Εκτός από τις γνωστές περιπτώσεις, δηλαδή τη μονάδα φυσικού αερίου που σχεδιάζει η Μυτιληναίος (και έχει ήδη λάβει άδεια παραγωγής) και την αντίστοιχη μονάδα που ανακοίνωσε χθες η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, πληροφορίες του energypess αναφέρουν ότι δύο ακόμα σχεδόν ίδια projects έχουν κατατεθεί στη ΡΑΕ με αίτημα για χορήγηση άδειας παραγωγής.
Πρόκειται, πρώτον, για μονάδα συνδυασμένου κύκλου με καύσιμο φυσικό αέριο που σχεδιάζει ο Όμιλος Κοπελούζου, δυναμικότητας 660 MW, για την Αλεξανδρούπολη και, δεύτερον, αντίστοιχη μονάδα συνδυασμένου κύκλου 665 MW που σχεδιάζει ο Κρητικός Όμιλος Καράτζη (ιδιοκτήτης και της ηλεκτρικής εταιρείας ΚΕΝ) για το νομό Λάρισας.
Η αίτηση του Ομίλου Κοπελούζου στη ΡΑΕ έχει κατατεθεί το Δεκέμβριο του 2018 και η αίτηση του Ομίλου Καράτζη στα μέσα του Ιανουαρίου του 2019.
Ως γνωστόν η χωροθέτηση της μονάδας της Μυτιληναίος, ισχύος 650 MW, είναι για το Ενεργειακό Κέντρο της εταιρείας στον Αγ. Νικόλαο Βοιωτίας, και εκείνης της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, ισχύος 660 MW, είναι για την Κομοτηνή.
Το ότι και τα 4 σχέδια για κατασκευή μονάδων αερίου ταυτίζονται, σχεδόν, όσον αφορά τη δυναμικότητα, εξηγείται από το γεγονός ότι η ισχύς των 660 MW θεωρείται από τους κατασκευαστές των μηχανών ως η βέλτιστη για να έχει η μονάδα τη μέγιστη απόδοση και να πιάνει το «πικ» της ανταγωνιστικότητάς της.
Σύμφωνα με γνώστες του εγχώριου ενεργειακού τοπίου, το ενδιαφέρον τεσσάρων ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων για την κατασκευή και λειτουργία μονάδων συνδυασμένου κύκλου, περιπλέκει τα πράγματα, καθώς οι εκτιμήσεις συγκλίνουν ότι η ηλεκτρική αγορά, ανάλογα με το ρυθμό απόσυρσης των παλιών λιγνιτικών μονάδων, δεν χωράει παρά μόνον μία ή έστω δύο νέες μονάδες αερίου με αυτά τα χαρακτηριστικά.
Βεβαίως η αίτηση (ή και η έγκριση) για άδεια παραγωγής δεν σημαίνει ότι οι ενδιαφερόμενοι όμιλοι έχουν λάβει και την επιχειρηματική απόφαση για να προχωρήσουν την επένδυση.
Προφανώς η απόφαση κάθε ενός από τους επιχειρηματίες θα ληφθεί προϊόντος του χρόνου και με βάση τα δεδομένα που θα υπάρχουν όταν θα έρθει η κρίσιμη στιγμή.
Παράγοντες που θα επηρεάσουν τις αποφάσεις είναι προφανώς, όπως προαναφέρθηκε, το πόσες μονάδες λιγνίτη θα έχουν αποσυρθεί ή θα πρόκειται να αποσυρθούν, αλλά μεταξύ άλλων και:
- το πόσο θα έχουν προχωρήσει, αφενός μεν η τεχνολογία της αποθήκευσης ενέργειας αφετέρου δε το θεσμικό πλαίσιο για την αποθήκευση (άρα και το πόσο ηλεκτρικό χώρο θα «καταλαμβάνουν» οι ΑΠΕ)
- το πόσο θα έχουν προχωρήσει οι διασυνδέσεις, τόσο των ελληνικών νησιών, όσο και οι διεθνείς
- με τι ρυθμούς θα αυξάνει η ζήτηση ηλεκτρικού ρεύματος
- το πόσο θα έχει προχωρήσει η διείσδυση της ηλεκτροκίνησης στις μεταφορές
Βασικό ζήτημα σε κάθε περίπτωση είναι η δυνατότητα χρηματοδότησης των συγκεκριμένων projects. Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα οι τράπεζες, αντίθετα με ότι συμβαίνει με τις ΑΠΕ, δεν χρηματοδοτούν εύκολα τέτοιες επενδύσεις και συνεπώς η παροχή ισχυρών και μεγάλου ύψους εταιρικών εγγυήσεων αποτελεί προϋπόθεση. Αυτό όμως σημαίνει ότι οι εταιρικές αποφάσεις γίνονται δυσκολότερες.
Πρέπει τέλος να αναφερθεί ότι η κατασκευαστική ετοιμότητα, αλλά και η θέση που έχει κάθε όμιλος στην ηλεκτρική αγορά (πράγμα που μπορεί να επηρεάσει τη δυνατότητα για βέλτιστη αξιοποίηση της μονάδας, αλλά και να δημιουργήσει δεύτερες σκέψεις όσον αφορά την τύχη των υφιστάμενων μονάδων αερίου) είναι επίσης παράγοντες ικανοί να επηρεάσουν τις τελικές επιχειρηματικές αποφάσεις.