Του Δημήτρη Χ. Σάββα
Εφημερίδα «Δράσις». Τέλη Φλεβάρη του 1956. Ίσως να μην υπήρξε ποτέ τόσο καρποφόρα η εργασία του Ωδείου Ηρακλείου, ίσως ποτέ να μην υπήρχαν τόσο αποδοτικά επιτεύγματα. Βέβαια, αυτό δεν αποτελεί υπόθεση κάποιου, απλά αποδείχθηκε στην πράξη από την πρώτη μαθητική συναυλία που έγινε την Κυριακή 26η Φεβρουαρίου 1956 στο θέατρο ‘‘Ηλέκτρα’’. Όλες οι μαθήτριες και οι μαθητές που πήραν μέρος στην επίδειξη παρουσιάστηκαν με άρτια προπαρασκευή και θαυμαστή τεχνική κατάρτιση. Σε σημείο που να νομίζουν οι παρευρισκόμενοι ότι η μουσική μόρφωση υπερέχει αισθητά της μαθητικής επίδοσης. Εξάλλου αυτός είναι και ο σκοπός ενός ωδείου-να εμπνέει τους μαθητές του και να βγάζει νέα ταλέντα με σκοπό τη δημιουργία μουσικού κλίματος στην κοινωνία. Και πράγματι, το Ωδείο Ηρακλείου έδειξε και με το παραπάνω τις προθέσεις του. Ας έρθουμε, όμως, στους μαθητές του Ωδείου, τους μεγάλους αυτούς πραγματικά συντελεστές της πρώτης μαθητικής συναυλίας:
Αξιοπρόσεχτες για την ηλικία τους η Μπούλη Φαμελιάδου και η Κάλια Καλλιατάκη σ’ ένα ακάτρ μαίν. Εξέλιξη, επίσης, θα έχει και η Εύα Μανουσάκη, καθώς φανέρωσε το παίξιμό της σε παιδαγωγικής υφής συνθέσεις. Η Ρένα Γεπεσάκη (πιάνο) βρίσκεται σε πολύ σημαντικές απαρχές. Το ίδιο και η Καιτούλα Βασιλάκη. Η Ευαγγελία Θαλασσινού δίνει πολλές ελπίδες ότι η πρόοδός της θα είναι αλματική. Η Ρένα Τσίκολη ενθουσιάζει με τις καλές μουσικές βάσεις της. Ο Κωνσταντίνος Βασιλάκης (βιολί-συνοδεία Τόλη Τζωρτζάκη) έχει αναμφισβήτητο ισχυρό ταλέντο. Η Ελένη Πριμικύρη σ’ ένα βαλς του Τσαϊκόφσκι μας έδωσε μιαν επαινετή μουσική προσπάθεια. Το Α΄ πρόγραμμα τέλειωσε με τις Σόνια και Τέτα Οικονόμου.
Το Β΄ μέρος (στα σόλα: πιανίστριες και ένας βιολονίστας) ήταν μεστότερο. Και αυτή την μεστότητα εκπροσώπησαν η Ευαγγελία Τσαγκαράκη σε μια σονατίν και η Νίτσα Μοδάτσου σε μια καντσονέττα. Η Ευαγγελία Ξηρουδάκη σε μια σονατίν του Μπετόβεν έδωσε, επίσης, ένα δυνατό παίξιμο. Η Κατερίνα Φαμελιάδου στις συνθέσεις «Φυρ Ελίζ» και «Εκοσσαίζ» του Μπετόβεν φανέρωσε μια γερή μουσική στόφα και έδωσε χρώμα στα συμπαθητικά αυτά «κομμάτια» του μεγάλου μουσουργού. Η Άννα Τσίκολη στο «Μομάν μυζικώ» του Σούμπερτ έδωσε όλη την τρυφερότητα του συνθέτη και στο «Βαλς φαβορίτ» του Μότσαρτ έπαιξε με μιαν αξιόλογη δεξιοτεχνία. Η Χρυσούλα Δημοπούλου σε μια σονάτα του Χάϋδν ερμήνευσε πιστά και με δημιουργικότητα το βάθος και το μπρίο της σύνθεσης. Ξεχώρισαν η Λένια Παπάζογλου σε μια σονάτα του Μπετόβεν για την άψογη ερμηνεία της και η Μαλβίνα Χατζογιάννη μ’ ένα θελκτικό μπετοβενικό κύκλιον μέλος (ροντώ) που το έδωσε με πολλή κατανόηση. Ακολούθησε το παίξιμο του νεαρού βιολονίστα Ευάγγελου Αναστασάκη (με ακομπανιατρίς στο πιάνο την Σόνια Οικονόμου).
Το πρόγραμμα έκλεισε με την ορχήστρα του Ωδείου υπό τη διεύθυνση του κ. Μηνά Τζωρτζάκη (βιολιά: Ε. Αναστασάκης, Κ. Βασιλάκης, Ε. Θαλασσινού, Μ. Μαυρογιάννη, Ν. Ρασιδάκης, Σ. Ψαράκης.-Πιάνο: Μ. Χατζογιάννη.-Φλάουτο: Κ. Μαστοράκης.-Κλαρίνο: Ι. Τζωρτζάκης.-Κορνέττα: Μ. Καπελάκης.-Αρμόνιο: Τόλης Τζωρτζάκης). Πρόκειται για μια προσπάθεια δημιουργική που έχει δώσει ήδη σπουδαία αποτελέσματα και που θα συντελέσει στην εδραίωση του κοινωνικού μουσικού κλίματος που θεωρήσαμε ως την κυριότερη αποστολή του Ωδείου.
Γενικά, το διδακτικό προσωπικό του Ωδείου μας αξίζει πολλά συγχαρητήρια και ξεχωριστά η Διευθύντριά του κ. Ισμήνη Κ. Κοκκινάκη που αποδεικνύεται σήμερα, όχι μόνον εξαίσια καθηγήτρια, αλλά και διοικητικός νους.
Σίγουρα, μεγάλη είναι η προσφορά του Ωδείου Ηρακλείου στην πόλη μας, αλλά και στην κοινωνία του Ηρακλείου ολότελα. Όμως, με αφορμή το σημερινό μου άρθρο, μου δίνεται η ευκαιρία να σταθώ σε τρία ονόματα της ορχήστρας του Ωδείου. Στον Διευθυντή Μηνά Τζωρτζάκη, στον Γιάννη Τζωρτζάκη, ο οποίος έπαιζε κλαρίνο και στον Τόλη Τζωρτζάκη, ο οποίος έπαιζε αρμόνιο. Πρόκειται για τον πατέρα και τους δύο γιους, οι οποίοι πρόσφεραν τόσα πολλά-την ίδια τους την ψυχή-έδωσαν και δίνουν τη ζωή τους στα μουσικά δρώμενα του Ηρακλείου. Ο αγαπητός μου Γιάννης Τζωρτζάκης, χρόνια μαέστρος, διηύθυνε την Φιλαρμονική του Δήμου Ηρακλείου. Ακούραστος, εργατικός, ένας άνθρωπος με τεράστια ψυχικά αποθέματα, με γνώσεις και μεράκι, νους οργανωτικός, πρόσφερε και συνεχίζει να προσφέρει. Θυμάμαι πολλές φορές τον αείμνηστο Δήμαρχο Ηρακλείου, τον Μανόλη Καρέλλη, να χρησιμοποιεί ως παράδειγμα προς μίμηση τον αρχιμουσικό Γιάννη Τζωρτζάκη και ως υπόδειγμα εργαζομένου στο Δήμο μας, το Δήμο Ηρακλείου. Αυτός είναι ο κυρ-Γιάννης που ακόμα και σήμερα τρέχει και ενδιαφέρεται. Βέβαια, η προσφορά της μεγάλης αυτής μουσικής οικογένειας συνεχίζεται με το γιο του, τον αρχιμουσικό Λεωνίδα Τζωρτζάκη, έναν ισοϋψή μουσικό με τους προαναφερθέντες, που υπόσχεται πολλά χάρη στις δεξιότητές του και στη μεγάλη κατάρτιση που τον χαρακτηρίζει. Αυτή είναι η μεγάλη μουσική οικογένεια των Τζωρτζάκηδων-ένα κομμάτι της ιστορίας αυτής της πόλης!