Τις σημαντικές προοπτικές που ανοίγονται στον τομέα των ελληνικών υδρογονανθράκων ανέδειξε, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων Γιάννης Μπασιάς, μιλώντας στην εκδήλωση του Ινστιτούτου Νοτιοανατολικής Ευρώπης με θέμα «The Geopolitics of Energy Transition». Υπογράμμισε πως το γεωλογικό δυναμικό της χώρας ενδιαφέρει την διεθνή πετρελαϊκή κοινότητα , γεγονός το οποίο συνδέεται τόσο με την γεωπολιτική διάσταση της περιοχής όσο και με μια σειρά τεχνικές πλευρές της βιομηχανίας πετρελαίου.
Συγκεκριμένα, αναφερόμενος στη σχέση γεωπολιτικής και ενέργειας, σημείωσε πως υπόψιν πρέπει να ληφθούν και στοιχεία γεωλογίας, γεωγραφίας καθώς και σημαντικές τεχνικές πλευρές επί της βάσης ότι συνθέτουν και συναποτελούν αυτό που ορίζεται ως γεωπολιτική στις μέρες, και μάλιστα, σε περιπτώσεις που το υπό εξέταση αντικείμενο είναι η ενέργεια και δη οι υδρογονάνθρακες.
Όπως αναφέρει το energypress, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΔΕΥ, αυτή την στιγμή περισσότερα από 10 οικόπεδα (παραχωρήσεις για έρευνα και ανάπτυξη υδρογονανθράκων) βρίσκονται σε διαδικασία επικύρωσης από το ελληνικό κοινοβούλιο, γεγονός που είναι αρκετά ενθαρρυντικό για την περαιτέρω εξέλιξη του κλάδου στην χώρα.
Ένα σημαντικό πλεονέκτημα, όπως τόνισε, που διαθέτει η Ελλάδα είναι η γεωγραφική της θέση, όντας στο κέντρο της Μεσογείου με σημαντικές δραστηριότητες της εξορυκτικής βιομηχανίας πετρελαίου και φυσικού αερίου είτε να βρίσκονται σε εξέλιξη είτε να προγραμματίζονται μέσα στα επόμενα χρόνια.
Ειδικότερα, ξεχώρισε τις περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου, γύρω από τις Κύπρο, Ισραήλ και Αίγυπτο, τη περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, όπου έχουμε το κοίτασμα Neptun με operator την Exxon Mobil και τέλος την περιοχή του Ιονίου και Δυτικά και Νοτιοδυτικά της Κρήτης.
Κάθε περιοχή επιφυλάσσει διαφορετικές προκλήσεις ως προς την έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων, με κυρίαρχο στοιχείο διαφοροποίησης να είναι το βάθος της θάλασσας, όπου αλλού επιτρέπει την εξόρυξη κι αλλού δυσκολεύει κατά πολύ τα πράγματα.
Από την πλευρά του ο κ. Μπασιάς τόνισε πως η εξέλιξη και ανάπτυξη της τεχνολογίας γεννάει νέες δυνατότητες εξόρυξης με τα κοιτάσματα σε βάθη έως και 4.000 μέτρων να μπαίνουν στο “τραπέζι των συζητήσεων” για αξιοποίηση. Μάλιστα, αναφερόμενος στην περίπτωση των ελληνικών υδρογονανθράκων, και ιδιαίτερα στην περίπτωση νοτίως της Κρήτης, είπε πως πολύ πιθανόν η γεώτρηση να χρειαστεί να φτάσει σε βάθος άνω των 3.000 μέτρων.
«Οι δραστηριότητες εξόρυξης σε μεγάλα βάθη αναμένεται να αναπτυχθούν σημαντικά σε παγκόσμιο επίπεδο την επόμενη πενταετία. Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι όσο απομακρυνόμαστε από την ακτή, η γεωλογική μορφολογία του εδάφους σε αρκετές περιπτώσεις γίνεται πιο απλή. Εντούτοις, δεν είναι αυτή η περίπτωση δυτικά, νοτιοδυτικά και νότια της Κρήτης».
Επιπλέον, οι πρόσφατες ανακαλύψεις υδρογονανθράκων στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο (Αφροδίτη, Ζόρ, Δέλτα Νείλου, Γλαύκος κλ.π) και τη Μαύρη Θάλασσα ενισχύουν, μεταξύ άλλων παραγόντων, την ελκυστικότητα της περιοχής από την σκοπιά της βιομηχανίας εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου, δηλαδή τις μεγάλες διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες.
Άλλοι λόγοι που συνέδραμαν στην αλλαγή του κλίματος στη περιοχή, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΔΕΥ, είναι η υιοθέτηση νέου μοντέλου από το 2015 στη Μεσόγειο, η εξέλιξη της τεχνολογίας για μεγάλα βάθη, η ενίσχυση της εμπορικής σημασίας του LNG, καθώς και η πρωτοβουλία για διαφοροποίηση προμηθειών φυσικού αερίου για τις ευρωπαϊκές αγορές.
Καταλήγοντας στην ομιλία του τόνισε πως πρόκειται για μια πολύχρονη διαδικασία, που όμως παρά τις τεχνικές και οικονομικές δυσκολίες που υπάρχουν οι ελληνικοί υδρογονάνθρακες βρίσκονται στην «ατζέντα» της πετρελαϊκής βιομηχανίας διεθνώς, πράγμα που η ίδια ΕΔΕΥ επιδιώκει να στηρίξει και να ενισχύσει.