Στα τέλη της δεκαετίας του ΄60 ήταν «παιδί των λουλουδιών», ένας μακρομάλλης νέος που απολάμβανε, με την κιθάρα του, τον ήλιο και τη θάλασσα των Ματάλων. Πολλά χρόνια μετά, ως… «τέως» χίπις και ώριμος κύριος πλέον ο Άγγλος Peter Gumley μοιράζεται μαζί μας τις αναμνήσεις του από εκείνη την εποχή.
Στο βλέμμα του διακρίνεις εύκολα, ακόμα και σήμερα, εκείνη τη σπίθα που τον οδήγησε πολλά χρόνια πριν, «να κάνει στάχτη» την συμβατική ζωή ενός ανερχόμενου – και πολλά υποσχόμενου επαγγελματικά – νέου στην πόλη Leicester της Αγγλίας, να εγκαταλείψει τα πάντα για να έρθει να ζήσει ελεύθερος στα Μάταλα το 1969.
Σκαρφαλώνουμε παρέα στα βράχια – περιφραγμένα με συρματόπλεγμα πλέον – για να φτάσουμε στη σπηλιά που έμενε κάποτε. Μας ξεναγεί στο χώρο και περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τον τρόπο της διαβίωσης τους εδώ. Αργότερα θα μας εξομολογηθεί ότι η επίσκεψη του σήμερα μέσα στις σπηλιές, δεν τον ευχαριστεί ιδιαίτερα, μάλλον τον μελαγχολεί: Εδώ κάποτε ήταν το «σπίτι» τους, το διατηρούσαν καθαρό και περιποιημένο, έχοντας το πάτωμα στρωμένο με καλάμια, μέχρι και αυτοσχέδια πόρτα υπήρχε… Σήμερα έρημη και άδεια η σπηλιά αποπνέει για τον Peter, όπως λέει ο ίδιος, ένα συναίσθημα εγκατάλειψης.
Ο Peter ακουμπάει την πλάτη του στο βράχο, έξω από τη σπηλιά «του» και κοιτάζει τη θάλασσα. Δεν τον αφήνουμε στιγμή να αφεθεί στις σκέψεις του. Οι ερωτήσεις συνεχείς, θέλοντας να «ζήσουμε» για λίγο το κλίμα μιας εποχής που μοιάζει σήμερα τόσο μακρινή.
Αγγλία – Ελλάδα με ώτο στοπ: «Ήρθα στα Μάταλα το Σεπτέμβριο του 1969. Ήμουν 22 χρονών. Όταν ξεκίνησα το ταξίδι από την πατρίδα μου δεν είχα κάποιο ξεκάθαρο προορισμό. Ίσως να πήγαινα στην Ινδία. Ήρθα με ωτοστόπ μέχρι τη Θεσσαλονίκη δια μέσου Βελγίου, Γερμανίας, Αυστρίας, Γουγκοσλαβίας.Το ταξίδι μου μέχρι την Ελλάδα διήρκησε πέντε μέρες. Στο Ζάγκρεπ της Γιουγκοσλαβίας συνάντησα κάποιον χίπη που μου είπε ότι πολλά άτομα πάνε «στα Μάταλα». Τότε άκουσα για πρώτη φορά τη λέξη «Μάταλα»…
Από τη Θεσσαλονίκη δεν κατάφερα τελικά να βρω κάποιον με ωτοστόπ, να φτάσω μέχρι Κωνσταντινούπολη απ΄ όπου θα μπορούσα να ταξιδέψω για την Ινδία. Αποφάσισα να κατευθυνθώ προς Αθήνα όπου έμεινα σ΄ ένα Youth hostel, επισκέφτηκα μάλιστα και την Ακρόπολη. Έχω ακόμα τη φωτογραφία που έβγαλα εκεί μ΄ έναν Αιγύπτιο με τον οποίο είχαμε συνταξιδέψει μαζί από τη Θεσσαλονίκη.
Στην Αθήνα συνάντησα μια παρέα Αμερικανών με τους οποίους πήρα μαζί το Καράβι από τον Πειραιά με προορισμό το Ηράκλειο της Κρήτης.
Από το Ηράκλειο πήρα το λεωφορείο για Μοίρες και από εκεί ένα άλλο για Μάταλα. Η διαδρομή μου φάνηκε ατελείωτη. Περάσαμε από πολλά χωριά, το τελευταίο ήταν τα Πιτσίδια, μέχρι να φτάσουμε στα Μάταλα».
Παραλία Ματάλων, Σεπτέμβριος 1969: «Θυμάμαι έντονα την στιγμή που πρωτοαντίκρυσα ένα εντυπωσιακό τοπίο γεμάτο από νεαρόκοσμο… Η παραλία ήταν τότε πολύ μεγαλύτερη από σήμερα, το σημερινό πάρκινγκ φυσικά δεν υπήρχε, ήταν μέρος της παραλίας.
Στην είσοδο του οικισμού δεξιά ήταν μία αντλία νερού απ΄ όπου οι χίπις προμηθευόταν νερό αλλά και τη χρησιμοποιούσαν για να κάνουν ντους.
Εγώ νεοφερμένος και αρκετά εντυπωσιασμένος από αυτό το νεανικό «χωριό» διέσχισα την παραλία όπου θα πρέπει να υπήρχαν 200 – 250 άτομα. Όλοι με καλωσόριζαν και με καλούσαν κοντά τους για να με γνωρίσουν. Αρχικά έμεινα μαζί με άλλα τέσσερα άτομα -ως φιλοξενούμενος- σε μια σπηλιά που σήμερα δεν είναι πλέον επισκέψιμη καθώς έχει κλείσει από κατολίσθηση βράχου.
Στη συνέχεια γνώρισα μια αμερικανίδα, ιαπωνικής καταγωγής, και έμεινα μαζί της στην σπηλιά της. Ζούσαμε μια μαγευτική περίοδ “Peace+Love” κάτω από τον ήλιο και το φεγγάρι των Ματάλων.
Απολαμβάναμε την κάθε μέρα κολυμπώντας, κάνοντας έρωτα, καπνίζοντας κάνναβη, παίζοντας μουσική… Τους έξη μήνες που έμεινα στα Μάταλα ένοιωσα ότι άλλαξε ολόκληρη η ζωή μου, έγινε τόσο ήρεμη, τόσο φυσική. Εκεί που ήμουν ένας εργαζόμενος νέος με καταπιεστικούς ρυθμούς και ωράρια, ένοιωσα την απόλυτη ελευθερία…
Κολυμπούσαμε πάρα πολύ. Το πρωί που σηκωνόμασταν βουτούσαμε κατευθείαν στη θάλασσα. Η περίοδος Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου, διάστημα που έμεινα εγώ στα Μάταλα, ήταν μια πολύ όμορφη εποχή. Το νερό της θάλασσας ήταν πολύ ζεστό και τα καθημερινά μας μπάνια σκέτη απόλαυση. Toδιάστημα που έζησα εδώ ήταν μια από τις καλύτερες περιόδους της ζωής μου, μπορώ να πω η καλύτερη… ».
Η κιθάρα της Joni Mitchell: «Η σπηλιά που έμεινα τον πρώτο καιρό ανήκε σε ένα Ιταλό. Μαζί του έμενε και η γνωστή τραγουδίστρια Joni Mitchell από τον Καναδά, η οποία όμως εκείνες τις μέρες έφυγε από τα Μάταλα. Όλοι σκέφτηκαν ότι θα τους λείψει η μουσική της… Άφησε πίσω της όμως την κιθάρα που έπαιζε κάθε βράδυ και έτσι ανέλαβα εγώ να εκτελώ χρέη μουσικού…
Είμαι σίγουρος ότι η Mitchell κράτησε πάντα τα Μάταλα στην καρδιά της. Στο δίσκο της με τίτλο “BLUE” υπάρχει ένα τραγούδι που λέει “Κάτω από το φεγγάρι των Ματάλων ο άνεμος από την Αφρική, δεν με άφηνε όλη νύχτα να κοιμηθώ.. “».
Το παζάρι των Μοιρών και η … «Mama»: «Τις καθημερινές μας ανάγκες σε τρόφιμα τις καλύπταμε με ψώνια από το Φούρνο της “Μάμας” που υπάρχει ακόμα και σήμερα στα Μάταλα
[ σ.σ αναφέρεται στο σημερινό “Ζουριδάκης Bakery”]. Πίσω από το φούρνο ένας άνδρας πωλούσε μέλι παρασκεύαζε μάλιστα και κεριά από κερήθρες. Κάθε Σάββατο πήγαιναν κάποιοι από μας στο παζάρι στις Μοίρες και αγόραζαν λαχανικά και φρούτα.
Με τους ντόπιους δεν αντιμετωπίζαμε κανένα πρόβλημα άλλωστε το διάστημα που έμεινα εγώ στα Μάταλα δεν τους ενοχλούσαμε κιόλας. Δεν μεθούσαμε, ας πούμε, ώστε να δημιουργούμε φασαρίες. Καπνίζαμε μόνον κανένα τσιγαριλίκι… Τα προβλήματα πιστεύω ότι άρχισαν αργότερα, στις αρχές της δεκαετίας του 70, όταν ο Χίπικος πληθυσμός είχε αρχίσει να αυξάνεται επικίνδυνα. Το μέρος ήταν ήδη φημισμένο διεθνώς -ιδιαίτερα στην Αμερική- και κατέφταναν συνεχώς άτομα για να ζήσουν εδώ μια χίπικη, ελεύθερη ζωή. Οι ντόπιοι είχαν αρχίσει πλέον να ενοχλούνται από τους «εισβολείς»…
Τέλος εποχής: «Η χίπικη περίοδος μου στην Κρήτη κράτησε 6 εβδομάδες. Είχα έρθει με 50 πάουντς από την Αγγλία και μου είχαν απομείνει μόνο 15.
Όταν τα χρήματα μου άρχισαν να τελειώνουν είχα δύο λύσεις: Είτε να μείνω και να δουλέψω στη συγκομιδή των ελιών, είτε να επιστρέψω στην πατρίδα μου. Προτίμησα το δεύτερο… Επιστρέφοντας στη χώρα μου συνέχισα για ένα χρόνο το χίπικο τρόπο ζωής: παίζοντας κιθάρα, διασκεδάζοντας με κορίτσια, ζώντας δηλαδή χωρίς δεσμεύσεις και χωρίς δουλειά. Μετά δούλεψα για μια πενταετία μ΄ ένα μουσικό γκρουπ και ασχολήθηκα και σαν ηχολήπτης σε συναυλίες. Σε εκείνη την περίοδο της ζωής μου συνεργάστηκα σε συναυλίες γνωστών τραγουδιστών και συγκροτημάτων όπως με τους Elton John, Bruce Springsteen, Ultravox, Ufoκ.α.
Από τη δεκαετία του 80 και μετά δούλεψα σε μια εταιρεία κομπιούτερ. Ήμουν πλέον οικογενειάρχης με δύο κόρες».
Επιστροφή μετά από 32 χρόνια:
«Ξαναγύρισα στα Μάταλα, για πρώτη φορά, το 2001. Τριανταδύο χρόνια μετά, είναι ένα μεγάλο χρονικό διάστημα…
Επιστρέφοντας μετά από τόσα χρόνια, χάρηκα που ξανασυνάντησα κάποιους ντόπιους που θυμόμουν από εκείνη την εποχή όπως τη «Μάμα» από το Φούρνο, το Γιώργο τον Ψαρά…
Δεν μου αρέσει να επισκέπτομαι σήμερα τις σπηλιές γιατί νοιώθω κάπως περίεργα. Ο χώρος που μέναμε, χωρίς «ενοίκους» πλέον, μου μοιάζει τόσο έρημος…
Τα Μάταλα πάντως παραμένουν ένα μέρος που μου αρέσει ιδιαίτερα. Υπάρχουν κάποιες «γωνιές» που μένουν αναλλοίωτες από τη φθορά του χρόνου, όπως η μικρή εκκλησιά του βράχου, στο βάθος του οικισμού, που δεν άλλαξε καθόλου από τότε…
Από το 2001 έρχομαι πλέον εδώ κάθε χρόνο…
Το καλοκαίρι του 2002 μάλιστα ήρθα μαζί με την μικρότερη κόρη μου για να της δείξω το μέρος που έζησα ένα τόσο ιδιαίτερο κομμάτι από τη ζωή μου».