Προκλητικό ή γραφικό; Τουρκική ηλεκτρονική εφημερίδα ισχυρίζεται ότι… “Τα τρία τέταρτα του νησιού της Κρήτης ανήκουν στην Τουρκία”! Πρόκειται για την aydinlik.com.tr , η οποία δημοσιεύει κείμενο που υπογράφει ο εθνικιστής Τούρκος πρώην γενικός γραμματέας του υπουργείου άμυνας Umit Yalım, απόστρατος συνταγματάρχης και αντίπαλος του Ερντογάν. Στο κείμενο επαναλαμβάνει έναν παλιότερο ισχυρισμό του, ότι τα νησιά γύρω από την Κρήτη είναι… τουρκικά και καλεί την Ελλάδα “να εκκενώσει αμέσως όλες τις στρατιωτικές μονάδες, συμπεριλαμβανομένης της Αεροπορικής Βάσης Ηρακλείου στην τουρκική περιοχή της Κρήτης”!
Η “ανάλυση” επικαλείται τις συνθήκες του Λονδίνου, τον Μάιο του 1913, του Βουκουρεστίου, τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, και της Αθήνας, τον Νοέμβριο, επίσης του 1913, αλλά και της Λωζάνης, για να καταλήξει στον απολύτως αυθαίρετο συμπέρασμα ότι από αυτές προκύπτει πως στην Ελλάδα παραχωρήθηκε μόνο το 25% της Κρήτης, ενώ όλα τα υπόλοιπα εδάφη, μαζί με τα γύρω νησιά, στην… οθωμανική αυτοκρατορία! Άρα, η Τουρκία, ως διάδοχος της αυτοκρατορίας, είναι… “ιδιοκτήτρια” της Κρήτης και των γύρω νησιών!
Η ιστορική πραγματικότητα
Φυσικά αυτοί οι ισχυρισμοί δεν έχουν καμιά σχέση με την ιστορική πραγματικότητα.
Στο πλαίσιο της συμφωνίας του Λονδίνου, η οποία υπεγράφη, στις 30 Μαΐου 1913 , σε ένα και μόνο άρθρο, αναφερόταν ότι ο σουλτάνος δήλωνε παραίτηση, από κάθε δικαίωμα επί της Κρήτης, υπέρ των αντίπαλων μέχρι τότε και συμμάχων πλέον – μετά τη Συνθήκη- βαλκανικών δυνάμεων, Βουλγαρίας, Ελλάδας, Μαυροβουνίου, Σερβίας . Και οι άλλες δυνάμεις φυσικά δεν αξίωναν κυριαρχία ή άλλη διεκδίκηση επί της Κρήτης, με φυσική εξέλιξη να γίνει αυτό που πάντα στόχευαν οι Κρήτες αλλά και οι Έλληνες. Με νομικά μέσα η Κρήτη έγινε μέρος του ελληνικού κράτους, με αποφάσεις μόνο της ελληνικής πλευράς, για την προσαρμογή της νομοθεσίας που θα ίσχυε και στο νησί.
Η αναφορά στο άρθρο 4 της συμφωνία του Λονδίνου ήταν απλή και ξεκάθαρη: “Ο Σουλτάνος παραιτείται απ’ όλα όσα κατείχε επί της νήσου Κρήτης και εκχωρεί στην εύνοια των συμμάχων ηγεμόνων όλα τα δικαιώματα της κυριαρχίας και όλα τα άλλα δικαιώματα που κατείχε σε εκείνη τη νήσο”.
Αυτή είναι η ιστορική συμφωνία που απελευθέρωνε οριστικά την Κρήτη από κάθε σχέση με την Τουρκία. Η Συνθήκη του Λονδίνου, οι διαπραγματεύσεις για την επίτευξη της οποίας διήρκεσαν 5,5 μήνες, καθώς ξεκίνησαν στις 17 Δεκεμβρίου 1912 και ολοκληρώθηκαν στις 30 Μαΐου 1913, επιβεβαιώθηκε στις 10 Αυγούστου του 1913 με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου καθώς με και την ιδιαίτερη συνθήκη Ελλάδας – Τουρκίας, τον Νοέμβριο του 1913, στην οποία ο σουλτάνος δήλωνε και πάλι ότι παραιτείται από τα δικαιώματα που κατείχε στην Κρήτη, υπέρ της Ελλάδας.
Με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου, στις 10 Αυγούστου 1913, καθορίστηκαν τα νέα σύνορα στον βαλκανικό χώρο.
Ανάμεσα στ’ άλλα γινόταν η αναφορά ότι η Βουλγαρία παραιτείται από κάθε δικαίωμα επί της Κρήτης. Γινόταν αναφορά μόνο στη Βουλγαρία, καθώς για τις άλλες βαλκανικές δυνάμεις, στις οποίες είχε εκχωρηθεί η Κρήτη από το σουλτάνο με τη συμφωνία του Λονδίνου, δεν υπήρχε θέμα δήλωσης παραίτησης, αφού δεν είχαν ποτέ καμιά εδαφική διεκδίκηση στην Ελλάδα.
Η πρακτική διαδικασία της ένωσης, στη συνέχεια, έγινε με πολύ απλό τρόπο: η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε στη λήψη μέτρων αφομοίωσης των υπηρεσιών και του συστήματος διοίκησης του νησιού και το Νοέμβριο απηύθηνε διακοίνωση στις άλλες βαλκανικές δυνάμεις με την οποία έκανε γνωστό ότι θεωρεί καταργηθέντα τα δικαιώματα τους επί της Κρήτης και άλλων περιοχών που επέστρεφαν στην Ελλάδα με τις διεθνείς συμβάσεις. Κι αυτό γιατί από τη συμφωνία του Λονδίνου ο σουλτάνος παραχωρούσε την Κρήτη στις βαλκανικές δυνάμεις και όχι μόνο στην Ελλάδα. Οι δυνάμεις συμφώνησαν στο νέο καθεστώς που είχε διαμορφωθεί ήδη, με την κοινή γραπτή απάντηση ότι “έλαβον γνώσιν της ειρημένης διακοινώσεως της ελληνικής κυβερνήσεως”.
Το τυπικό μέρος της ένωσης έκλεισε την 1η Δεκεμβρίου 1913, με την τελετή ύψησης της ελληνικής σημαίας στο φρούριο του Φιρκά, στα Χανιά, παρουσία του μονάρχη Κωνσταντίνου και του πρωθυπουργού Ελ. Βενιζέλου.