Περισσότερο από 3.000 χρόνια πριν, στην Αίγυπτο ένας άνδρας με το όνομα Πάνεμπ, ήταν ένας καταξιωμένος τεχνίτης, από μία πόλη που ζούσαν οι περισσότεροι εργάτες, στους οποίους ανέθεταν τη λάξευση των τάφων των Φαραώ. Παρά το ταλέντο του Πάνεμπ, η διεφθαρμένη του φύση και ο τρόπος που κακομεταχειριζόταν τις γυναίκες, του κόστισαν τη δουλειά του.
Ο πάπυρος χρονολογείται από το 1.200 π.Χ. και στην ουσία πρόκειται για την γραπτή καταγγελία ενός άνδρα, του Αμεννάχτ, που απευθύνεται στον αξιωματούχο Χόρι, σχετικά με την συμπεριφορά του Πάνεμπ, επικεφαλής τεχνίτη στο Ντέιρ Ελ Μεντίνα, την κοινότητα τεχνιτών που έχτισαν τους τάφους των Θηβών. Στην καταγγελία αναφέρεται η εικασία πως ο Πάνεμπ έκλεψε τη θέση που κανονικά ήταν κληροδοτούμενη, δωροδοκώντας τον τοπικό αξιωματούχο.
Το περιστατικό με τον τεχνίτη Πάνεμπ δεν είναι άγνωστο, ωστόσο, ο πάπυρος, στον οποίο είναι γραμμένες οι κατηγορίες, επανεξετάστηκε πρόσφατα. Πρόκειται για τον Πάπυρο “Salt 124”, που τον έφερε από την Αίγυπτο ο Henry Salt, και από τον 19ο αιώνα είναι ιδιοκτησία του Βρετανικού Μουσείου.
Καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση
Η αρχαιότερη μετάφραση της ιστορίας χρονολογείται από 1870, όπου περιγράφεται ο τρόπος που “έκλεψε” τη δουλειά του Αμεννάχτ και η απαρίθμηση όλων των αντικειμένων που αφαίρεσε παράνομα από τους βασιλικούς τάφους. Μία λεπτομερέστερη μετάφραση του Jaroslav Černý το 1929 εστίασε στην ανάρμοστη συμπεριφορά και στα παραπτώματα του Πάνεμπ, κάτι που προηγούμενες μελέτες πάνω πάπυρο “Salt 124” δεν είχαν επικεντρωθεί. Ο Πάλεμπ κατηγορήθηκε επίσης ότι έγδυσε μια γυναίκα, τη την Γεγεμουάου, την έσπρωξε σε έναν τοίχο και τη βίασε.
Στο κάτω μέρος του παπύρου με τις κατηγορίες εναντίον του, ως ένα έγκλημα αναφέρεται σωρεία γυναικείων ονομάτων που «αποπλάνησε», δίνοντας μια ιδέα της βαρύτητας που απέδιδαν οι αρχαίοι Αιγύπτιοι στα εγκλήματα της σεξουαλικής παρενόχλησης, σε σύγκριση με την τυμβωρυχία.
Επιπλέον, εικάζεται πως μάλλον χρειάστηκε ένας πολύ μεγάλος αριθμός καταγγελιών γυναικών προκειμένου να ληφθούν σοβαρά υπόψιν οι πράξεις του Πάνεμπ εναντίον τους. Ωστόσο, τηρουμένων των αναλογιών και λαμβάνοντας υπόψιν την θέση των γυναικών την εποχή εκείνη, το γεγονός και μόνο πως οι πράξεις του καταγράφονται ως έγκλημα και ότι τα θύματα κατονομάζονται είναι αξιοσημείωτο.
Πώς αντιμετώπιζαν παρόμοια περιστατικά οι Αιγύπτιοι
Η ιστορικός Carly Silver ανέφερε πως «ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον από όσα αναφέρονται στον πάπυρο έχουν όσα παραλείπονται από αυτόν, δηλαδή το ζήτημα της συναίνεσης, στοιχείο που εγείρει ερωτήματα όχι μόνο για την αρχαία Αίγυπτο αλλά και για τον σύγχρονο κόσμο».
Η χρήση μάλιστα της λέξης «ακολασία» για τον χαρακτηρισμό των πράξεων είναι εξαιρετικά αμφίσημη, καθώς οι αρχαίοι Αιγύπτιοι θεωρούσαν τη μοιχεία, όταν κάποιος από τους συνουσιαζόμενους ήταν παντρεμένος, απαράδεκτη, ενώ δεν υπήρχαν αντίστοιχες προσδοκίες για τους ελεύθερους Αιγυπτίους.
Δεν είναι σαφές το τι ακριβώς συνέβη στον Πάνεμπ από τη στιγμή που ο αξιωματούχος ανέλαβε την υπόθεσή του, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του εγγράφου από το οποίο αντλήθηκαν οι πληροφορίες μας βασίστηκαν στον καταγγέλλοντα Αμεννάχτ που ήταν έξαλλος επειδή είχε χάσει την θέση του.
Αιώνες αργότερα όμως φωτίζει κάπως το πώς αντιμετώπιζε η κοινωνία τους άνδρες που κατείχαν σημαντικές θέσεις εντός της κοινότητάς τους, καθώς επίσης και σημαντικά στοιχεία που βοηθούν στη βαθύτερη μελέτη ενός πολιτισμού που «γέννησε» πολλούς σύγχρονους πολιτισμούς.
Μηχανή του Χρόνου με πληροφορίες από Quartz