Η πολιτική αντιπαράθεση έχει ένα όριο, είναι εξαιρετικά προσβλητικό για την Δικαιοσύνη να αμφισβητούνται η νόμιμη διαδικασία και δικαστικοί λειτουργοί που κρίθηκαν από δικαστικούς και ψηφίστηκαν από εκπροσώπους όλων των κομμάτων της Βουλής, γι` αυτό και αποφασίστηκε η επιστολή προς τον Κ. Μητσοτάκη, είπε ο υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Καλογήρου Στο Κόκκινο και τον Στάθη Σχινά.
«Η απόφαση για την επιστολή» προς τον Κ. Μητσοτάκη για επιλογή του επόμενου πρόεδρου και εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, καθώς και των τριών αντιπροέδρων του Συμβουλίου της Επικρατείας από το Υπουργικό Συμβούλιο μετά από συμφωνία με την αξιωματική αντιπολίτευση, «βασίστηκε στην ανάγκη να διακόψουμε αυτό το ζοφερό κλίμα που έχει δημιουργηθεί σε ένα θέμα τόσο σοβαρό όσο η επιλογή της ηγεσίας των ανώτατων δικαστηρίων», τόνισε ο κ. Καλογήρου.
«Όλη η διαδικασία που προηγήθηκε κινήθηκε σύμφωνα με τον νόμο, ήδη από τις αρχές Μαΐου … ο νόμος καθορίζει όλη την διαδικασία στην οποία παραπέμπει το Σύνταγμα, προβλέπει την πρώτη φάση με διαδικασία προεπιλογών και μία επόμενη φάση τελικής επιλογής», συνέχισε ο κ. Καλογήρου, διευκρινίζοντας ότι «η πρώτη φάση προβλέπεται να έχει ξεκινήσει το αργότερο στις 30 Απριλίου (δεν είναι ότι η κυβέρνηση “μία ημέρα ξύπνησε και αποφάσισε να αλλάξει την ηγεσία των ανωτάτων δικαστηρίων”» όπως είπε χαρακτηριστικά, ενώ στην συνέχεια «ακολούθησε η διαδικασία της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής με εκπροσώπους από όλες τις κοινοβουλευτικές ομάδες των κομμάτων, όπου εμφανίστηκαν πάνω από 20 δικαστικοί. Στο τέλος της διαδικασίας υπήρξε και ψηφοφορία για τα πρόσωπα, προκειμένου να διαμορφωθεί η γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων όπως ορίζει ο νόμος. Και αυτή η διαδικασία ολοκληρώθηκε πριν τις Ευρωεκλογές».
«Έχουμε συνεπώς», υπογράμμισε ο ίδιος, «υποψήφιους δικαστικούς που έχουν περάσει αυτά τα στάδια και αυτή την στιγμή εμφανίζονται ως “προίκα” αυτής της κυβέρνησης ή μίας επόμενης, όποια κι αν είναι αυτή. Είναι πράγματα που εκφεύγουν της θεσμικής σοβαρότητας».
Θύμισε επίσης ότι στις 29 Δεκεμβρίου 2014, υπήρξε επιλογή προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και τριών αντιπροέδρων του, ενώ υπήρχε στη Βουλή όλη η διαδικασία για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας ημέρες πριν την πτώση της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου.
«Η επιστολή της ΝΔ είναι αποκαλυπτική», τόνισε ο κ. Καλογήρου, «λέει κατ’ αρχήν ότι δεν μπορούμε να προχωρήσουμε γιατί είμαστε κατ’ ουσίαν υπηρεσιακή κυβέρνηση. Κυβέρνηση υπάρχει, η Βουλή είναι ανοιχτή, εκτελούμε τα καθήκοντά μας κατά το Σύνταγμα, δεν υπάρχει ουσία στα περί “υπηρεσιακής κυβέρνησης”».
Για τις αναφορές του τομεάρχη της ΝΔ κ. Παναγιωτόπουλου στον νόμο περί απαγόρευσης προαγωγών, μεταθέσεων κτλ. των δημοσίων υπαλλήλων σε προεκλογική περίοδο, διευκρίνισε επίσης ότι «στις διατάξεις αυτές, δεν υπάγονται οι δικαστικοί λειτουργοί».
Η ίδια ανακοίνωση «προδικάζει ότι τα Προεδρικά Διατάγματα με τα οποία θα επιλεγεί η ηγεσία των ανώτατων δικαστηρίων θα καταπέσουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας, προδικάζει αποτέλεσμα στο ΣτΕ. Δεν μπορώ να το αντιληφθώ, το μέτρο της πολιτικής αντιπαράθεσης έχει και ένα όριο. Όλο αυτό είναι εξαιρετικά προσβλητικό προς την Δικαιοσύνη, προς τους δικαστικούς λειτουργούς, εν τέλει για τον ίδιο τον ελληνικό λαό», όπως τόνισε.
Δείτε επίσης: