Σε μία από τις μεγαλύτερες έρευνες στην ιστορία της Βρετανίας θα καταθέσουν τα θύματα του σκανδάλου με το μολυσμένο αίμα στην Σκωτία.
Υπολογίζεται ότι 3.000 άνθρωποι μολύνθηκαν με τον ιό του AIDS και της ηπατίτιδας στην Σκωτία τις δεκαετίες του 1970 και του 1980.
Πρόκειται είτε για αιμορροφιλικούς είτε για ασθενείς που υποβλήθηκαν σε χειρουργείο και χρειάστηκαν μετάγγιση. Εκείνη την περίοδο η Βρετανία δυσκολευόταν να καλύψει την ζήτηση σε αίμα και υποχρεώθηκε να κάνει εισαγωγές πλάσματος από τις ΗΠΑ. Ωστόσο το συγκεκριμένο αίμα προήλθε από δότες μέσα από τις φυλακές και ναρκομανείς που χρειάζονταν τα χρήματα.
Οι συγκεκριμένες ομάδες δοτών είχαν αυξημένες πιθανότητες να έχουν ασθένειες που μεταδίδονται με το αίμα. Όμως τότε δεν είχε ακόμη διαγνωστεί το AIDS και η ιατρική έρευνα για την ηπατίτιδα ήταν σε εξέλιξη. Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 όταν ήταν ξεκάθαρο ότι το AIDS μεταδιδόταν με το αίμα ξεκίνησαν να λαμβάνονται μέτρα για τις εισαγωγές αίματος.
Ωστόσο κανείς δεν είναι σε θέση να πει πόσα γνώριζαν οι αρχές για τους επικίνδυνους ιούς πριν από αυτή την περίοδο. Αρκετά μολυσμένα προϊόντα αίματος παρέμειναν σε κυκλοφορία μέχρι το 1991 όταν ξεκίνησε αυστηρός έλεγχος για το κάθε προϊόν.
Τα θύματα, των οποίων η ζωή φυσικά ανατράπηκε, υποστηρίζουν ότι οι υπεύθυνοι έπεσαν στα μαλακά σε προηγούμενες έρευνες και δεν δόθηκε καμία αποζημίωση για όσους υποφέρουν. «Οι άνθρωποι έχασαν τις δουλειές τους. Έπρεπε να πληρώσουν για θεραπείες. Δεν μπορούν να πάρουν δάνειο. Δεν μπορούν να έχουν ασφάλιση. Χρειάζονται βοήθεια με τους λογαριασμούς της καθημερινότητας τους όπως για φαγητό και θέρμανση», είπε στο Sky News ο Τζον Ράις, που είναι σύζυγος μίας γυναίκας που μολύνθηκε με ηπατίτιδα και τώρα προσφέρει συμβουλές στα θύματα.
Ανάμεσα στους ασθενείς είναι και η Τζιλ Φάιφ που μολύνθηκε με ηπατίτιδα C σε μία μετάγγιση το 1988 μετά την γέννα της κόρης της. Για πολλά χρόνια δεν είχε διαγνωστεί με τον ιό. Όταν τελικά έμαθε πως είναι άρρωστη έπρεπε να υπομείνει χρόνιες θεραπείες που σχεδόν εξαφάνισαν τον ιό αλλά έπληξαν σοβαρά το ανοσοποιητικό σύστημα της.
Σήμερα δεν μπορεί να βγει στον ήλιο ή ακόμη και να καθίσει μπροστά στην οθόνη ενός υπολογιστή γιατί το φως θα προκαλέσει πρήξιμο και πύο στο δέρμα της. «Δόθηκε επίσημη προσοχή με την έρευνα σε αυτό που συνέβη σε εμένα και την οικογένεια μου. Για χρόνια έπρεπε να εξηγώ τι συνέβη χωρίς κανείς να καταλαβαίνει αλλά τώρα περισσότεροι άνθρωποι γνωρίζουν. Διαδοχικές κυβερνήσεις απέτυχαν να αντιμετωπίσουν την οικονομική στήριξη και την αναγνώριση (σ.σ. της μόλυνσης των ασθενών). Αλλά μετά από 30 χρόνια σιωπής αυτό που συνέβη αναγνωρίζεται και αυτό μας κάνει να νιώθουμε και πάλι άνθρωποι», εξομολογήθηκε η Τζιλ Φάιφ.
Tvxs.gr