Κύπρος: Αρχαιολογική ανασκαφή ίσως ανακάλυψε το καλύτερα διατηρημένο αρχαίο λιμάνι της Μεσογείου

Το σύνολο των ευρημάτων των ανασκαφών στη θέση Ακρωτήρι-Νησιαρούιν (Dreamer’s Bay), πιθανώς απαρτίζουν ένα από τα καλύτερα διατηρημένα αρχαία λιμάνια στη Μεσόγειο, αναφέρει στην ανακοίνωση για τη λήξη της ανασκαφικής περιόδου το Τμήμα Αρχαιοτήτων.

Το Τμήμα διευκρινίζει ότι η τέταρτη ανασκαφική περίοδος, στη θέση Ακρωτήρι-Νησιαρούιν (Dreamer’s Bay) στην επαρχία Λεμεσού, που έληξε, τελούσε υπό την εποπτεία του Καθηγητή Simon James, και αποτελείτο από επαγγελματίες αρχαιολόγους και προπτυχιακούς φοιτητές του Πανεπιστημίου του Leicester, Τμήμα Αρχαιολογίας και Αρχαίας Ιστορίας, με τη στήριξη απόφοιτων του Πανεπιστημίου Κύπρου.

Σύμφωνα με το ΓΤΠ, οι έρευνες πραγματοποιήθηκαν με την άδεια του Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου και έγκριση της διοίκησης των Βρετανικών βάσεων, καθώς και με τη στήριξη και βοήθεια του RAF Akrotiri, του Defence Infrastructure Organisation και του WSBA Archaeological Society και επιχορηγήθηκαν από το Honor Frost Foundation.

Η ανασκαφή διεξήχθηκε μεταξύ 30 Μαρτίου και 16 Απριλίου 2018 εντός και γύρω από τη θέση Νησιαρούιν (Dreamer’s Bay), στις νότιες ακτές της χερσονήσου του Ακρωτηρίου και όπως και στις προηγούμενες ερευνητικές περιόδους (2015-2017), οι έρευνες επικεντρώθηκαν στα κατάλοιπα λιθόκτιστων κτιρίων που εντοπίστηκαν κοντά στην ακτογραμμή ως αποτέλεσμα της θαλάσσιας διάβρωσης, και τα οποία χρονολογούνται στη Ρωμαϊκή-Παλαιοχριστιανική περίοδο.

Κατά τη φετινή ανασκαφική περίοδο, πραγματοποιήθηκε γεωφυσική έρευνα ώστε να εξακριβωθεί η έκταση των παράκτιων εγκαταστάσεων, και γεωλογική και αρχαιολογική επισκόπηση των λατομείων που βρίσκονται προς τα ανατολικά στην κορυφή των γειτονικών λόφων. Με βάση τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα που έχουν εντοπιστεί μέχρι στιγμής, τα κτίρια αυτά ερμηνεύονται καλύτερα ως λιμενικές εγκαταστάσεις (νεώρια) που θα εξυπηρετούσαν το αρχαίο λιμάνι που θα βρισκόταν στην περιοχή. Το σύνολο των ευρημάτων πιθανώς απαρτίζουν ένα από τα καλύτερα διατηρημένα αρχαία λιμάνια στη Μεσόγειο.

Τα κατάλοιπα είχαν διερευνηθεί και παλαιότερα από το Πανεπιστήμιο του Buffalo και είχαν ερμηνευτεί ως τμήματα Ρωμαϊκής/πρώιμης Βυζαντινής λιμενικής εγκατάστασης που θα εξυπηρετούσαν την ακρόπολη του Κουρίου, που βρίσκεται περίπου 13 χμ στα βόρεια.

Το Τμήμα προσθέτει πως παραμένει να διερευνηθεί το πώς συνδέονταν τα κτίρια αυτά με τα βυθισμένα κατάλοιπα στην παραλία προς τα ανατολικά του χώρου, μεταξύ των οποίων και ένα λιθόκτιστος κυματοθραύστης. Το υφιστάμενο ερευνητικό πρόγραμμα (Ancient Akrotiri Project), που αναμένεται να διαρκέσει πέντε χρόνια, στοχεύει στην πλήρη καταγραφή των κτισμάτων που βρίσκονται στην ακτογραμμή, στη χρονολόγηση και στην ερμηνεία τους, καθώς και στη χρονολόγηση και ερμηνεία του οικοδομήματος στην κορυφή του λόφου το οποίο επιτρέπει άμεση θέαση τόσο προς το λιμάνι όσο και στα παράκτια οικοδομήματα και τα γειτονικά λατομεία.

Κατά τη φετινή ερευνητική περίοδο, έγινε αντιληπτό ότι οι κτιριακές εγκαταστάσεις κατά μήκους της ακτής είναι μεγαλύτερες και πιο περίπλοκες απ’ ότι είχε αρχικά εισηγηθεί. Αρκετά από αυτά φαίνεται ότι διαιρούνται στο εσωτερικό τους σε άλλα δωμάτια, και/ή είναι προσαρτημένα σε υπαίθριους περίκλειστους χώρους στους οποίους υπάρχουν ενδείξεις ανθρώπινης δραστηριότητας καθώς εντοπίστηκαν αβαθή λαξεύματα που περιείχαν καύση, ως πιθανό υπο-προϊόν κάποιας εργαστηριακής κατεργασίας.

Ο προσανατολισμός των κτιρίων είναι κοινός, με τη συνολική κάτοψη να δίνει την εντύπωση ενός μοναδικού, σύντομου οικοδομικού επεισοδίου σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμό και την κατασκευή τους.

Το σύνολο της κεραμικής που εντοπίστηκε σε αυτά εξετάστηκε προκαταρτικά από τη καθηγήτρια Στέλλα Δεμέστιχα του Πανεπιστημίου Κύπρου, χρονολογώντας τα κτίρια από τον δεύτερο αιώνα με συνεχή χρήση μέχρι και τον τέταρτο αιώνα όταν και θα καταστράφηκαν κατά τον σεισμό που ισοπέδωσε το γειτονικό Κούριο γύρω στο 360 μ.Χ.

Οι έρευνες κατά το 2018 συνέχισαν στην περιοχή 8 στα δυτικά των κτιριακών συμπλεγμάτων και στην περιοχή 4, στα ανατολικά και μπροστά από τον κολπίσκο στη θέση Νησιαρούιν (Dreamer’s Bay) όπου ήδη από το 2015 εντοπίστηκε περίπλοκη στρωματογραφία.

Ανάμεσα από τις δύο αυτές περιοχές πραγματοποιήθηκαν δοκιμαστικές τομές για να ελεγχθούν οι γεωφυσικές ανωμαλίες.

Στην περιοχή 8 εντοπίστηκαν επίσης τα κατάλοιπα ενός ακόμη ορθογώνιου κτιρίου, το οποίο διαιρείτο σε διάφορα δωμάτια στο εσωτερικό του και συνόρευε με ανοικτό χώρο στα ανατολικά. Η διάβρωση του εδάφους ήταν τέτοια που δεν επέτρεψε περαιτέρω μελέτη. Δείγματα κεραμικής συλλέγηκαν για περαιτέρω μελέτη.

Στα ανατολικά αυτού του συμπλέγματος, μια δοκιμαστική τομή βάσει γεωφυσικών ανωμαλιών, υπέδειξε την ύπαρξη ενός ακόμη ορθογώνιου κτηρίου, πιθανότατα με υπαίθρια αυλή στη νότια πλευρά, η οποία έχει δεχθεί έντονη διάβρωση από τη θάλασσα.

Στην περιοχή 2 πραγματοποιήθηκαν επιπρόσθετες δοκιμαστικές τομές για να ελεγχθούν οι ανωμαλίες του εδάφους, με αποτέλεσμα το κτίριο 5, το οποίο είχε ερευνηθεί στο παρελθόν, να είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ ότι είχε εισηγηθεί αρχικά, με μήκος που να φθάνει τα 50 μέτρα.

Στα ανατολικά, η περιοχή 4 αποτελείται από ένα περίπλοκο σύστημα τοίχων, επιπέδων χρήσης και καμένες αποθέσεις. Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα κατάλοιπα που ερευνήθηκαν, η περιοχή 4 πιθανότατα καταλαμβάνει τρεις περιόδους χρήσης.

Η αρχική περιλαμβάνει τη θεμελίωση στον φυσικό βράχο, την οποία διαδέχθηκε μια ισχυρότερη λίθινη κατασκευή. Στη διάρκεια των ερευνών του 2017 εντοπίστηκαν σε αυτό το σημείο περίπου 250 κιλά κεραμικών θραυσμάτων από αμφορείς. Αυτό το σύνολο πιθανότατα συσχετίζεται με τις προσπάθειες ανακατασκευής του κτηρίου μετά τις ζημιές που θα προκάλεσε ο σεισμός του τέταρτου αιώνα.

Στην περιοχή 4, το στρώμα καταστροφής είχε απομακρυνθεί κατά την αρχαιότητα για σκοπούς ανοικοδόμησης του κτιρίου με ίδιο προσανατολισμό, αλλά διαφορετικό αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Ως εκ τούτου, τα κατάλοιπα της νεότερης θεμελίωσης που είναι σήμερα ορατά, πιθανώς αντιπροσωπεύουν τη μετά σεισμό περίοδο χρήσης, δηλαδή περί το τέλος του τέταρτου αιώνα.

Μετά και την οριστική εγκατάλειψη του κτιρίου αυτού, τα ευρήματα επιφανείας δηλώνουν χρήση της περιοχής μέχρι και το 600 μ.Χ.

Κατά τη διάρκεια της φετινής έρευνας, πραγματοποιήθηκαν επισκοπήσεις στα αρχαία λατομεία στην κορυφή των γειτονικών πλαγιών. Τα επιφανειακά ευρήματα υποδεικνύουν ότι η χρήση τους πιθανότατα χρονολογείται στη Ρωμαϊκή περίοδο, υπόθεση η οποία θα εξεταστεί το ερχόμενο έτος.

Το πρόγραμμα αποτελεί μέρος μιας κοινής ερευνητικής συνεργασίας με το Πανεπιστήμιο του Southampton, το οποίο ανέλαβε την ενάλια και γεωμορφολογική διερεύνηση, και με εταίρους από τα Πανεπιστήμια Κύπρου και Αθηνών.

Ο απώτερος στόχος της συνεργασίας είναι η κατανόηση της σχέσης του αρχαίου λιμένα με τον σύγχρονο του οικισμό και του ρόλου που έπαιξε η χερσόνησος του Ακρωτηρίου στις θαλάσσιες διαδρομές μεταξύ της νότιας ακτογραμμής της Κύπρου και της ανατολικής Μεσογείου.

ΚΥΠΕ, Φωτογραφίες: ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΥΠΡΟΥ

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί