Ανακοίνωση εξέδωσε η Αγωνιστική Συσπείρωση εργαζομένων ΠΑΓΝΗ για την κινητοποίηση στην 7η ΥΠΕ και την στάση εργασίας που πραγματοποίησαν στις 2 Μαρτίου.
Αναλυτικά, στη σχετική ανακοίνωση αναφέρεται:
Απλήρωτοι παραμένουν τους τελευταίους 2 μήνες εργαζόμενοι στην καθαριότητα και την σίτιση σε πολλά νοσοκομεία της χώρας. Στάση εργασίας και παράσταση διαμαρτυρίας πραγματοποίησαν στις 2 Μάρτη δεκάδες εργαζόμενοι σε καθαριότητα και σίτιση μαζί με τα Σωματεία Εργαζομένων του ΠΑΓΝΗ και του Βενιζελείου στη Διοίκηση της 7ης ΥΠΕ διεκδικώντας την πληρωμή των δεδουλευμένων τους και μόνιμη δουλειά.
Για άλλη μια φορά επιβεβαιώθηκε ότι κανένας αγώνας δεν πάει χαμένος, ότι μοναδικό αναντικατάστατο όπλο στα χέρια των εργαζομένων ήταν και είναι ο κοινός συλλογικός αγώνας. Η πίεση τόσο αυτής όσο και προηγούμενων μαζικών κινητοποιήσεων ανάγκασε την κυβέρνηση και την διοίκηση της ΥΠΕ να αναφέρει ότι τα εντάλματα πληρωμής είναι προς υπογραφή από την επίτροπο και ότι από βδομάδα θα κατατεθεί ρύθμιση που θα διασφαλίζει την εργασία των συναδέλφων μέχρι την λήξη των συμβάσεων τους.
Το πρόβλημα με τη μισθοδοσία αυτών των εργαζομένων προέκυψε όταν το Ελεγκτικό Συνέδριο έκρινε ότι υπάρχει πρόβλημα στην εγκυρότητα των νέων ατομικών συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου που υπέγραψαν καθαρίστριες και τραπεζοκόμες με το νοσοκομείο στα τέλη του 2017 μετά από νέα προκήρυξη, αφού η συνολική χρονική διάρκεια των διαδοχικών συμβάσεων τους θα ξεπερνά τους 24 μήνες, κατά παράβαση παλαιότερου προεδρικού διατάγματος (του 2004) και πιο πρόσφατου νόμου (του 2016). Ούτως ή άλλως οι συμβάσεις αυτές μπορούν να εφαρμοστούν μέχρι 31.12.2018 και απαγορεύεται η μετατροπή τους σε συμβάσεις αορίστου χρόνου, όπως άλλωστε ψηφίστηκε και στο πρόσφατο πολυνομοσχέδιο το Γενάρη. Επομένως ακόμη κι αν πληρωθούν τα δεδουλευμένα τους, όλοι αυτοί οι εργαζόμενοι θα αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο απόλυσης μέχρι το τέλος του έτους.
Χρόνια οι εργαζόμενοι αυτοί δούλευαν σε συνθήκες εκμετάλλευσης και τρομοκρατίας αρχικά υπογράφοντας συμβάσεις με εργολάβους. Στις αρχές του 2016 η κυβέρνηση θεσμοθέτησε τις απαράδεκτες ατομικές συμβάσεις μίσθωσης έργου στην καθαριότητα υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας, τις οποίες πολέμησαν δυνάμεις στα σωματεία των νοσοκομείων που συσπειρώνονται στο ταξικό κίνημα. Στα τέλη του ίδιου έτους ψηφίστηκε νομοθετική ρύθμιση (νόμος 4430/2016) που προέβλεπε τη δυνατότητα σύναψης ατομικών συμβάσεων εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου των εργαζομένων σε καθαριότητα, σίτιση και φύλαξη με τα νοσοκομεία με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να θριαμβολογεί περί «απομάκρυνσης των εργολάβων από τα δημόσια νοσοκομεία». Ωστόσο, ακόμη παραμένουν οι εργολάβοι στα νοσοκομεία, πχ. στα πλυντήρια και στην τεχνική υπηρεσία του ΠΑΓΝΗ, αλλά και οι ατομικές συμβάσεις εργασίας έχουν ημερομηνία λήξης και δεν εξασφαλίζουν πλήρη εργασιακά δικαιώματα (π.χ. δεν προβλέπουν πρόσθετη αποζημίωση για νυχτερινά και αργίες), ενώ και ο αριθμός εργαζομένων που προσλαμβάνεται με τέτοιες συμβάσεις είναι πολύ μικρότερος από τις πραγματικές ανάγκες των νοσοκομείων, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η εντατικοποίηση της εργασίας και να δουλεύουν οι εργαζόμενοι σε πολλαπλά πόστα, μεγεθύνοντας τον κίνδυνο μεταφοράς μικροβίων (σε μονάδες και χειρουργεία).
Οι ατομικές συμβάσεις μάλιστα λειτουργούν ως μεταβατικό στάδιο, καθώς ο επόμενος στόχος είναι και η καθαριότητα να ενταχθεί σε Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις (ΚΟΙΝΣΕΠ), ένα επιπλέον βήμα για την ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών και την περαιτέρω καταπάτηση εργασιακών δικαιωμάτων.
Αυτές οι συμβάσεις αναδεικνύουν το τεράστιο πρόβλημα των ελαστικών σχέσεων εργασίας που επεκτείνονται ολοένα και περισσότερο και στα νοσοκομεία. Σύμφωνα με στοιχεία του Πληροφοριακού Συστήματος «Εργάνη», από το Γενάρη του 2017 έως και το Γενάρη 2018 οι ελαστικές σχέσεις εργασίας επικρατούν για μία ακόμη φορά στις νέες συμβάσεις με 54,8%. Ουσιαστικά με τις σχέσεις αυτές εργασίας εντείνεται η εκμετάλλευση των εργαζομένων και ενισχύεται η εργασιακή ανασφάλεια με τη δημιουργία μίας εφεδρείας φτηνού ευέλικτου εργατικού δυναμικού που εναλλάσσεται μεταξύ προσωρινής υπερβολικής εργασίας και ανεργίας χωρίς να επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό. Μόνιμες και μάλιστα διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες των νοσοκομείων καλύπτονται με προσωπικό, που προσλαμβάνεται για την κάλυψη εκτάκτων αναγκών με ατομικές συμβάσεις εργασίας, με μπλοκάκι, μέσω ΟΑΕΔ, ΚΕΕΛΠΝΟ, κλπ. Μάλιστα το Συμβούλιο της Επικρατείας απευθύνθηκε τον περασμένο Μάιο στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκφράζοντας προβληματισμό για τη συμβατότητα των συμβάσεων εργασίας στους τομείς καθαριότητας, σίτισης και φύλαξης με ευρωενωσιακές συνθήκες και το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, καθώς αποσκοπούν στην αντιμετώπιση «απρόβλεπτων ή επειγουσών περιστάσεων», χωρίς να έχουν «χαρακτήρα πάγιας οργάνωσης της δημόσιας υπηρεσίας», χωρίς να καλύπτουν δηλαδή πάγιες ανάγκες.
Η κυβέρνηση και οι Διοικήσεις νοσοκομείων και Υ.ΠΕ. επιχειρούν να μεταθέσουν τις ευθύνες για τα προβλήματα μισθοδοσίας των εργαζομένων στους επιτρόπους του Ελεγκτικού Συνεδρίου που δεν εγκρίνουν τα εντάλματα πληρωμής. Η αλήθεια είναι ότι είναι πολιτική ευθύνη, επιλογή και μνημονιακή δέσμευση τόσο αυτής όσο και προηγούμενων κυβερνήσεων η συνέχιση και επέκταση τέτοιων ευέλικτων μορφών απασχόλησης ως μέσο «ρύθμισης της αγοράς εργασίας» στα πλαίσια «ευθυγράμμισης με διεθνείς και ευρωπαϊκές βέλτιστες πρακτικές» και με τις απαιτήσεις του ΣΕΒ με στόχο τη διευκόλυνση και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας επιχειρηματικών ομίλων που δραστηριοποιούνται και στον κλάδο της υγείας. Τον ίδιο στόχο άλλωστε υπηρετούν και η κατάργηση επί της ουσίας της Εθνικής Γενικής καθώς και κλαδικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, η πρόσφατη διευθέτηση του χρόνου εργασίας των γιατρών, τα εμπόδια στην κήρυξη απεργίας από πρωτοβάθμια σωματεία κ.ά.
Αλλά και οι άλλες δυνάμεις στο σωματείο (ΑΝ.ΔΗ.ΚΙ., ΔΗ.ΣΥ.), ενώ ζητούν να προκηρυχθούν μόνιμες θέσεις εργασίας στα νοσοκομεία, δεν ζητούν συνολική κατάργηση των ελαστικών μορφών εργασίας, αφού άλλωστε και οι προηγούμενες κυβερνήσεις ακολουθούσαν την ίδια πολιτική μείωσης του μισθολογικού κόστους και στήριξης της ιδιωτικοποίησης της υγείας. Αντιτάχθηκαν άλλωστε στην εγγραφή όλων των εργαζομένων με ελαστικές σχέσεις εργασίας στο σωματείο του νοσοκομείου, το οποίο πέτυχε τελικά μετά από μάχη η παράταξή μας. Προσπαθούν να αποδώσουν τα προβλήματα των εργαζομένων σε κακοδιαχείριση και να ενθαρρύνουν τις ελπίδες ότι μια αλλαγή κυβέρνησης θα τα λύσει. Ενώ το ΑΡΜΑ είναι με το μέρος αυτών των συμβάσεων που οδηγούν σε ομηρία, ανακύκλωση της ανεργίας και την είσοδο των εργολάβων με τον μανδύα των ΚΟΙΣEP.
Είναι ανάγκη τώρα οι εργαζόμενοι με κάθε μορφής ελαστικές σχέσεις εργασίας να συσπειρωθούν στο σωματείο, να οργανώσουν την πάλη τους διεκδικώντας:
- Άμεση πληρωμή των δεδουλευμένων των εργαζομένων με ελαστικές μορφές εργασίας
- Καμία απόλυση συμβασιούχου, μόνιμη σταθερή δουλειά για όλους
- Μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού με πλήρη μισθολογικά και ασφαλιστικά δικαιώματα για την κάλυψη των αναγκών των νοσοκομείων
- Αύξηση κρατικής χρηματοδότησης της δημόσιας Υγείας
- Κατάργηση κάθε επιχειρηματικής δράσης στην Υγεία, αποκλειστικά δημόσια δωρεάν υγεία
- Εκδίωξη εργολάβων από τα δημόσια νοσοκομεία
- Ένταξη όλων των εργαζομένων των νοσοκομείων στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα.