Μια μικρή έκθεση φωτογραφιών που δημιουργήθηκαν ειδικά για το εξώφυλλο του βιβλίου θα συνοδεύει την πρώτη παρουσίαση του ιστορικού μυθιστορήματος του Νίκου Ψιλάκη Κι οι θάλασσες σωπαίνουν, που θα γίνει σήμερα, Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2018, στις 7.00 το απόγευμα στη δημοτική αίθουσα της οδού Ανδρόγεω στο Ηράκλειο. Κεντρικό θέμα του έργου είναι η βύθιση του πλοίου Τάναϊς τον Ιούνιο του 1944 ανάμεσα στην Κρήτη και τη Σαντορίνη, που οδήγησε σε τραγικό θάνατο τους ομήρους οι οποίοι ήταν στοιβαγμένοι στ’ αμπάρια του, Έλληνες κρατούμενους, Ιταλούς αντιφασίστες και όλους τους Εβραίους της Κρήτης.
Έχοντας μελετήσει όλα τα διαθέσιμα τεκμήρια (αρχειακό υλικό και μαρτυρίες) ο συγγραφέας ανατέμνει όχι μόνο το τραγικό περιστατικό αλλά και μια ολόκληρη εποχή, την περίοδο 1930 – 1964, παρακολουθώντας τις ζωές των απλών ανθρώπων, εκείνων που βρίσκονται στο περιθώριο της ιστορίας κι εκείνων που οι μαρτυρίες τους δεν καταγράφηκαν ούτε ακούστηκαν ποτέ. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην τελευταία περίοδο της Κατοχής, τότε που η Κρήτη βυθιζόταν κάθε μέρα στον θρήνο. Μέσα σ’ ένα ζοφερό σκηνικό εξακολουθεί να υπάρχει ζωή. Πόνος, συναίσθημα, έρωτας, αγώνας, ελπίδα. Ωστόσο, κανείς δεν γνωρίζει ποια ακατανίκητη δύναμη ώθησε έναν Κρητικό να τραγουδήσει την ώρα που επιβιβαζόταν στο σκάφος το τελευταίο τραγούδι του. Ένα τέτοιο τραγούδι θ’ ακουστεί και στην παρουσίαση. Θα το τραγουδήσει με την εκπληκτική φωνή της η φιλόλογος, πρώην Πρόεδρος της Ένωσης Φιλολόγων Ηρακλείου, Μαρία Φραγκιαδάκη.
Για το βιβλίο θα μιλήσουν:
ο καθηγητής του Παν/μίου Κρήτης Γιώργος Νικολακάκης
ο ερευνητής – συνεργάτης του Ιστορικού Μουσείου Κρήτης Κωστής Μαμαλάκης
και ο συγγραφέας του βιβλίου.
Αποσπάσματα θα διαβάσουν:
η Γεωργία Καρβουνάκη
και η Έφη Ψιλάκη.
Θα συντονίσει ο Ηρακλής Πυργιανάκης.
«…Δεν υπάρχει πιο άμεση ιστορία, νομίζω, από αυτήν που γίνεται βίωμα. Άλλο να μαθαίνεις για κάποιους που έζησαν σε τόπους αλαργινούς ή σε μακρινές εποχές κι άλλο για στενούς συγγενείς σου. Τότε είναι που βλέπεις την ιστορία μπροστά σου, ακούς το ζάλο, την αναπνιά της. Και τον καγχασμό της, νομίζω…»
Το βιβλίο
Ένα από τα πιο σκοτεινά περιστατικά της ναζιστικής εποχής βρίσκεται στο επίκεντρο του νέου ιστορικού μυθιστορήματος του Νίκου Ψιλάκη Κι οι θάλασσες σωπαίνουν που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καρμάνωρ: η βύθιση του πλοίου Τάναϊς, που μετέφερε, κλεισμένους στ’ αμπάρια του, Έλληνες ομήρους, Ιταλούς αντιφασίστες, και όλους τους Εβραίους της Κρήτης.
Ο αφηγητής και ήρωας του μυθιστορήματος επιστρέφει στον γενέθλιο τόπο είκοσι χρόνια μετά και αναζητεί τα ίχνη του πατέρα του, που είχε χαθεί το 1944, και ως αιτία της εξαφάνισης αναφέρεται ο πνιγμός του στο ναυάγιο. Εκείνος αποφασίζει να συνεχίσει το ψάξιμο, σεβόμενος την υπόσχεση προς τη μητέρα του, που θεωρούσε τον άντρα της ακόμη ζωντανό. Μέρα με τη μέρα βρίσκεται αντιμέτωπος όχι μόνο με τα συμβάντα του πολέμου αλλά και με τις συνέπειές τους στις ζωές των ανθρώπων, τις κάθε λογής στοχοποιήσεις κοινωνιών και ατόμων, ακόμη και με τις σιωπές της ιστορίας. Οι παλιές πληγές ματώνουν με την πρώτη ψηλάφησή τους, το παρελθόν εξακολουθεί να καθορίζει το παρόν κι εκείνος – μετανάστης από την τρυφερή ηλικία του – ταλαντεύεται ανάμεσα σε δυο ταυτότητες και σε πολλές εκδοχές των ίδιων γεγονότων.
Ανασκαλεύει τις μνήμες των άλλων, συναντά εφηβικούς έρωτες, περπατά στα σιωπηλά μονοπάτια της ιστορίας και περιπλανιέται στα δρομάκια της Οβριακής, μιας γειτονιάς που άδειασε μέσα σε 45 λεπτά, και οι κάτοικοί της, νέοι, γέροι και 120 παιδιά, χάθηκαν μια καλοκαιρινή νύχτα ανάμεσα στην Κρήτη και τη Σαντορίνη.
Όσο αναδεύει τ’ αποκαΐδια, ξεπηδούν μικρές ιστορίες ανθρώπων. Κάποιας Εσθήρ που κρυβόταν στις ερημιές κι έγραφε ανεπίδοτα γράμματα, κάποιου Σαράντη που βρέθηκε να παλεύει ναυαγός με τα κύματα, κάποιας Ροδαμνής που την κούρεψαν και την πόμπεψαν μετά την απελευθέρωση, κάποιου μουγγού που βρέθηκε μόνος σε ξένο τόπο, κάποιου Έντζο που σκόπευε να προσφέρει δώρο στη Σιλβάνα του ένα ζευγάρι ξυλοπάπουτσα.
Μυθιστόρημα μνήμης
Ο συγγραφέας αναδίφησε τις πηγές, συγκέντρωσε τεκμήρια και προφορικές μαρτυρίες πριν αποφασίσει ν’ αναπλάσει την ιστορία και να παρουσιάσει πλήθος άγνωστων στοιχείων για την βύθιση του Τάναϊς και, παράλληλα, να συνθέσει την κοινωνική τοιχογραφία μιας ολόκληρης εποχής. Όπως και στα άλλα έργα του, ενδιαφέρεται για την καθημερινότητα των ανθρώπων, αφουγκράζεται τις φωνές όσων βρέθηκαν στο περιθώριο της ιστορίας, παρακολουθεί τις ζωές πριν και μετά τον πόλεμο προσπαθώντας ν’ αναπαραστήσει, μαζί με την περιπέτεια των ανθρώπων και των κοινωνικών ομάδων, την περιπέτεια της ίδιας της χώρας.
Η μέχρι πρόσφατα αινιγματική βύθιση του πλοίου Τάναϊς, που οδήγησε στην εξαφάνιση της εβραϊκής κοινότητας της Κρήτης, στην εξόντωση των Ιταλών αντιφασιστών και στην αγωνιώδη αναζήτηση των Ελλήνων θυμάτων, φωτίζεται απ’ όλες τις πλευρές και αναδεικνύονται οι προτεραιότητες που κυριάρχησαν στα παρασκήνια των αντιμαχομένων πλευρών λίγο πριν τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Σε μια εποχή κατά την οποίαν οι ιδέες και οι πρακτικές που οδήγησαν στη μεγάλη περιπέτεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου επανέρχονται επισκιάζοντας τις αξίες του ευρωπαϊκού πολιτισμού, ο συγγραφέας συνθέτει ένα «μυθιστόρημα μνήμης» ρίχνοντας φως όχι μόνο στα ίδια τα γεγονότα αλλά και στις συνέπειές τους πάνω στις ζωές ακόμη και των επόμενων γενεών. Οι περιπέτειες, οι αγώνες και οι αγωνίες των αφανών, οι ψυχικές καταστάσεις, οι αποτυπώσεις στη συλλογική συνείδηση αποτελούν το υπόστρωμα πάνω στο οποίο εκτυλίσσεται η υπόθεση του έργου.
Ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα που μέσα στις σελίδες του η μυθοπλασία βαδίζει πλάι στην ιστορία, τα πραγματικά πρόσωπα διαλέγονται με τα επινοημένα προκειμένου να αναδειχθούν οι μεγάλες αλήθειες που απλώνονται πέρα από τον χρόνο και τον χώρο, ίσως να είναι σημερινές, ίσως παγκόσμιες. Έτσι γιατί ένα ιστορικό μυθιστόρημα δεν μπορεί και δεν πρέπει να συνομιλεί μόνο με τον χρόνο της ιστορίας.