Της Κατερίνας Ακριβοπούλου*
Πώς θα ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ χωρίς τον Αλέξη Τσίπρα; Το ερώτημα με πολιτικούς όρους διατρέχει τη δημόσια αλλά και την ιδιωτική σφαίρα από το 2012, όταν το κόμμα του, τα ηνία του οποίου ανέλαβε το 2009 σε ηλικία 35 χρονών, εκτοξεύτηκε από το 4% στο 27% ανατρέποντας το επί χρόνια εδραιωμενο στάτους των «νόμιμων ιδιοκτητών της χώρας» και θέτοντας ταυτοχρόνως τα θεμέλια για την τρίτη μεγαλύτερη πολιτική τομή στη μεταπολιτευτική Ιστορία της χώρας τον Ιανουάριο του 2015. Μόνος εναντίον όλων.
Η δομική διαφορά του «πιτσιρικά της διπλανής πόρτας» από τους προηγούμενους ηγέτες της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ έγκειται στην ιδιότυπη σχεση του με το ίδιο του το κόμμα. Στη χώρα της κληρονομικής δημοκρατίας, τα κόμματα που μοιράστηκαν την εξουσία μετά το 1974 είχαν γεννήτορες.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής γέννησε τη Νέα Δημοκρατία και ο Ανδρέας Παπανδρέου το ΠΑΣΟΚ, με αποτέλεσμα να αποτελούν τους αδιαμφησβήτητους ιδιοκτήτες των κομμάτων τους.
Αντιθέτως, ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί μεν να αναδείχτηκε πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, με ποσοστά άνω του 70%, αλλά πολλοί από τους συντρόφους της πληθώρας των .. συνιστωσών που αποτελούσαν τότε τον ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟ της Ριζοσπαστικής Αριστεράς τον αντιμετώπιζαν, – όχι πάντα ενδόμυχα- περίπου ως «ένοικο» και, πάντως σε καμία περίπτωση ως ιδιοκτήτη.
Ζυμωμένος με τα κινήματα και τις συλλογικότητες από τα 15 του, ο νεαρός Αλέξης Τσίπρας ουδέποτε διναοήθηκε να αναιρέσει αυτή τη σχέση ισοτιμίας με το κόμμα του, παρά το γεγονός ότι φίλοι και αντίπαλοι, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εσωτερικό αναγνωρίζουν ότι η προσωπικότητα Τσίπρα είναι ο συντριπτικός καταλύτης που οδήγησε το κόμμα του 4% στην κυβέρνηση. Αποτέλεσμα αυτής της συνειδησιακής «ομηρίας» είναι ότι η εξίσωση «ποιος ανέδειξε ποιον», ενίοτε μπλοκάρει, ακόμη και τώρα, – λίγες μέρες πριν από την κρίσιμη εκλογική μάχη- τη στάση και τις συμπεριφορές ορισμένων στελεχών που είναι επιφορτισμένα με τον σχεδιασμό της προεκλογικής εκστρατείας.
Με απόλυτη εξωστρέφεια
Στον αντίποδα προβάλλει το πείσμα του Αλέξη Τσίπρα να αναλάβει ο ίδιος και μόνος του όλο το βάρος της τελικής κούρσας πριν από το νήμα της 7ης Ιουλίου με όρους απόλυτης εξωστρέφειας. Ο πρωθυπουργός το βεληνεκές του οποίου έχει ξεπεράσει εδώ και καιρό τα σύνορα της Ελλάδας, δεν αποφεύγει σε όλες του τις συνεντεύξεις τις οποίες δίνει καθημερινά νε καταιγιστικούς ρυθμούς να απαντά ξεκάθαρα και χωρίς περιστροφές σε όλα τα ερωτήματα που τίθενται ακόμη και στα πλέον… προβοκατόρικα.
Είναι ο ίδιος που εμψυχώνει πίσω από τις κλειστές πόρτες τα στελέχη και τους συνεργάτες όταν καταβάλλονται από ηττοπάθεια. Είναι ο ίδιος που συνεχίζει να κυβερνά παίρνοντας αποφάσεις μακράς πνοής και κάνοντας κινήσεις ευρέος βεληνεκούς. Είναι ο ίδιος που συνομιλεί καθημερινά με τους Ευρωπαίους ηγέτες, οι οποίοι τον αντιμετωπίζουν ως κρίσιμο συνομιλητή στις διεργασίες που συντελούνται αυτή την περίοδο στην Ευρώπη.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι στην Ευρώπη ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρότι έχει τον αέρα του «νικητή» και εμφανίζεται ως ο επόμενος πρωθυπουργός, δεν φαίνεται πουθενά.
Χαλκέντερος, επίμονος και μεθοδικός ο Αλέξης Τσίπρας έχει ήδη αποφασίσει τις επόμενες κινήσεις του για την επόμενη μέρα, ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Ωστόσο, κρατά κλειστά τα χαρτιά του ακόμη και από τους πιο στενούς συνεργάτες του, όχι για λόγους εμπιστοσύνης, αλλά για λόγους τακτικής και κυρίως ψυχολογικού χαρακτήρα.
Ο πρωθυπουργός μετά το σοκ των 9,3 μονάδων στις ευρωεκλογές, έχει πλήρη επίγνωση, όχι μόνο των αιτιών της ήττας αλλά και των λαθών ή των παραλείψεων που αφορούν σε συγκεκριμένα πρόσωπα, εκ των οποίων κάποια ανήκουν ακόμη και στο στενό του περιβάλλον. Το πρώτο σήμα προς την κατεύθυνση αυτή, το έστειλε άλλωστε ο ίδιος σε ανύποπτη στιγμή πολύ πριν την εκλογική αναμέτρηση της 26ης Μαίου. Όταν ρωτήθηκε από την Έλλη Στάη εάν μετανιώνει για κάτι η απάντηση ήταν «για τις επιλογές ορισμένων προσώπων»…
*Αναδημοσίευση από τη «Νέα Σελίδα»