Όλο και περισσότερα στοιχεία έρχονται στην επιφάνεια μέσα από τη δικαστική έρευνα σχετικά με το σκάνδαλο της ανάθεση του συστήματος ασφαλείας C4I στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην κοινοπραξία SAIC-Siemens, καθώς φαίνεται πως οι καταθέσεις των μαρτύρων αποδεικνύονται καίριες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, όπως αναφέρει σε ρεπορτάζ της η εφημερίδα «Νέα Σελίδα», το στέλεχος της Siemens Hellas, Ευάγγελος Σέκερης, φέρεται να προσκόμισε στον ειδικό εφέτη ανακριτή κιβώτιο με στοιχεία από τα αρχεία της γερμανικής εταιρίας από τα οποία προκύπτουν πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας, ο κύριος Σέκερης προσκόμισε επιστολή της εταιρείας SAIC με ημερομηνία 31/12/2002 κι η οποία απευθύνεται στον τότε γενικό γραμματέα του υπουργείου Άμυνας, Σπύρο Τραυλό, ενώ παράλληλα κοινοποιείται στους υπουργούς Άμυνας, Γιάννο Παπαντωνίου, και Δημόσιας Τάξης, Μιχάλη Χρυσοχοϊδη, στον αναπληρωτή υπουργό, Ευάγγελο Μαλέσιο καθώς και σε άλλα κυβερνητικά στελέχη αλλά και σε πρόσωπα που είχαν κεντρικό ρόλο στο Αθήνα 2004.
Εκείνο που προκαλεί αίσθηση στη συγκεκριμένη επιστολή έχει να κάνει με το γεγονός πως η εν λόγω εταιρεία απαντά στην πρόσκληση της κυβέρνησης να καταθέσει την τελική προσφορά της -με την απαραίτητη έκπτωση φυσικά- αναφερόμενη στην ανακοίνωση της Επιτροπής Αξιολόγησης και στις επιπρόσθετες προσφορές, που κατέθεσε ανταγωνιστής μετά το τέλος της προθεσμίας. Εκείνο που δεν διευκρινίζεται με σαφήνεια στην επιστολή είναι με ποιον τρόπο η εταιρεία SAIC πληροφορήθηκε την κατάθεση αλλά και το ύψος της προσφοράς που κατέθεσε η ανταγωνίστριά της TRS.
Παράλληλα, ο κύριος Σέκερης παραδέχεται στην κατάθεσή του ότι η προσφορά της SAIC ήταν κατά πολύ χαμηλότερη από εκείνη της TRS ακόμη και μετά το επιπρόσθετο κόστος που ανέλαβε αυτή από κοινού με τη Siemens. Παράλληλα, σε ό,τι αφορά τις ποινικές ευθύνες για τυχόν δωροδοκίες «δείχνει» τα στελέχη του τομέα τηλεπικοινωνιών της Siemens, σημειώνοντας πως οι σχετικές αποφάσεις λαμβάνονταν από το εν λόγω τμήμα τόσο στα κεντρικά γραφεία της εταιρείας στο Μόναχο όσο και στην Αθήνα.
«Πάρτι» με τις μίζες της Siemens καταγράφει αμερικάνικη έκθεση – Μετακύλιαν το κόστος στους πελάτες
Την ίδια στιγμή, αποκαλυπτική σχετικά με τις μίζες που «συνόδευαν» έργα και προμήθειες της Siemens στη χώρα μας είναι αμερικάνικη απόρρητη έκθεση, που βασίζεται σε καταθέσεις υψηλόβαθμων στελεχών της εταιρείας και την οποία φέρνει στο δημοσιότητα η εφημερίδα Documento. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης το ύψος της εκάστοτε μίζας κυμαινόταν μεταξύ 8% και 40%.
Ειδικότερα, στην έκθεση αναφέρεται ότι τα πρότζεκτ ξεκινούν από την υπόθεση του ΟΤΕ, διαπερνούν το C4I και φτάνουν μέχρι την υπόθεση των Patriot και τα συστήματα συγκοινωνιών. Όπως αναφέρει μάλιστα ο Μίχαελ Μπάιερ, business administrator πωλήσεων τηλεπικοινωνιακών φορέων του ICN για τη νότια Ευρώπη, σύμφωνα με τη λογιστική αποτύπωση των στοιχείων της Siemens Hellas σε σχέση με τον ΟΤΕ την περίοδο 2000-2001 το κόστος των προμηθειών ξεπερνούσε τα 20 εκ ευρώ, την ώρα που ο συνολικός τζίρος μετά βίας άγγιζε τα 55 εκ ευρώ. Το ακόμη χειρότερο είναι ότι, όπως αναφέρει στη δική του κατάθεση το επί χρόνια κορυφαίο στέλεχος της Siemens, Βόλφγκαγκ Ρούντολφ, το κόστος καταβολής προμηθειών μετακυλίετο στους πελάτες. Με απλά λόγια, πολλοί από εμάς πιθανότατα πλήρωναν τις μίζες.
Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η κατάθεση του Ράινχαρντ Σίκατσεκ, ο οποίος αποτελεί άλλωστε έναν από τους κεντρικούς μάρτυρες στην υπόθεση της Siemens. Σύμφωνα λοιπόν με την κατάθεσή του ο τότε ισχυρός άνδρας της Siemens Hellas, Δημήτρης Χριστοφοράκος, του ζήτησε ποσό 10-15 εκ ευρώ προκειμένου να καταβληθούν σε προμήθειες σε τέσσερα υπουργεία (Εσωτερικών, Άμυνας, Πολιτισμού κι Επικοινωνιών), βάσει των υποσχέσεων που είχε δώσει.
Επιπλέον, σημειώνει στην κατάθεσή του ότι είδε τον κύριο Χριστοφοράκο να φεύγει από συνάντηση με τον τότε γενικό διευθυντή Τηλεπικοινωνιών της Siemens Hellas, Πρόδρομο Μαυρίδη, σε κεντρικό εστιατόριο της Ζυρίχης κρατώντας τσάντα πιλότου, που περιείχε 2 εκ. ευρώ.
Επιπλέον, ο κύριος Σίκατσεκ αναφέρεται και στην προμήθεια ύψους ενός εκ. ευρώ από τον κύριο Μαυρίδη προς τον τότε διευθυντή της Vodafone, Γιώργο Κορωνιά. Σημειώνει δε πως ο Πρόδρομος Μαυρίδης δεν έδειχνε να ανησυχεί καθόλου για τις συνέπειες των πράξεών του παρά μόνο για την καταβολή των προμηθειών.