Η ΥΓΕΙΑ είναι έννομο αγαθό υψίστης σημασίας που προστατεύεται από το Σύνταγμα και ειδικούς νόμους. Επίσης προστατεύεται από το ευρωπαϊκό ενωσιακό δίκαιο, και υπό την έννοια της κοινωνικής προστασίας, προστατεύεται ακόμη και από την Οικουμενική Διακήρυξη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Το αυτό ισχύει και για το έννομο αγαθό της εργασίας και ειδικότερα για το έννομο αγαθό της «προστασίας από την ανεργία».
Με τούτη την προδιάθεση, χρήσιμα είναι να λεχθούν τα εξής:
Ο διεθνής νομικός και πολιτικός πολιτισμός, εγκαθιδρύει ως ύψιστο έννομο αγαθό την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Αφού δε το παρόν κείμενο συνδέσει αρρήκτως την αξιοπρέπεια του ανθρώπου με τα δύο προαναφερόμενα έννομα αγαθά, ήτοι εκείνο της υγείας και εκείνο της εργασίας, γίνεται αναφορά στο άρθρο 8 της Οικουμενικής Διακήρυξης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθώς και στα άρθρα 6 και 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όπου σύμφωνα με τα άρθρα αυτά: καθένας έχει ΔΙΚΑΙΩΜΑ να προσφύγει στη ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ για να υπερασπισθεί τα δικαιώματά του, τα έννομα αγαθά που τον αφορούν.
Στην εσωτερική έννομη τάξη, πέραν της διάκρισης των εξουσιών και της αναγνώρισης ως αυτοτελούς λειτουργίας της Δικαιοσύνης, καθιερώνεται η έννομη προστασία προσφυγής στη Δικαιοσύνη (βλ. παρ. 2 του άρθρου 20 του Συντάγματος). Επίσης:
Η ένταξη της Ελλάδας στο Συμβούλιο της Ευρώπης και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρέχει το δικαίωμα στο άτομο-πολίτη, να προσφύγει στα υφιστάμενα δικαιοδοτικά Όργανα του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου, ενώ και κατά το μέρος που αφορά στην ενωσιακή έννομη τάξη, ο εσωτερικός Δικαστής του κράτους-μέλους μπορεί να παραπέμψει για προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπόθεση που εκδικάζεται ενώπιον του.
Τα προαναφερόμενα, τα οποία οφείλουν να γνωρίζουν οι πολίτες και όχι μόνο οι νομικοί, τα θεωρώ ως αναγκαία προϋπόθεση, προκειμένου να εστιάσω και στα παρακάτω ζητήματα.
Ήδη, εφόσον αναφερόμαστε σε προσφυγή στα Δικαστήρια και σε Δικαστική Προστασία, υπ’ όψιν ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προστατεύει δύο έννομα αγαθά ταυτοχρόνως, ήτοι εκείνο της εργασίας και εκείνο της υγείας. Έκρινε δε μάλιστα από το Σεπτέμβριο του 2016, ότι: «Η χρησιμοποίηση διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου για την κάλυψη μόνιμων αναγκών στον τομέα των υπηρεσιών υγείας προσκρούει στο δίκαιο της Ένωσης … το δίκαιο της Ένωσης αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία επιτρέπει την ανανέωση των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου για την κάλυψη προσωρινών αναγκών σε προσωπικό, ενώ οι ανάγκες αυτές είναι στην πραγματικότητα μόνιμες».
Θα μπορεί βεβαίως να υπάρξει «αντίλογος», ότι το Σύνταγμα δεν επιτρέπει ανανέωση αυτών των συμβάσεων, όπως (μέχρι τον παρόντα χρόνο) νομολογεί και ο Άρειος Πάγος. Ωστόσο, η ορθή ερμηνεία του συνταγματικού κανόνα για την απαγόρευση ανανέωσης των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου χρόνου, δεν μπορεί να αφορά τις πάγιες και διαρκείς ανάγκες!
Ειδικότερα, στο χώρο της υγείας, όπου συλλειτουργούν τα έννομα αγαθά της ατομικής υγείας αλλά και της δημόσιας υγείας, καθώς και της εργασίας, θα πρέπει ο νομικός της θεωρίας και της πράξης (Δικηγόρος ή Δικαστής), να εστιάζει στο εάν το αντικείμενο που υπηρετεί ο εργαζόμενος είναι πάγιο και διαρκές. Έτσι, εάν ισχύσει η απλουστευτική άποψη: «φύγε εσύ», για «να έρθει κάποιος άλλος», δίδεται η εικόνα ότι: ενώ η εναλλαγή των προσώπων δεν αφορά στο αντικείμενο, καθόσον το αντικείμενο παραμένει το αυτό, ήτοι πάγιο και διαρκές, εκείνος που απομακρύνεται έχει απώλεια θέσης εργασίας και επανέρχεται στην ανεργία, ενώ εκείνος που θα έρθει στη θέση του, θα συνεχίσει να υπηρετεί το ίδιο ακριβώς αντικείμενο το οποίο υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει ο προηγούμενος.
Με τούτα τα δεδομένα, θα πρέπει η κοινή γνώμη να πληροφορηθεί τα εξής:
- το επικουρικό προσωπικό
Ήδη, σε αρκετά Δημόσια Νοσοκομεία της χώρας (αναφέρομαι σχεδόν σ’ όλη την Επικράτεια), επί 6ετία περίπου, υπηρετούν σε κρίσιμα αντικείμενα Δημόσιων Νοσοκομείων, άτομα που έχουν προσληφθεί μέσω ΑΣΕΠ, ως «επικουρικό προσωπικό». Τα άτομα αυτά καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, εξού λόγου και οι συμβάσεις τους ανανεώνονται με τυπικό νόμο.
Είναι απολύτως βέβαιον (υπάρχει δημόσια δέσμευση των Υπουργών κ.κ.Ανδρέα Ξανθού και Παύλου Πολάκη), ότι επιδιώκεται από την Κυβέρνηση μέσω ΑΣΕΠ η μοριοδότηση του συγκεκριμένου προσωπικού, έτσι ώστε πράγματι η κατακτηθείσα εμπειρία και η δεξιότητα τους που αφορά στην εξυπηρέτηση πάγιων αναγκών, να λάβει τέλος μέσω της κάλυψης των θέσεων που ήδη υπηρετούν, με συμβάσεις αορίστου χρόνου.
Αυτή η εκκρεμότητα πρέπει να επιλυθεί, γιατί η παρούσα Κυβέρνηση, θα πρέπει να αποδείξει ότι σέβεται την αντικειμενική πρόσληψη των ατόμων αυτών, που σε τελευταία ανάλυση δεν έχει λάβει χώρα επί των ημερών της.
- οι 4.000 μακροχρόνια άνεργοι
Παραλλήλως, η παρούσα Κυβέρνηση ως έννομη τάξη έδωσε εργασία μέσω του «Ειδικού προγράμματος απασχόλησης 4.000 μακροχρόνια ανέργων στο δημόσιο τομέα της υγείας», σε άτομα που αποκατέστησε από την ανεργία.
Τα άτομα αυτά που προέρχονται πράγματι από την ανεργία, και πράγματι καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες στο χώρο της δημόσιας υγείας, εξ αντικειμένου διατηρούν την προσδοκία ότι θα διατηρήσουν τις θέσεις εργασίες που υπηρετούν. Υπ’ όψιν επίσης ότι τα άτομα αυτά υπηρετούν σε Φορείς Υποδοχής όπως: Γενικά Νοσοκομεία, Κέντρα Υγείας, Πανεπιστημιακά Γενικά Νοσοκομεία, Διοικήσεις Υγειονομικών Περιφερειών για της Κεντρικές τους Υπηρεσίες κλπ, καθώς και σε Φορείς Υγείας όπως: ΕΟΠΥΥ, ΟΚΑΝΑ, ΕΚΑΒ κλπ.
Και για τα άτομα αυτά η παρούσα Κυβέρνηση πρέπει να λάβει μέριμνα ώστε να μην επανέλθουν στην περιδίνηση της ανεργίας, ενώ εξ αντικειμένου υπηρετούν κρίσιμους τομείς πάγιων αναγκών της δημόσιας υγείας.
Σε κάθε περίπτωση, επιβάλλεται να σεβόμαστε τη δημόσια υγεία και την εργασία ως έννομα αγαθά και κοινωνικά δικαιώματα. Θα πρέπει το κράτος Δικαίου να επαναπροσδιοριστεί ως Κοινωνικό Κράτος Δικαίου.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
«επιβάλλεται να σεβόμαστε τη δημόσια υγεία και την εργασία ως έννομα αγαθά και κοινωνικά δικαιώματα»
——————————————–
* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC- EU).