Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, η οποία αποτελεί μέρος της έκθεσης συμμόρφωσης και στην οποία ενσωματώθηκαν οι αποφάσεις του Eurogroup και οι νεότερες εκτιμήσεις για την ανάπτυξη, δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Προβλέπει σημαντική επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης του πραγματικού ΑΕΠ κοντά στο 1% μετά το 2022, σταδιακή επιτάχυνση του πληθωρισμού από 0,9% το 2018 κοντά στο 2% του 2023 και διατήρησή του σε αυτά τα επίπεδα στη συνέχεια. Η μεγέθυνση του ονομαστικού ΑΕΠ μακροπρόθεσμα θα είναι κοντά στο 3%.
Τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις εκτιμάται ότι θα είναι 14 δισ. ευρώ την περίοδο 2018- 2060 εκ των οποίων τα 11,5 δισ. ευρώ θα προέλθουν από ιδιωτικοποιήσεις εκτός εκτός τραπεζών. Δεν προβλέπεται ανάγκη για περαιτέρω ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών σε αυτή τη φάση.
Τα πρωτογενή πλεονάσματα θα ανέρχονται στο 3,5% έως το 2022 και στη συνέχεια θα μειώνονται σταδιακά κατά 0,5% ετησίως. Δηλαδή το 2023 θα περιοριστούν από το 3,5% στο 3% του ΑΕΠ, το 2024 θα υποχωρήσουν στο 2,5% του ΑΕΠ και από το 2025 έως το 2060 θα διαμορφωθούν στο 2,2% του ΑΕΠ.
Τα επιτόκια στις αγορές αναμένεται να διαμορφωθούν στο 4,1% το 2019, στο 5,4% το 2030 και μείωση στο 5,1% το 2060. Μεσοσταθμικά αναμένεται επιτόκιο στο 5,1% (περίοδος 2018- 2060) αντί για 4,9% προηγουμένως.
Το δημόσιο χρέος εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 188% του ΑΕΠ το 2019, στο 169,9% το 2020, στο 136,6% το 2030, ενώ θα έχει μειωθεί στο 127% του ΑΕΠ έως το 2060. Περιλαμβάνεται και δυσμενές σενάριο που αυξάνει το χρέος σε 234,8% του ΑΕΠ το 2060 το οποίο βασίζεται σε πρωτογενή πλεονάσματα στο 1,5% του ΑΕΠ μετά το 2022 αλλά και σε χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης.
Εφημερίδα των Συντακτών