Με μια ιστορική αλλαγή στο ισχύον καθεστώς των απολύσεων το υπουργείο Εργασίας βάζει ανάχωμα στις αναιτιολόγητες απολύσεις εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα. Εισάγεται η έννοια του «βασικού λόγου» ως απαραίτητης προϋπόθεσης για να θεωρείται μια απόλυση έγκυρη. Ανάχωμα και στις αυθαίρετες μετατροπές συμβάσεων και μέτρα προστασίας για τους κούριερ και τους εργαζόμενους στο delivery.
Με μια εμφατική αλλαγή στο ισχύον καθεστώς των απολύσεων, που χρονολογείται από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα (διάταξη του 1920), βάζει ανάχωμα το υπουργείο Εργασίας στις αναιτιολόγητες απολύσεις εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα.
Η συγκεκριμένη διάταξη, περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο – σκούπα των 120 δόσεων που θα κατατεθεί την προσεχή εβδομάδα στη Βουλή, όπως και μια σειρά άλλων διατάξεων με τις οποίες ισχυροποιούνται θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα.
Συγκεκριμένα, θεσπίζεται το δικαίωμα πρόσβασης των εργαζομένων στα έντυπα που υποβάλλουν οι εργοδότες τους στο πληροφοριακό σύστημα Εργάνη, καθίσταται άκυρη η μετατροπή των συμβάσεων από πλήρους σε εκ περιτροπής εργασίας χωρίς την έγγραφη συμφωνία του εργαζόμενου, ενώ εισάγονται και σειρά μέτρων προστασίας για τους κούριερ και τους εργαζόμενους στο delivery.
“… Απαιτείται η ύπαρξη βάσιμου λόγου”
Αναλυτικά, όσον αφορά στο θέμα των απολύσεων, εισάγεται η έννοια του «βάσιμου λόγου» ως απαραίτητης προϋπόθεσης για να θεωρείται μια απόλυση έγκυρη. Η ρύθμιση αναφέρει πως η απόλυση θεωρείται έγκυρη εφόσον οφείλεται σε βάσιμο λόγο, κατά την έννοια του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη. Η διάταξη συνιστά μία ιστορική αλλαγή για το εργατικό δίκαιο της χώρας μας και αποτελεί ένα ακόμη μέτρο προστασίας των εργαζομένων από καταχρηστικές εργοδοτικές πρακτικές.
Ειδικότερα, με τη ρύθμιση εισάγεται ρητά στο δίκαιο της καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου η πρόβλεψη ότι για την εγκυρότητα της καταγγελίας απαιτείται η ύπαρξη βάσιμου λόγου, κατά την έννοια του άρθρου 24 του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη (ΑνΕΚΧ). Δηλαδή, δεν θα μπορούν να γίνονται απολύσεις που δεν θα είναι επαρκώς αιτιολογημένες. Πλέον απαιτείται η καταγγελία της σύμβασης να γίνεται μόνο για βάσιμο λόγο, ο οποίος συνδέεται είτε με τη συμπεριφορά ή τις ικανότητες του εργαζομένου είτε με τις λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης.
Σε περίπτωση καταγγελίας δίχως βάσιμο λόγο, σύμφωνα με τον ΑνΕΚΧ, που κυρώθηκε με τον Ν. 4359/2016, ο εργαζόμενος δικαιούται επαρκή αποζημίωση ή άλλη κατάλληλη επανόρθωση. μάλιστα, η αποζημίωση ή επανόρθωση θα πρέπει αφενός να έχει αρκούντως αποτρεπτικό χαρακτήρα και αφετέρου να επανορθώνει σε σημαντικό βαθμό τη βλάβη που υπέστη ο εργαζόμενος από την παράνομη απόλυσή του.
Οι εργαζόμενοι δικαιούνται επαρκή αποζημίωση ή άλλη κατάλληλη επανόρθωση σε περίπτωση απόλυσης δίχως βάσιμο λόγο. Ειδικότερα, με την επερχόμενη ακυρότητα της καταγγελίας, οι εργαζόμενοι αποκτούν το δικαίωμα επαναπασχόλησης στον εργοδότη που κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας δίχως βάσιμο λόγο, ενώ συγχρόνως διατηρούν το δικαίωμα καταβολής του μισθού τους (μισθοί υπερημερίας).
Άκυρη η μετατροπή της σύμβασης
Επίσης, με άλλη διάταξη ορίζεται ρητά ότι η μετατροπή συμβάσεων πλήρους απασχόλησης σε μερικής ή εκ περιτροπής είναι άκυρες χωρίς την τήρηση της απαραίτητης διαδικασίας που, μεταξύ άλλων, προβλέπει την έγγραφη συμφωνία του εργαζόμενου και τη γνωστοποίηση εντός οκταημέρου, στο ΣΕΠΕ, της αλλαγής.
Αναλυτικά, σύμφωνα με τη διάταξη προβλέπεται: “Σε περίπτωση συμφωνίας εργοδότη – εργαζόμενου για μερική απασχόληση και συμφωνίας ή απόφασης του εργοδότη για εκ περιτροπής εργασίας, υπάρχουν ήδη ως προϋποθέσεις η τήρηση του έγγραφου τύπου και η γνωστοποίησή τους στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας, εντός οκτώ ημερών.
Με τη διάταξη ορίζεται ρητά ότι σε περίπτωση μη τήρησης των ανωτέρω προϋποθέσεων (έγγραφος τύπος και γνωστοποίηση στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας εντός της προθεσμίας), τεκμαίρεται ότι η απασχόληση του εργαζόμενου είναι πλήρης”.
Επίσης με άλλη διάταξη εισάγεται η υποχρέωση του εργοδότη να καταβάλλει υποχρεωτικά μέσω τράπεζας την οφειλόμενη αποζημίωση απόλυσης, ώστε να ελέγχεται πληρέστερα η τήρηση της εν λόγω υποχρέωσης των εργοδοτών. Το ίδιο θα ισχύσει από την 1η Ιουλίου και για τις αποζημιώσεις και τις εισφορές των μαθητευόμενων, σπουδαστών και φοιτητών που πραγματοποιούν πρακτική άσκηση ή μαθητεία.
Στην Εργάνη κούριερ και delivery
Όπως ήδη αναφέραμε στο σχέδιο νόμου περιλαμβάνονται σειρά από ρυθμίσεις προστασίας για τους κούριερ και τους εργαζόμενους στο delivery.
Συγκεκριμένα ορίζει την υποχρέωση του εργοδότη να δηλώνει γραπτά στο σύστημα Εργάνη το όχημα με τον αριθμό κυκλοφορίας που χρησιμοποιούν οι εργαζόμενοι στον κλάδο. Παράλληλα, πρέπει να λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα, ώστε τα οχήματα που χρησιμοποιούνται από τους εργαζόμενους να είναι κατάλληλα προσαρμοσμένα και συντηρημένα, προκειμένου να προστατεύεται η ασφάλεια και η υγεία τους.
Τέλος, ο εργοδότης οφείλει να εφοδιάζει με τον κατάλληλο εξοπλισμό ατομικής προστασίας τους εργαζομένους που κατά την εκτέλεση της εργασίας τους χρησιμοποιούν μοτοποδήλατο ή μοτοσικλέτα, ιδιοκτησίας, νομής ή κατοχής δικής του ή των εργαζομένων.
Επιπλέον, όταν ο εργαζόμενος χρησιμοποιεί μεταφορικό μέσο δικής του ιδιοκτησίας, νομής ή κατοχής, ο εργοδότης οφείλει να καταβάλλει πρόσθετη μηνιαία αποζημίωση κίνησης, χρήσης και συντήρησης του οχήματος ίση με το 15% του νόμιμου κατώτατου μηνιαίου μισθού ή της προκύπτουσας αναλογίας σε περίπτωση μερικής απασχόλησης. Η αποζημίωση αυτή δεν υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές.
Οι δύο βασικές αλλαγές στον νόμο
Βάσιμος λόγος απόλυσης
Το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 3198/1955 (Α’ 98) αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η καταγγελία της εργασιακής σχέσης θεωρείται έγκυρη, εφόσον οφείλεται σε βάσιμο λόγο, κατά την έννοια του άρθρου 24 του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 4359/2016 (A’ 5), έχει γίνει εγγράφως, έχει καταβληθεί η οφειλόμενη αποζημίωση και έχει καταχωρηθεί η απασχόληση του απολυόμενου στα τηρούμενα για τον ΕΦΚΑ (τ. ΙΚΑ) μισθολόγια ή έχει ασφαλιστεί ο απολυόμενος».
Μερική απασχόληση και εκ περιτροπής εργασία
1. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 38 του ν. 1892/1990 (Α’ 101) αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν η συμφωνία αυτή δεν καταρτιστεί εγγράφως ή δεν γνωστοποιηθεί εντός οκτώ (8) ημερών από την κατάρτισή της στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας, τεκμαίρεται η πλήρης απασχόληση του μισθωτού».
2. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 38 του ν. 1892/1990 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν η συμφωνία αυτή δεν καταρτιστεί εγγράφως ή αν η συμφωνία ή η απόφαση του εργοδότη δεν γνωστοποιηθούν εντός οκτώ (8) ημερών από την κατάρτιση ή τη λήψη τους στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας, τεκμαίρεται η πλήρης απασχόληση του μισθωτού».
Η ΑΥΓΗ