοντας λόγο για ένα «ανούσιο θέμα σε έναν τουριστικό τόπο, που πιο πέρα υπήρχαν κι άλλοι».
Ιδιαίτερα αποκαλυπτικό ως προς το τελετουργικό του όρκου στη ναζιστική οργάνωση είναι βίντεο που έφερε στη δημοσιότητα η «Εφ.Συν.» στις 16.7.2016 (Γ. Μπασκάκης, «Ο δολοφόνος του Φύσσα ορκίζει τους νεοσύλλεκτους της Χ.Α.») και καταγράφει καρέ καρέ τη διαδικασία κατά την οποία οι χρυσαυγίτες ορκίζονται πίστη στον Αρχηγό και στις εντολές του μέχρι να πεθάνουν.
Οπως λέει ο Τσακανίκας, «εμείς οι χρυσαυγίτες είμαστε οι τελευταίοι πιστοί μιας ιδέας, την οποία θα προασπίσουμε μέχρι την τελική νίκη, τον θάνατο. Οπως και να ’χει θα είμαστε στις επάλξεις, στα δύσκολα και στα εύκολα, έτοιμοι να πραγματοποιήσουμε τις εντολές του Αρχηγού». Και ύστερα ένας ένας οι νέοι χρυσαυγίτες χαιρετούν ναζιστικά τα ηγετικά στελέχη του Πυρήνα της Νίκαιας, Πατέλη – Καζαντζόγλου – Τσακανίκα – Ρουπακιά, τα οποία και ανταποδίδουν τον ναζιστικό χαιρετισμό και όλοι μαζί τραγουδούν τον ύμνο της Χρυσής Αυγής.
Αυτά συμβαίνουν το 2013 και ο Ρουπακιάς βρίσκεται εκεί υπακούοντας στο μήνυμα του Πατέλη: «Στις 10 Αυγούστου έχουμε εθνικιστική κατασκήνωση στον ποταμό της Νέδας με εντολή Λαγού». Ενα μήνα μετά δολοφονούσε τον Παύλο Φύσσα.