Το ανησυχητικό ζήτημα των παράνομων ξεναγήσεων έθεσε σήμερα στη Βουλή ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ στο νομοσχέδιο του Υπουργείου Τουρισμού για το θεματικό τουρισμό Νίκος Ηγουμενίδης,ενώ ειδική αναφορά έκανε ο ίδιος και στη θέση των ξεναγών και στο ζήτημα της τουριστικής εκπαίδευσης.
Κατά την συζήτηση στην αρμόδια επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου, ο βουλευτής Ηρακλείου Νίκος Ηγουμενίδης αναφέρθηκε στα βασικά άρθρα του νομοσχεδίου, ενώ μιλώντας ειδικά για τη διάταξη του νομοσχεδίου για τις ειδικές κατ’ εξαίρεση άδειες των ξεναγών σημείωσε ότι οι πολιτικές αποφάσεις των προηγούμενων Κυβερνήσεων να διαλυθεί ο ΟΤΕΚ και να κρατούνται επί χρόνια κλειστές οι σχολές των ξεναγών – δηλαδή απ’ το 2010 που αποφοίτησαν οι τελευταίοι – ήταν καταστροφικές και πρωτοφανείς όχι μόνο για τον κλάδο του ξεναγού, αλλά για το σύνολο της τουριστικής εκπαίδευσης και της εικόνας της χώρας μας.
Σχετικά με τη διάταξη για τους τουριστικούς συνοδούς υπογράμμισε το ζήτημα των παράνομων ξεναγήσεων: «Μια βόλτα σε ένα τουριστικό μέρος, από την πλατεία του Συντάγματος μέχρι το κέντρο του Ηρακλείου – ή πόλεις που συγκεντρώνουν τουρίστες – φτάνει για να δει κανείς δεκάδες παράνομες ξεναγήσεις. Είναι όλες νόμιμες; Οι έλεγχοι δεν γίνονται αν και θα έπρεπε», σημείωσε.
Ο Νίκος Ηγουμενίδης έθεσε ερωτήματα: «Πρώτον. Υπάρχουν στοιχεία οικονομικά για το ύψος των κυρώσεων; Δεύτερον. Υπάρχουν στατιστικά στοιχεία για τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί, όπως για παράδειγμα σε μνημεία ή αρχαιολογικούς χώρους για το τρέχον έτος ή για τα προηγούμενα χρόνια από το 2012 μέχρι σήμερα; Υποβάλω αυτές τις ερωτήσεις, αν θα μπορούσατε, κυρία Υπουργέ, να τις απαντήσετε, διότι οι πληροφορίες που μας έρχονται λένε ότι από το 2012 που καταργήθηκε ο χαρακτήρας του ποινικού αδικήματος και μπήκαν οι διοικητικές κυρώσεις δεν έχει βεβαιωθεί καμιά παρανομία και δεν έχει εισπραχθεί κανένα πρόστιμο».
Σχετικά με το θέμα της επαναφοράς των ποινικών κυρώσεων – θέμα που έχει θέσει και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξεναγών για τις ποινικές κυρώσεις – σημείωσε ότι αποσκοπούν, πρωτίστως, στην προστασία του επαγγέλματος – στην προκειμένη περίπτωση του επαγγέλματος των ξεναγών, ενώ προσέθεσε ότι δεν είναι τυχαία η επίθεση που δέχονται αρχειοφύλακες.
Ο Νίκος Ηγουμενίδης έδωσε ειδικό βάρος στο ρόλο του ξεναγού στην προβολή και στην ποιότητα του τουριστικού προϊόντος σημειώνοντας ότι είναι πολύ σημαντικό βήμα η επαναλειτουργία της Σχολής των Ξεναγών της Αθήνας ως χειροπιαστό δείγμα γραφής για τη στάση της σημερινής Κυβέρνησης απέναντι στους ξεναγούς και ότι οι ξεναγοί οφείλουν να αποκατασταθούν ως πραγματικοί «πρεσβευτές της χώρας μέσα στη χώρα μας».
Σχετικά με τις ειδικές κατ’ εξαίρεση άδειες ξενάγησης σημείωσε ότι η αρμόδια υπηρεσία πρέπει να ζητά τη σύμφωνη γνώμη της ομοσπονδίας των ξεναγών και ότι σε περίπτωση έλλειψης ξεναγού σε ορισμένη γλώσσα η ξενάγηση να πραγματοποιείται με διερμηνεία της ξενάγησης του διπλωματούχου ξεναγού από πρόσωπο που γνωρίζει τη γλώσσα, ενώ τόνισε ότι η άδεια σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να δίνεται για συγκεκριμένο κι αποκλειστικό σκοπό.
Ο Νίκος Ηγουμενίδης αναφέρθηκε επίσης στη δημιουργία νέου φορέα για την τουριστική εκπαίδευση – Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου – σε συνεργασία και με το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, η οποία θ’ αναβαθμίσει τα προγράμματα των ανώτερων σχολών τουριστικών επαγγελμάτων και ΙΕΚ του Υπουργείου και θα ενισχύσει τη λειτουργία των Σχολών Ξεναγών.
Σημειώνεται επίσης ότι σήμερα κατατέθηκε βουλευτική τροπολογία την οποία συνυπογράφει και ο Νίκος Ηγουμενίδης (μαζί με τους βουλευτές Μ. Θραψανιώτη και Ηλ. Καματερό) σύμφωνα με την οποία καταργείται η δυνατότητα του εκάστοτε Υπουργού να μεταβάλλει την έδρα της Ανώτερης Σχολής Τουριστικής Εκπαίδευσης Κρήτης που δημιουργούσε εύλογες ανησυχίες για απομάκρυνση της σχολής από την Κρήτη.
Ο Νίκος Ηγουμενίδης, στην παρέμβαση του στη Βουλή, ανέφερε ότι σήμερα χρειαζόμαστε έναν καλά επεξεργασμένο κι ολοκληρωμένο σχεδιασμό για την τουριστική εκπαίδευση.
«Πρέπει, να δούμε όλες τις προδιαγραφές από τις μονάδες, στις οποίες θα κάνουν την πρακτική τους εξειδίκευση οι σπουδαστές των ΕΠΑΛ και των ΙΕΚ., μέχρι και το ποια Πανεπιστημιακά Ιδρύματα μπορούν, να σηκώσουν το βάρος της εκπαίδευσης σχολών πανεπιστημιακού επιπέδου», είπε ο ίδιος χαρακτηριστικά.