Εσωτερικές αντιδράσεις εντός της ΤτΕ φαίνεται ότι έχει προκαλέσει η επιμονή του διοικητή της κεντρικής τράπεζας Γιάννη Στουρνάρα στην προληπτική γραμμή πίστωσης για μετά το τέλος του Μνημονίου. Ο ίδιος, κατά τη χθεσινή ομιλία του στην τακτική γενική συνέλευση των μετόχων, προέκρινε ως βασικό σενάριο τη δημιουργία ενός κεφαλαιακού «μαξιλαριού», το οποίο θα πρέρχεται από τις εξόδους της χώρας μας στις αγορές μέχρι και τον Αύγουστο του 2018, τονίζοντας ωστόσο ότι δεν θα πρέπει να δαιμονοποιείται η προληπτική πιστωτική γραμμή. Όπως είπε, «θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα χρηματοδοτικό δίχτυ ασφαλείας που θα πείθει ότι η χώρα μπορεί να αντιμετωπίσει ενδεχόμενες συγκυριακές αντιξοότητες, που καθιστούν το κόστος χρηματοδότησης μη ανεκτό».
Η δεύτερη αναφορά του σε έκθεση της ΤτΕ (η πρώτη ήταν τον περασμένο Δεκέμβριο) περί προληπτικής γραμμής (τον Δεκέμβριο δεν υπήρχε καν αναφορά στο χρηματοδοτικό απόθεμα ασφαλείας που θα προέρχεται από τις εξόδους) προκάλεσε την έντονη αντίδραση του γ.γ. Δημοσιονομικής Πολιτικής και εκπροσώπου στη Γ.Σ. της τράπεζας Φραγκίσκου Κουτεντάκη αλλά και του διευθύνοντα συμβούλου των ΕΛΠΕ και μέλους του Δ.Σ. της ΤτΕ Γρηγόρη Στεργιούλη.
Επίσημη διαφωνία
Ο Φραγκίσκος Κουτεντάκης τόνισε, μιλώντας στη γενική συνέλευση: «Ως εκπρόσωπος του Ελληνικού Δημοσίου και με πλήρη σεβασμό στην ανεξαρτησία της Τράπεζας της Ελλάδος, θεωρώ υποχρέωσή μου να διαχωρίσω τη θέση της κυβέρνησης από την άποψη που διατυπώνεται στην φετινή έκθεση του διοικητή σχετικά με το ‘προληπτικό πρόγραμμα στήριξης’». Και συμπλήρωσε με νόημα: «Εν όψει της εξόδου της Ελλάδας από το πρόγραμμα, η στρατηγική στόχευση όλων των καλοπροαίρετων πλευρών είναι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία και η διαμόρφωση θετικών προσδοκιών ώστε να εξασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση. Τόσο η ελληνική κυβέρνηση όσο και οι θεσμοί έχουν συμφωνήσει σε επίπεδο Eurogroup ότι η διαδικασία εξόδου θα υποστηριχθεί από τη συσσώρευση ταμειακών διαθεσίμων (cash buffer), μια πρακτική που εφαρμόστηκε με επιτυχία και σε άλλες χώρες κατά την έξοδό τους από παρόμοια προγράμματα».
Ακολούθως, ο ίδιος εκτόξευσε τα βέλη του προς τον κ. Στουρνάρα, αναφέροντας: «Η προσπάθεια ομαλής εξόδου δυσχεραίνει σημαντικά όταν η Κεντρική Τράπεζα της χώρας αμφισβητεί την επάρκεια της συμφωνημένης διαδικασίας και επαναφέρει το αίτημα για ‘προληπτικό πρόγραμμα στήριξης’. Η ανεξαρτησία της Τράπεζας της Ελλάδας είναι απολύτως σεβαστή και θεσμικά κατοχυρωμένη και οι δηλώσεις του κεντρικού τραπεζίτη έχουν βαρύνουσα σημασία καθώς διαμορφώνουν προσδοκίες για την πορεία της χώρας”. Και συνέχισε: «Η συγκεκριμένη θέση για ‘προληπτικό πρόγραμμα στήριξης’, ανεξάρτητα από προθέσεις, δημιουργεί αντικειμενικά αμφιβολίες για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, αυξάνει την αβεβαιότητα και δυσχεραίνει την ομαλή έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα», ενώ κατέληξε: «Για τους λόγους αυτούς εκφράζω τη διαφωνία με την πρόταση για ‘προληπτικό πρόγραμμα στήριξης’ που διατυπώνει η έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Κατά τα λοιπά, και ειδικά όσον αφορά τις οικονομικές καταστάσεις χρήσης, η έκθεση εγκρίνεται».
Αναίτια αβεβαιότητα
Από την πλευρά του, ο κ. Στεργιούλης τόνισε: «Συμμερίζομαι απόλυτα τους προβληματισμούς και την καλοπροαίρετη τεχνική προσέγγιση του κ. διοικητή για την εξέταση, εάν υπάρχει ανάγκη, ενός νέου προληπτικού προγράμματος στήριξης, πρακτικά ενός νέου Μνημονίου, μετά τη λήξη του υπάρχοντος τρίτου προγράμματος του ESM». Ωστόσο, σημείωσε με νόημα: «Υπάρχουν όμως κύκλοι που επενδύουν δυνητικά στην άποψη αυτή, με στόχο τη διαιώνιση του μνημονιακού καθεστώτος και τη συνέχιση της επιτροπείας και της εξάρτησης», συμπληρώνοντας ότι «η πιθανή εκμετάλλευση αυτού του προβληματισμού μπορεί να δημιουργήσει αναίτια αβεβαιότητα στην εθνική προσπάθεια, με κίνδυνο την ακύρωση της πορείας εξόδου από τα Μνημόνια, εν μέσω μάλιστα γεωπολιτικών αναταράξεων στην περιοχή».
“Απόθεμα ρευστότητας”
Κατά τον Γ. Στουρνάρα, «μια τέτοια δικλίδα ασφαλείας είναι το προβλεπόμενο ‘απόθεμα ρευστότητας’, που δίνει τη δυνατότητα να αποφεύγεται η προσφυγή στις αγορές σε περιόδους αστάθειας και αυξημένου κόστους αναχρηματοδότησης», ωστόσο τόνισε ότι δεν θα πρέπει να δαιμονοποιείται και η προληπτική πιστωτική γραμμή. “Η επιτυχής ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος τον Αύγουστο του 2018 θα σηματοδοτήσει το τέλος μιας μακράς περιόδου οικονομικής προσαρμογής, θα επιτρέψει την επάνοδο στην κανονικότητα και μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να αποδειχθεί αφετηρία ταχείας και διατηρήσιμης ανάπτυξης». Ωστόσο, έβαλε στο «κάδρο» και την προληπτική γραμμή , αναφέροντας ότι δεν θα πρέπει να δραματοποιείται.
Ελάφρυνση χρέους
Ακόμη επισήμανε το γεγονός ότι η Ελλάδα διατηρεί τη χαμηλότερη πιστοληπτική διαβάθμιση στην Ευρωζώνη, απέχοντας 5 βαθμίδες από την επενδυτική βαθμίδα, πράγμα που σημαίνει ότι, με τη χώρα εκτός προγράμματος, τα ελληνικά ομόλογα θα παύσουν να γίνονται αποδεκτά ως εξασφαλίσεις για την πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών στη φθηνή χρηματοδότηση που προσφέρει η ΕΚΤ. Με δεδομένο ότι η απόδοση του δεκαετούς ελληνικού κρατικού ομολόγου υπερβαίνει το 4%, έναντι περίπου 2% για την Πορτογαλία και την Ιταλία, γίνεται πιθανός ο κίνδυνος δυσμενών επιπτώσεων στη δυναμική του χρέους. Το πρόβλημα ενδέχεται να οξυνθεί, καθώς οι παράγοντες που διαμόρφωσαν ευνοϊκές συνθήκες κατά το περασμένο έτος φαίνεται ότι αντιστρέφονται. Γι’ αυτό και ζητάει να γίνει το δεύτερο βήμα της ελάφρυνσης του χρέους.
Καθυστερήσεις στην υλοποίηση των συμφωνηθέντων με τους δανειστές και τυχόν αποκλίσεις στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, μη έγκαιρη αποσαφήνιση των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους, αλλά και πιθανές ανοδικές τάσεις στην αγορά ομολόγων με δυσμενείς επιπτώσεις στη δυναμική του χρέους, περιγράφονται ως οι κεντρικοί παράγοντες αβεβαιότητας σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Ερχονται να συμπληρωθούν από το εξωτερικό σκηνικό με πιθανές αναταράξεις λόγω Brexit, προσφυγικού, τεταμένων σχέσεων ΗΠΑ με Β. Κορέα και Ιράν, έξαρσης του λαϊκισμού σε αρκετές χώρες του κόσμου αλλά και πιθανών καθυστερήσεων στην αλλαγή της αρχιτεκτονικής της Ευρωζώνης.
«Παράθυρο» για bad bank άφησε ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας
Την ανάγκη επιτάχυνσης των δράσεων από τις τράπεζες για τη μείωση των κόκκινων δανείων, αφήνοντας ανοιχτό, για πρώτη φορά, το ενδεχόμενο δημιουργίας κεντρικού ή κεντρικών φορέων για τη μεταβίβαση μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων που θα δημιουργηθούν για τον σκοπό αυτό, άφησε ο κ. Στουρνάρας.
Όπως είπε ο ίδιος, μετά τη δημοσίευση των σχετικών κατευθύνσεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα μπορούσε να εξεταστεί το ενδεχόμενο μεταβίβασης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων σε έναν ή περισσότερους κεντρικούς φορείς που θα δημιουργηθούν για τον σκοπό αυτό. Επίσης, οι τράπεζες θα πρέπει να αναθεωρήσουν το επιχειρησιακό τους σχέδιο, δίνοντας έμφαση στην ανάπτυξη νέων εργασιών και στην περαιτέρω περιστολή του λειτουργικού τους κόστους.
Πρόσθετες προβλέψεις, της τάξης των 4 με 5 δισ. ευρώ, θα αναγκαστούν να σχηματίσουν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, λόγω της εφαρμογής του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης 9, σύμφωνα με εκτίμηση της Τράπεζας της Ελλάδος. Στην έκθεση, η ΤτΕ εκτιμά ότι η επίπτωση του IFRS 9 στις τέσσερις συστημικές τράπεζες θα είναι η αύξηση των προβλέψεων κατά περίπου 4 με 5 δισ. ευρώ, ποσό το οποίο θα επιμεριστεί σε διάρκεια πέντε ετών.
Ρεπορτάζ: Γιάννης Αγουρίδης – ΑΥΓΗ