«Αυτό που επιδιώκει η Ν.Δ. είναι μια συντηρητική παλινόρθωση σε ένα χθες που θέλουμε να ξεχάσουμε. Γι’ αυτό και δεν θα τα καταφέρει» αναφέρει ο υπουργός Υγείας.
Ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός μίλησε στην «Εφημερίδα των Συντακτών» και τον δημοσιογράφο Δ. Τερζή εφ’ όλης της ύλης. Για τις εκλογές, τον ΣΥΡΙΖΑ, την εικόνα της κυβέρνησης, το νέο πολιτικό σκηνικό. Ταυτόχρονα κάνει έναν απολογισμό του υπουργείου του τα τελευταία 3 χρόνια και αναλύει τα επόμενα βήματα στη δημόσια Υγεία στη μεταμνημονιακή περίοδο.
• Μπήκαμε ουσιαστικά σε προεκλογική περίοδο. Εγινε ο ανασχηματισμός, γίνονται ήδη οι πρώτες ζυμώσεις, ο πρωθυπουργός θα βγει με ένα γενναίο πακέτο παροχών στη ΔΕΘ. Θεωρείτε πως η κυβέρνηση μπορεί να αντιστρέψει το κακό κλίμα, το οποίο ενισχύθηκε σε ένα σημαντικό βαθμό με την τραγωδία στο Μάτι;
Νομίζω ότι είναι απολύτως αναστρέψιμη η εικόνα. Η αντιπολίτευση δεν κατάφερε να δημιουργήσει κλίμα γενικευμένης κατακραυγής, ειδικά μετά την τραγωδία. Ηταν φανερό ότι «άδραξε την ευκαιρία» και εκμεταλλεύτηκε προκλητικά την κατάσταση ώστε να δημιουργήσει συνθήκες αγριότητας και μίσους προς την κυβέρνηση. Δεν συνέβη αυτό.
Ο κόσμος κατάλαβε ότι αυτή ήταν μια πολύ μεγάλη κρίση, μια πρωτόγνωρη φυσική καταστροφή που δεν μπορούσε κανείς να διαχειριστεί εύκολα και χωρίς απώλειες. Και ότι υπήρχαν διαχρονικές ευθύνες για μια τέτοια τραγική εξέλιξη. Η υλοποίηση της δέσμευσης για κατεδαφίσεις αυθαιρέτων θα επηρεάσει καταλυτικά.
• Ωστόσο η κυβέρνηση φέρει μια δεδομένη φθορά, καθώς εφάρμοσε ένα τρίτο Μνημόνιο. Το κλίμα δηλαδή ήταν ήδη άσχημο…
Σίγουρα η θέση κάποιων πολιτών χειροτέρεψε, όπως οι συνταξιούχοι που έχασαν το ΕΚΑΣ. Υπήρξαν επιβαρύνσεις στην κοινωνία ως αποτέλεσμα του επώδυνου συμβιβασμού. Η κυβέρνηση διαχειρίστηκε ακόμα ένα Μνημόνιο, χωρίς όμως την επιθετικότητα, τον αυταρχισμό, την κοινωνική αναταραχή και τις συγκρούσεις της προηγούμενης περιόδου. Εκανε μια ειλικρινή προσπάθεια να αμβλύνει, όσο ήταν δυνατόν, τις πιο αρνητικές πλευρές. Νομίζω όμως ότι το κρίσιμο σημείο είναι πως στην πορεία μέχρι σήμερα υπήρξε συνεπής ως προς το αφήγημά της.
Η κυβέρνηση τι είπε το 2015; «Εδωσα μια μάχη, δεν κατάφερα να ανατρέψω τους συσχετισμούς στην Ε.Ε., κάνω έναν συμβιβασμό, αποδέχομαι να διαχειριστώ ένα Μνημόνιο, το θέτω στην κρίση του κόσμου και αναλαμβάνω την ευθύνη της εξόδου από αυτό το 2018».
Αυτό ακριβώς έγινε. Ο κόσμος αποφάσισε τον Σεπτέμβρη του ’15 ότι προτιμά να διαχειριστεί αυτή η κυβέρνηση το νέο μνημονιακό πλαίσιο, με μεγαλύτερη εντιμότητα, δικαιότερη κατανομή των βαρών και στήριξη του κοινωνικού κράτους. Νομίζω πως έγινε προσπάθεια σε όλα αυτά τα επίπεδα. Η κυβέρνηση απέδειξε ότι έχει και εντιμότητα και «μεροληψία» υπέρ του κοινωνικού κράτους. Αυτό που σίγουρα μπορεί να συζητηθεί είναι αν τα βάρη κατανεμήθηκαν με τον δικαιότερο τρόπο.
Η ουσία όμως είναι ότι τα μνημόνια είναι παρελθόν, η επιτροπεία τέλειωσε, μπροστά μας είναι μια νέα περίοδος, προφανώς με υποχρεώσεις αλλά και με περισσότερες δυνατότητες ανακούφισης των ανθρώπων, ανάκαμψης της οικονομίας και στήριξης των κοινωνικών δικαιωμάτων. Νομίζω ότι ο κόσμος τα έχει καταλάβει αυτά, ξέρει ότι το παλιό πολιτικό σύστημα χρεοκόπησε τη χώρα και πως αυτή η κυβέρνηση, ναι μεν δεν κατάφερε να απεγκλωβιστεί από τον κλοιό της λιτότητας, αλλά πάλεψε και κατάφερε, με σοβαρότητα και αξιοπιστία, να βγάλει σιγά σιγά τη χώρα από την κρίση.
• Η αντιπολίτευση συχνά σας κατηγορεί για «σκανδαλολογία» και ειδικά στον χώρο της Υγείας με τις υποθέσεις ΚΕΕΛΠΝΟ και Novartis. Εχει δίκιο; Τα σκάνδαλα είναι υπαρκτά ή επικοινωνιακό τρικ;
Για πρώτη φορά υπάρχει μια θεσμική διαδικασία διερεύνησης αυτών των σκανδάλων. Για πάρτι στον χώρο της Υγείας μιλούσαν πολλοί στο παρελθόν, υπουργοί που έλεγαν «θα τα βάλουμε με τα πιράνχας» κ.λπ. Ποτέ, όμως, δεν υπήρξε σοβαρή διερεύνηση, πάταξη της διαφθοράς και προσπάθεια θεσμικής εξυγίανσης. Αυτή η κυβέρνηση τα κάνει πράξη.
Κανείς δεν αμφισβητεί τα σκάνδαλα, απλώς η Ν.Δ. και το ΚΙΝ.ΑΛΛ. τα θυμήθηκαν πολύ αργά. Και μας λένε ότι δεν υπάρχουν πολιτικές ευθύνες γιατί ήταν υπόθεση συναλλαγής φαρμακευτικών με τους γιατρούς. Μόνο που σίγουρα κάποια πολιτικά πρόσωπα και ανώτεροι κρατικοί παράγοντες άφησαν το πεδίο ανεξέλεγκτο. Ή μήπως συμμετείχαν ενεργά στο πάρτι; Να μην το ελέγξουμε; Είναι πολιτική δίωξη αυτό; Η πολιτική ευθύνη είναι πασιφανέστατη και έχει πολιτικά ονοματεπώνυμα. Αν θα υπάρξει τελεσίδικη καταδίκη πολιτικών προσώπων ή άλλων κρατικών λειτουργών, αυτό είναι θέμα καθαρά των ελεγκτικών αρχών και της Δικαιοσύνης.
• Ας έρθουμε λίγο στον ΣΥΡΙΖΑ. Καιρό τώρα ακούγονται πολλά για τη σχέση κόμματος-κυβέρνησης. Πως δεν υπάρχει ουσιαστική επαφή μεταξύ τους και πως το κόμμα έχει χάσει μέρος από την επιρροή που ασκούσε στον κόσμο. Η δική σας εκτίμηση για όλα αυτά ποια είναι;
Αυτή η περίοδος ήταν για τον ΣΥΡΙΖΑ μια πρωτόγνωρη διαδικασία ανάληψης ευθυνών διακυβέρνησης της χώρας σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Ηταν τιμή για τον ΣΥΡΙΖΑ και την Αριστερά που η κοινωνία τον εμπιστεύτηκε. Θεωρώ πως υπάρχει κόσμος που έχει απογοητευτεί καθώς υπήρξαν μεγαλύτερες προσδοκίες απ’ ό,τι ήταν ρεαλιστικό να συμβεί.
Κάποιοι «ξεχνούν» το 1ο εξάμηνο του 2015 και κυρίως τις δεσμεύσεις του Σεπτέμβρη και μένουν στις εξαγγελίες πριν από τις εκλογές του Γενάρη. Μόνο που αυτές προϋπέθεταν την ακύρωση των μνημονίων, η οποία δεν συνέβη. Ολο αυτό το διάστημα ο ΣΥΡΙΖΑ βίωσε μια βίαιη ωρίμανση. Η σχέση κυβέρνησης-κόμματος-κοινωνίας ήταν σε διαρκή μεταβολή και επαναδιαπραγμάτευση.
• Προσγειώθηκε στην πραγματικότητα δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ;
Αντικειμενικά, υπήρξε μια ανώμαλη προσγείωση στη μνημονιακή πραγματικότητα. Αλλά για να απαντήσω στην προηγούμενη ερώτηση, ειλικρινά δεν νομίζω ότι υπήρξε μια συνειδητή προσπάθεια από την κυβέρνηση παραγκωνισμού ή απαξίωσης του κόμματος. Θεωρώ ότι το επόμενο διάστημα θα υπάρχουν οι διεργασίες εκείνες που θα αποκαταστήσουν αυτή τη σχέση, ώστε το κόμμα να έχει τον ρόλο του συλλογικού φορέα που αναδεικνύει κοινωνικές ανάγκες και θέτει πολιτικές προτεραιότητες. Αυτό, νομίζω, συμβολίζει και η επιλογή του Πάνου Σκουρλέτη. Είναι μια κίνηση που αναβαθμίζει τον πολιτικό ρόλο του κόμματος.
Πρέπει επίσης να τονίσουμε εδώ ένα ιστορικό παράδοξο: Για πρώτη φορά μια κυβέρνηση δεν έχει πίσω της ένα μαζικό κόμμα με εκτεταμένα πελατειακά δίκτυα και εκλογικούς μηχανισμούς σε όλη τη χώρα, με επιρροή στην Αυτοδιοίκηση, στα συνδικάτα, στους παραγωγικούς φορείς, στα ΜΜΕ, στο κατεστημένο. Κάτι σημαίνει αυτό.
• Υπάρχουν δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών που επιχειρούν να ταυτίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ με το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου. Θεωρείτε πως θα εξελιχτείτε σε «αντικαταστάτη» εκείνου του ΠΑΣΟΚ, με δεδομένο και το άνοιγμα στην Κεντροαριστερά; Υπάρχει ζήτημα ιδεολογικής αλλοτρίωσης εδώ;
Δεν μπορούμε να μιλάμε με ξεπερασμένους όρους. Αυτή η κρίση προκάλεσε έναν μεγάλο μετασχηματισμό στο πολιτικό σύστημα. Το ΠΑΣΟΚ που τις δύο πρώτες τετραετίες έδωσε δείγματα γραφής στην κοινωνική πολιτική, μετατράπηκε σε εξουσιαστικό κόμμα και εκδήλωσε όλες τις παθογένειες και τις στρεβλώσεις μιας καθεστωτικής μετάλλαξης. Γι’ αυτό και ο κόσμος το «συρρίκνωσε» πολιτικά.
Αρα, εμείς γιατί να αναζητήσουμε κάτι από την αίγλη ενός κόμματος που έχει περιθωριοποιηθεί ιστορικά; Πόσο μάλλον σήμερα, που το ΚΙΝ.ΑΛΛ. έχει ένα σοβαρό πρόβλημα στρατηγικής μπροστά στον νέο διπολισμό που έχει αναδυθεί: από τη μια η δημοκρατική και ευρωπαϊκή Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν είναι ούτε Κέντρο ούτε Κεντροαριστερά, και από την άλλη η γνωστή συντηρητική Δεξιά με μπόλικη δόση νεοφιλελευθερισμού και ακροδεξιάς ρητορικής. Το στοίχημα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην αναδιάταξη του αριστερού-προοδευτικού πόλου και στις προκλήσεις της μεταμνημονιακής περιόδου, διατηρώντας το αξιακό του φορτίο.
• Μιλήσατε για ακροδεξιά ρητορική της Ν.Δ. Τι εννοείτε;
Η Ν.Δ. «παίζει» αυτή την περίοδο με τα πιο συντηρητικά αντανακλαστικά της κοινωνίας. «Παίζει» με τις φοβίες μπροστά στα σύγχρονα φαινόμενα της μαζικής μετανάστευσης, της μητροπολιτικής βίας, της παραβατικότητας, που έχουν διεθνή χαρακτήρα και απασχολούν όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Είναι ένα κράμα» νεοφιλελεύθερης αντίληψης που απεχθάνεται κάθε τι κοινωνικό, μισαλλόδοξης και εθνικιστικής λογικής και, φυσικά, σκληρής πελατειακής κουλτούρας. Αυτό που επιδιώκει η Ν.Δ. είναι μια συντηρητική παλινόρθωση σε ένα χθες που θέλουμε να ξεχάσουμε. Γι’ αυτό και δεν θα τα καταφέρει.
Το έργο και οι στόχοι του υπουργείου Υγείας
• Στη Θεσσαλονίκη πριν από λίγες μέρες προχωρήσατε σε έναν δημόσιο απολογισμό των πεπραγμένων σας. Είστε το πρώτο υπουργείο που το κάνει αυτό. Ποιο είναι το σκεπτικό σας;
H διαδικασία του δημόσιου απολογισμού είναι μια καινοτομία που έχουμε εγκαινιάσει στο υπουργείο Υγείας από το 2017. Ξεκίνησε με τους διοικητές των Υγειονομικών Περιφερειών και τους προέδρους των εποπτευόμενων φορέων του υπουργείου (ΕΟΠΥΥ, ΕΟΦ, ΕΚΑΒ, ΕΟΜ, ΕΚΕΑ κ.λπ.) οι οποίοι καλούνται στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων και παρουσιάζουν τον απολογισμό του έργου τους στους βουλευτές.
Συνεχίστηκε με τον απολογισμό των διοικητών των νοσοκομείων στις τοπικές κοινωνίες. Τώρα, για πρώτη φορά, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου στο σύνολό της κάνει το ίδιο απέναντι στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, στα συνδικάτα, στους συλλόγους ασθενών, στους πολίτες. Ο δημόσιος απολογισμός είναι μια μορφή κοινωνικού ελέγχου, μια δημοκρατική διαδικασία κατά την οποία αναδεικνύονται προβλήματα και ελλείψεις, αλλά δίνονται και απαντήσεις. Η κριτική από τη σκοπιά της υπεράσπισης της δημόσιας περίθαλψης για εμάς είναι καλοδεχούμενη και τη σεβόμαστε. Αυτό που δεν δεχόμαστε είναι η ισοπεδωτική και ανεύθυνη καταστροφολογία, που λέει ότι «το σύστημα Υγείας καταρρέει», «η χώρα είναι ανοχύρωτη» και άλλα παρόμοια παντελώς ανυπόστατα.
• Ποια πράγματα θεωρείτε ότι πετύχατε τα τελευταία τρία χρόνια;
Κατ’ αρχάς, διασφαλίσαμε ένα δικαίωμα που είχε χαθεί την περίοδο της κρίσης. Την καθολική κάλυψη και την ελεύθερη πρόσβαση περίπου 3 εκατ. ανασφάλιστων πολιτών που είχαν βρεθεί αποκλεισμένοι από το δημόσιο σύστημα Υγείας. Αυτό ήταν η πρώτη μας πολιτική προτεραιότητα. Είναι στα όρια της φαιδρότητας οι απόψεις που λένε ότι αυτή η ανάγκη είχε αντιμετωπιστεί πριν. Ο κόσμος γνωρίζει ότι υπήρχε αποκλεισμός, υπήρχαν εμπόδια και βεβαιωμένα χρέη ανασφάλιστων ανθρώπων στις εφορίες, ύψους 28 εκατ. ευρώ, τα οποία εμείς διαγράψαμε.
Το δεύτερο που πετύχαμε ήταν η επιβίωση της δημόσιας περίθαλψης. Υπάρχει πλέον ευστάθεια, εξυγίανση στα οικονομικά των νοσοκομείων, αισθητή βελτίωση στις παρεχόμενες υπηρεσίες και σταδιακή κάλυψη των κενών σε προσωπικό. Θυμίζω ότι από το 2010 μέχρι το 2015 είχαν «παγώσει» οι προσλήψεις. Σαφώς και δεν έχουν καλυφθεί όλες οι ανάγκες, υπήρξε, όμως, μια ένεση ανθρώπινου δυναμικού που διασφάλισε την ανάταξη του ΕΣΥ και απέτρεψε το μπλακ άουτ που ήταν προ των πυλών. Οι εργαζόμενοι συνέχισαν να βάζουν πλάτη, παρά τα πολλά προβλήματα, επειδή πήραν το σήμα πως η κατρακύλα σταμάτησε. Το 2015 σταμάτησαν οι περικοπές στις δαπάνες Υγείας και από το 2016 έχουμε για πρώτη φορά περισσότερες προσλήψεις σε σχέση με τις αποχωρήσεις.
Το τρίτο είναι η συστηματική προσπάθεια ηθικοποίησης. Στην Υγεία υπήρχαν διαχρονικές παθογένειες και στρεβλώσεις. Οφείλαμε να ανοίξουμε ένα σοβαρό μέτωπο. Αυτή η προσπάθεια βρίσκεται στο ξεκίνημά της. Εχουμε απολύσει γιατρούς για «φακελάκι». Εχουμε στείλει το μήνυμα ότι δεν υπάρχει ατιμωρησία. Στόχος μας δεν είναι να ενοχοποιήσουμε τους πολιτικούς μας αντιπάλους. Ούτως ή άλλως, έχουν ακέραιη την πολιτική ευθύνη. Στόχος είναι η θεσμική εξυγίανση ώστε να μη διαιωνίζεται η διαφθορά.
Το τέταρτο είναι το ζήτημα των μεταρρυθμίσεων. Οχι με τη νεοφιλελεύθερη λογική αλλά με αυτήν της κάλυψης των κοινωνικών αναγκών. Μια τέτοια μεταρρύθμιση είναι η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Αυτό ήταν το μεγάλο κενό στο ΕΣΥ. Το νέο μοντέλο οργανώνεται σταδιακά, αναπτύσσονται οι δομές (ΤΟΜΥ) παρά τις δυσκολίες στην κάλυψη των ιατρικών θέσεων. Είναι ένα μεγάλο στοίχημα να δώσουμε στους νέους γιατρούς το μήνυμα ότι υπάρχει σχέδιο για την επόμενη μέρα, για την ανάπτυξη του συστήματος Υγείας, για αξιοπρεπή επιστημονική και επαγγελματική προοπτική στη χώρα μας.
• Η επόμενη μέρα μετά τα μνημόνια τι μπορεί να φέρει στη δημόσια Υγεία;
Θέλουμε να υλοποιήσουμε την πολιτική της καθολικής κάλυψης μέσα από ένα νέο δημόσιο σύστημα Υγείας, με περισσότερους πόρους, το οποίο θα διευρύνει την παρουσία του σε όλα τα επίπεδα, από την πρωτοβάθμια μέχρι τη μετανοσοκομειακή φροντίδα. Το ΕΣΥ διεκδικεί πλέον περισσότερο ζωτικό χώρο στις υπηρεσίες Υγείας. Στόχος μας είναι να εξαλείψουμε τις ανισότητες που υπάρχουν σήμερα τόσο σε σχέση με το κόστος όσο και με τη δυσκολία του συστήματος Υγείας να ανταποκριθεί στις αυξανόμενες ανάγκες.
Ενα πρώτο μέτρο που δρομολογούμε είναι η κατάργηση της μνημονιακής επιβάρυνσης του ενός ευρώ ανά συνταγή. Μελετούμε επίσης την εισαγωγή εισοδηματικών κριτηρίων και κριτηρίων χρονιότητας στην ανάγκη φαρμακευτικής αγωγής και με βάση αυτά να μειώσουμε ή να μηδενίσουμε τη συμμετοχή των πολιτών στα φάρμακα.
Παράλληλα, στην οδοντιατρική φροντίδα έχουμε προβλέψει για πρώτη φορά, από το 2019, ο ΕΟΠΥΥ να αγοράζει υπηρεσίες από ιδιώτες οδοντιάτρους. Σε πρώτη φάση αυτό θα αφορά προληπτικές και θεραπευτικές παρεμβάσεις στον παιδικό πληθυσμό.