«Προφανώς όποιος έχει έστω και έμμεση εμπλοκή έχει ένα μερίδιο ευθύνης. Αλλά η ευθύνη αυτή πολλές φορές είναι κάτι που πρέπει να το δούμε συγκροτημένα, ακριβώς για να μην ξανασυμβεί κάτι τέτοιο», δήλωσε ο αρμόδιος για τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου, υπουργός Επικρατείας, βουλευτής Α’ Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ, Χριστόφορος Βερναρδάκης, στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM», για την κινητοποίηση του κρατικού μηχανισμού στις πυρκαγιές στην Αττική.
«Ό,τι και να λέμε, ακόμη κι ήταν η καλύτερη κρατική μηχανή, ακόμη κι αν φτάσαμε στα όρια των ανθρωπίνων δυνατοτήτων, όλα δεν έχουν καμιά σημασία όταν έχεις 90 νεκρούς», επισήμανε ο κ. Βερναρδάκης, καταλογίζοντας στην αξιωματική αντιπολίτευση ότι κινείται στη λογική του «πατάμε επί πτωμάτων, στην κυριολεξία πια, για να ξαναγυρίσουμε στην εξουσία και να κάνουμε τα ίδια».
«Δεν είδα καμία παραίτηση το 2007 και ανάληψη πολιτικής ευθύνης, δεν είδα καμία παραίτηση με τη Ρικομέξ και τα κτίρια, τα οποία ήταν σάπια σε ολόκληρες γειτονικές του Λεκανοπεδίου, δεν είδα παραίτηση για τον τρόπο που χτιστήκανε τα ρέματα, μπαζώθηκαν οι θάλασσες στη Δυτική Αττική και την κάνανε την πίσω αυλή της Αττικής. Δεν είδα καμία παραίτηση, ούτε από δημάρχους, ούτε από συστήματα εξουσίας, ούτε από τους βουλευτές κι από πρωθυπουργούς ακόμη. Αυτή είναι μία συζήτηση, η οποία είναι πάρα πολύ άχαρη, γιατί γίνεται πάνω στον πόνο πολλών ανθρώπων», παρατήρησε ο υπουργός.
«Αν θεωρούμε ότι η πολιτική ευθύνη γίνεται απολύτως προσωποποιημένη ευθύνη και πρέπει να οδηγεί σε παραιτήσεις, αν μπούμε σε αυτή τη συζήτηση, πρώτοι θα έπρεπε να παραιτηθούν περίπου το 1/3 των βουλευτών της σημερινής Βουλής. Αυτό θα ήταν μία πράξη που θα έδειχνε πραγματικά μία εντιμότητα σε αυτή την πολιτική θέση, θα έδειχνε μία στάση ευθύνης, διότι εδώ έχει συντελεστεί ένα ζήτημα που αγγίζει πολλές δεκαετίες, έχει πάρα πολλές πλευρές -και οικονομικές πλευρές. Να μην βάλλεται ένας άνθρωπος, ο οποίος είναι 44 ετών και έχει φορτωθεί όχι μόνο τις πολεοδομικές, χωροταξικές αδυναμίες της πολιτικής προστασίας, τις αδυναμίες πυρόσβεσης, αλλά και το οικονομικό έγκλημα που έχει συντελεστεί απέναντι στη χώρα, αλλά και το έγκλημα στο κοινωνικό κράτος».
Σε ό,τι αφορά τον κυβερνητικό σχεδιασμό για την αναδιαμόρφωση και αναβάθμιση της Πολιτικής Προστασίας, ο κ. Βερναρδάκης διευκρίνισε: «Είχε ήδη ξεκινήσει μία δουλειά για την αναβάθμιση της Πολιτικής Προστασίας με βάση τα σύγχρονα δεδομένα –τα τεχνολογικά, τα κλιματικά κ.ο.κ. Είναι γεγονός ότι εδώ μας χρειάζεται ένα εργαλείο διοικητικό και πολιτικό, το οποίο να αναβαθμίσει την πολιτική προστασία σε αυτό που πρέπει να είναι σήμερα. Στην Ελλάδα υπάρχει μια πολιτική προστασία σήμερα, η οποία κατά κάποιον τρόπο λειτουργεί σε συνθήκες κανονικών κρίσεων, αλλά όχι ασύμμετρων. Η κλιματική αλλαγή μπορεί πια να επιφέρει τέτοιες πυρκαγιές -δυστυχώς το είδαμε στο Μάτι- μέσα σε οικιστικό χώρο και μάλιστα πυκνοδομημένο. Αυτό είναι μία καινούρια πραγματικότητα, που πλέον η πολιτική προστασία πρέπει να λάβει πολύ σοβαρά υπόψη».
«Χρειάζεται», εξήγησε ο υπουργός, «ένα καινούριο πολιτικό και διοικητικό εργαλείο και αυτή τη δουλειά θα κάνουμε αυτές τις ημέρες, για να εισηγηθούμε με ποιον τρόπο θα ενοποιηθεί καταρχήν το επιστημονικό ερευνητικό κομμάτι, το οποίο έχει τα ινστιτούτα, το αστεροσκοπείο, τον Δημόκριτο, που έχουν επιστημονικά δεδομένα παρατήρησης κλιματολογικών συνθηκών, προβλέψεων, που πρέπει να ενταχθούν οργανικά στη λειτουργία αυτού του Οργανισμού».
Σε ό,τι αφορά το επιχειρησιακό κομμάτι, ο κ. Βερναρδάκης σημείωσε: «Το κράτος δεν μπορεί ποτέ να πει ότι έφτασε στα όρια του, πρέπει να είναι έτοιμο να σώσει τις ανθρώπινες ζωές σε οποιεσδήποτε συνθήκες και αν είναι αυτές, τις πιο απίθανες, δύσκολες, φανταστικές, κινηματογραφικές. Πρέπει βέβαια να έχουμε και έναν πολιτικό επικεφαλής που να μπορεί να παίρνει απόφαση, να συνδέει όλα αυτά τα πράγματα. Ο ρόλος μας είναι να δούμε αυτές τις μέρες με μία πολύ συντεταγμένη μελέτη τι υπάρχει σε άλλες χώρες, τι πρωτόκολλα μπορούν να δημιουργηθούν, ώστε να πάμε σε ένα διοικητικό εργαλείο αναβαθμισμένο, αλλά ουσιαστικά και όχι να πάρουμε μία γραμματεία να την κάνουμε υπουργείο, αλλά να έχουμε τα μέσα, τις υποδομές, το ανθρώπινο δυναμικό. Σήμερα, η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας είναι μία υπηρεσία με 20 ανθρώπους. Είκοσι άνθρωποι όσο καλοί και να είναι δεν μπορούν να διαχειριστούν τέτοιας τάξεως ζητήματα που αντιμετωπίζουμε»
ΑΠΕ-ΜΠΕ