Του Νίκου Ε. Ηγουμενίδη*
Με ζωντανή την αίσθηση του ιστορικού χρέους και μετά από μια μακρά πορεία αγώνων, η σημερινή Βουλή έχει σήμερα στα χέρια της το ιστορικό ντοκουμέντο: Την Έκθεση της Διακομματικής κοινοβουλευτικής επιτροπής για τη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών.
Είναι ηθικό, ιστορικό και πολιτικό καθήκον όλων μας, αυτή η διεκδίκηση να ακολουθήσει τις ράγες του πιο επίσημου, διαφανή και διεθνή δρόμου και να χαραχθεί η στρατηγική μιας διακοινοβουλευτικής, διακρατικής και νομικής διεκπεραίωσης της υπόθεσης.
Το κείμενο της έκθεσης, τα παραρτήματα, το πόρισμα της Ομάδας Εργασίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους για τη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών, τα έγγραφα από το Υπουργείο Πολιτισμού για τα κλαπέντα πολιτιστικά αγαθά κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που όλα συμπεριλαμβάνονται στην έκθεση, συνιστούν όπλα για όλο το επόμενο διάστημα.
Οι προτεινόμενες ενέργειες, όπως καταγράφονται, σε όλα τα δικαιοδοτικά όργανα, αλλά και σε πολιτικό επίπεδο, οδηγούν την υπόθεση ένα βήμα παραπάνω.
Στην έκθεση καταγράφονται όλες οι αξιώσεις της Ελλάδας, οι οποίες αφορούν:
α. Πολεμικές αποζημιώσεις για τις υλικές καταστροφές και διαρπαγές,
β. Πολεμικές επανορθώσεις των θυμάτων και των συγγενών των θυμάτων,
γ. Αποπληρωμή του κατοχικού δανείου.
δ.Επιστροφή των κλεμμένων αρχαιολογικών θησαυρών και εκκλησιαστικών κειμηλίων.
Βεβαίως, το μήνυμα που στέλνει η Έκθεση είναι ότι οι εν λόγω αξιώσεις είναι απαράγραπτες. Η σημερινή Βουλή ανοίγει το δρόμο.
Τα δε οικεία δικαιώματα της Ελλάδος ούτε έχουν αποδυναμωθεί, ούτε ασκούνται καταχρηστικά. Αντίθετα, καταχρηστική είναι η άρνηση της Γερμανίας να έλθει σε διαπραγματεύσεις, παρά το ότι συνομολογεί την ευθύνη της.
Σύμφωνα με τη θεμελιώδη για το διεθνές δίκαιο αρχή της πλήρους επανόρθωσης η Γερμανία οφείλει διακρατικές επανορθώσεις, επανορθώσεις στα ιδιωτικά φυσικά και νομικά πρόσωπα που στοχεύθηκαν με διεθνή εγκλήματα ή τους απογόνους τους, την αποπληρωμή του κατοχικού δανείου και τον επαναπατρισμό των παράνομα αφαιρεθέντων πολιτιστικών θησαυρών.
Έχει επιπλέον σημασία η τελευταία επίκαιρη ανακοίνωση με όλες της τις επισημάνσεις από το Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, με επικεφαλής τον Μανώλη Γλέζο και τους βετεράνους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, και το κάλεσμα βεβαίως για ενωτική και παραγωγική διαδικασία, ώστε η ιερή υπόθεση της διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών να βρει επιτέλους το δρόμο της, μετά από δεκαετίες ολιγωρίας.
Ενισχυτικά σε όσα αναφέρονται στην Έκθεση, έχει αξία να τονιστεί σήμερα: Σε πολλές περιοχές της χώρας ο στόχος των Ναζί ήταν το ΕΑΜ.
Στην Βιάννο αυτή ήταν η αιτία που 20 χωριά και οικισμοί καταστράφηκαν, αφού πρώτα λεηλατήθηκαν, και 401 άοπλοι, μεταξύ αυτών γυναίκες, γέροι και παιδιά δολοφονήθηκαν από το Γερμανικό κράτος των Ναζί. Αυτή ήταν η αιτία που χιλιάδες έμειναν άστεγοι, άρρωστοι χωρίς τροφή και ρούχα, κυρίως γυναίκες και παιδιά.
Όσο κι αν αποσιωπάται από σύγχρονους παραχαράκτες της ιστορίας, η σφιχτή κοινωνική συνοχή και η οργάνωση του ΕΑΜ ήταν που έσωσε από την πείνα και την αρρώστια όσους είχαν ανάγκη. Συνολικά στον πόλεμο αυτό έπεσαν 461 Βιαννίτες από τις σφαίρες του κράτους που φυγοδικεί μέχρι σήμερα αρνούμενο να πληρώσει ακόμη και τις ζημιές που έκαμε.
Στις πολλές στροφές της ιστορίας, λόγος της μη διεκδίκησης των επανορθώσεων–αποζημιώσεων από τη Γερμανία ήταν η εναρμόνισή με τις επιλογές της αστικής τάξης ώστε να μην διαταραχθούν συμμαχίες και συμφέροντα.
Σήμερα όμως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Σήμερα υπάρχει η πολιτική βούληση για να προχωρήσει η υπόθεση που αποτελεί χρέος τιμής και ώριμο τέκνο της ανάγκης και για να αποκατασταθεί η Αλήθεια. Η Αλήθεια κόντρα στη λήθη και την παραχάραξη.
Με ρεαλισμό και με αισθητό τον εύλογο πόνο της μνήμης βρισκόμαστε σήμερα στο κρίσιμο σταυροδρόμι για να προχωρήσει από τη Βουλή η υπόθεση. Και η υπόθεση πάει ακόμη πιο μπροστά αν συνδεθεί και αν εκφραστεί και ως κραυγή αγωνίας για την ειρήνη, αλλά και ενάντια στο φασισμό. Μέσα από τέτοια προσέγγιση μπαίνει στις ράγες ο πολύπαθος δρόμος για τις αποζημιώσεις, αλλά και ο δρόμος για να κοιτάμε στα μάτια τα παιδιά μας με την σκέψη ότι τα κάναμε καλά.
*Ο Νίκος Ε. Ηγουμενίδης είναι Βουλευτής Ηρακλείου του ΣΥΡΙΖΑ