Επιστολή προς το Δήμαρχο Ηρακλείου κ. Βασίλη Λαμπρινό απέστειλε ο Πρόεδρος του ΤΕΕ/ΤΑΚ μετά από ομόφωνη απόφαση της Δ.Ε. κατά τη συνεδρίασή της στις 07.02.2018 με θέμα τη μελέτη της παλιάς πόλης του Ηρακλείου.
Στο κείμενο της επιστολής, σημειώνεται ότι «Στο Ηράκλειο ξεκίνησε εδώ και είκοσι χρόνια μια πρωτοποριακή διαδικασία, η πρώτη μελέτη ανάπλασης σε εφαρμογή του Ν. 2508/97. Η μελέτη ανάπλασης είναι μια πολεοδομική μελέτη, που στόχο έχει να αναθεωρήσει το ισχύον σχέδιο πόλης του 1936 – 58. Το σχέδιο αυτό ανήκει σε μια εποχή, όπου οι πολεοδομικές μελέτες ήταν απλά ρυμοτομικά σχέδια που δεν λάμβαναν υπ’ όψη μια σειρά από παραμέτρους, οικονομικές, κοινωνικές, ιστορικές, πολιτιστικές, περιβαλλοντικές, όπως αυτές γίνονται αντιληπτές σήμερα.».
Τονίζεται επίσης, «ότι εδώ και πάρα πολλά χρόνια στο Ηράκλειο γίνονται έργα, για τα οποία η εκάστοτε Δημοτική Αρχή, ισχυρίζεται ότι εκτελούνται σε εφαρμογή της μελέτης της Παλιάς Πόλης, ενώ στην πραγματικότητα η πολεοδομική μελέτη που αναρτήθηκε από το 2009, παραμένει στην πράξη ανενεργή.
Η περίεργη αυτή κατάσταση, έχει προκαλέσει σύγχυση στην κοινωνία, σχετικά με τον στόχο αυτής της μελέτης ανάπλασης, ακόμα και στην περιοχή της Αγίας Τριάδας όπου κατ’ αποκλειστικότητα προωθήθηκε η έγκριση της πολεοδομικής μελέτης.
Ένας από τους βασικούς παράγοντες της σύγχυσης είναι ότι οι παρεμβάσεις γίνονται από πολεοδομική άποψη, είτε σε χώρο «πολεοδομικού κενού», όσο δεν υπάρχει εγκεκριμένη μελέτη ανάπλασης, είτε σε εφαρμογή του υπό αναθεώρηση σχεδίου πόλης του 1936-58, με σύνταξη και εκτέλεση πράξεων αναλογισμού. Παράλληλα το ιστορικό κέντρο έχει γεμίσει από «κενά» που δεν μπορούν να δομηθούν, ως απόρροια της δέσμευσης των μικρών ακινήτων που δεν είναι δυνατόν να δομηθούν με το ισχύον σχέδιο πόλης, αλλά πιθανά θα μπορούσαν να δομηθούν με την δρομολογημένη τροποποίησή του. Αποτέλεσμα αυτής της δέσμευσης είναι τα «προβληματικά» ακίνητα υπό το ισχύον πολεοδομικό καθεστώς, να μην μπορούν ούτε να ανακατασκευαστούν, ούτε να συντηρηθούν και να ενισχυθούν στατικά, ούτε να επωφεληθούν προγραμμάτων όπως το αναμενόμενο πρόγραμμα εξοικονόμησης ενέργειας, ενώ στην πράξη οι ιδιοκτήτες τους τελούν υπό καθεστώς ανασφάλειας και αβεβαιότητας για την πραγματική αξία της περιουσίας τους. Όλα τα παραπάνω αποτελούν επιπλέον τροχοπέδη της οικοδομικής δραστηριότητας, σε εποχή οικονομικής κρίσης».
Η επιστολή κλείνει αναφέροντας: «Κύριε Δήμαρχε, με την επιστολή μας αυτή σας θέτουμε υπ όψη σας παραμέτρους που θεωρούμε σημαντικές για την αντιμετώπιση και επίλυση του χρονίζοντος προβλήματος. Θεωρούμε ότι είναι ευθύνη του Δήμου Ηρακλείου η προώθηση και επίσπευση της διαδικασίας εξάλειψης των όποιων εμποδίων υπάρχουν στην ολοκλήρωση τόσο της μελέτης παλιάς πόλης όσο και των υπόλοιπων πολεοδομικών μελετών που βρίσκονται σε εκκρεμότητα. Σε αυτή την κατεύθυνση το ΤΕΕ/ΤΑΚ είναι διατεθειμένο να συνδράμει με τον προσφορότερο τρόπο , όπως άλλωστε είναι και θεσμική του υποχρέωση ως σύμβουλος της Πολιτείας.
Επιθυμούμε να μάθουμε τις δικές σας σκέψεις και θεωρούμε σκόπιμο να συζητηθούν αυτά σε μια συνάντηση με σας και με τους αρμόδιους της Δημοτικής Αρχής, σε χρόνο που θα καθορίσετε.»
Το πλήρες κείμενο της επιστολής
Μελέτη ανάπλασης παλιάς πόλης Ηρακλείου.
Κύριε Δήμαρχε,
Στο Ηράκλειο ξεκίνησε εδώ και είκοσι χρόνια μια πρωτοποριακή διαδικασία, η πρώτη μελέτη
ανάπλασης σε εφαρμογή του Ν.2508/1997.
Ο δρόμος ήταν δύσβατος, όπως πάντα συμβαίνει όταν ξεκινάει κάτι για το οποίο δεν
υπάρχουν ακριβείς προδιαγραφές, πόσο μάλλον όταν κάθε ανάπλαση έχει τη δική της
ιδιαιτερότητα, που προκύπτει από τα ιδιαίτερα ιστορικά, χωρικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά
της περιοχής ανάπλασης.
Ωστόσο, υπήρχε ένα όραμα, που σε ένα σημαντικό βαθμό αποτυπώθηκε στην Υ.Α με αριθ.
45145/36 (ΦΕΚ Δ’ 89/12.02.2002) με την οποία εγκρίθηκε η προκαταρκτική πρόταση
ανάπλασης.
Η μελέτη ανάπλασης είναι μια πολεοδομική μελέτη, που στόχο έχει να αναθεωρήσει το
ισχύον σχέδιο πόλης του 1936-58. Το σχέδιο αυτό ανήκει σε μια εποχή, όπου οι πολεοδομικές
μελέτες ήταν απλά ρυμοτομικά σχέδια τα οποία δεν λάμβαναν υπ’ όψη μια σειρά από
παραμέτρους, οικονομικές, κοινωνικές, ιστορικές, πολιτιστικές, περιβαλλοντικές, όπως αυτές
γίνονται αντιληπτές σήμερα.
Στην εγκεκριμένη προκαταρκτική πρόταση ανάπλασης περιλαμβάνονται:
Α. Το Στρατηγικό Σχέδιο Ανάπλασης με στόχους:
1. την ανάδειξη της Παλιάς Πόλης του δήμου Ηρακλείου σε εστία καλλιέργειας γραμμάτων,
πολιτισμού, ελεύθερης σκέψης και διεθνούς συνεργασίας,
2. την προστασία και ανάδειξη των κύριων ιστορικών, λειτουργικών, κοινωνικών,
πολεοδομικών και μορφολογικών χαρακτηριστικών της,
3. τη διατήρηση της χρήσης της κατοικίας, της «γειτονιάς» και ποιοτική αναβάθμιση των
εξυπηρετήσεών της,
4. την απόδοση της Παλιάς Πόλης στον πεζό, στον κάτοικο στον χρήστη, στον επισκέπτη,
με την δραστική μείωση της όχλησης από το Ι.Χ.,
5. την περιβαλλοντική Ανασυγκρότηση της Παλιάς Πόλης,
6. την απομάκρυνση από την εντός των τειχών περιοχή των οχλουσών και ανεπιθύμητων
χρήσεων και αποσυμφόρησή της από ασφυκτιούσες δραστηριότητες που την
υποβαθμίζουν και συμβάλλουν στον υδροκεφαλισμό της,
7. την ποιοτική αναβάθμιση του ιστορικού, εμπορικού, επιχειρησιακού και κοινωνικού
ρόλου της Παλιάς Πόλης.
Β. Η Προκαταρκτική Πρόταση Πολεοδομικού Κανονισμού.
Γ. Ο κατάλογος των προτεινομένων παρεμβάσεων ανά Χωρική Ενότητα της περιοχής
ανάπλασης, όπως αυτές θα εξειδικευτούν κατά το στάδιο της πολεοδομικής μελέτης.
Δ. Η εκτίμηση του κόστους των προβλεπόμενων παρεμβάσεων.
Ε. Το Χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης των έργων.
ΣΤ. Ο καθορισμός του Φορέα Ανάπλασης, που είναι ο Δήμος Ηρακλείου, ο οποίος έχει ήδη για
τον σκοπό αυτό συστήσει Γραφείο με την επωνυμία «Γραφείο Προγραμματικής Σύμβασης
(ΥΠΕΧΩΔΕ -ΥΠΠΟ -Δήμου Ηρακλείου) Παλιάς Πόλης του Ηρακλείου»
Το ΤΕΕ/ΤΑΚ έχει σε πολλές ευκαιρίες τονίσει, ότι τα έργα ανάπλασης δεν είναι μεμονωμένα
έργα σε κοινόχρηστους χώρους, όπως προκύπτει και από τα συμπεράσματα του διήμερου:
«Ανάπλαση αστικών κέντρων – Αστική Διακυβέρνηση» που διοργανώθηκε από το ΤΕΕ/ΤΑΚ το
Φεβρουάριο του 2003, όπου χαρακτηριστικά αναφέρεται: «Η αποσπασματική εκτέλεση έργων, με
αποσπασματική χρηματοδότηση και απροσδιόριστο χρόνο, αντιβαίνουν με τον ίδιο τον ορισμό
της ανάπλασης του Ν. 2508/97. Οτιδήποτε άλλο που γίνεται και αποκαλείται ανάπλαση είναι
απλά έργα περιβάλλοντος, έστω και αν εντάσσονται σε ένα συνολικό σχεδιασμό».
Ωστόσο, εδώ και πάρα πολλά χρόνια στο Ηράκλειο γίνονται τέτοια έργα, για τα οποία η
εκάστοτε Δημοτική Αρχή ισχυρίζεται ότι εκτελούνται σε εφαρμογή της μελέτης της Παλιάς Πόλης,
ενώ στην πραγματικότητα η πολεοδομική μελέτη που αναρτήθηκε από το 2009, παραμένει στην
πράξη ανενεργή.
Η περίεργη αυτή κατάσταση, έχει προκαλέσει σύγχυση στην κοινωνία, σχετικά με τον στόχο
αυτής της μελέτης ανάπλασης, ακόμα και στην περιοχή της Αγίας Τριάδας όπου κατ’
αποκλειστικότητα προωθήθηκε η έγκριση της πολεοδομικής μελέτης.
Ένας από τους βασικούς παράγοντες της σύγχυσης είναι ότι οι παρεμβάσεις γίνονται από
πολεοδομική άποψη, είτε σε χώρο «πολεοδομικού κενού», όσο δεν υπάρχει εγκεκριμένη μελέτη
ανάπλασης, είτε σε εφαρμογή του υπό αναθεώρηση σχεδίου πόλης του 1936 – 1958, με σύνταξη
και εκτέλεση πράξεων αναλογισμού. Παράλληλα, το ιστορικό κέντρο έχει γεμίσει από «κενά» τα
οποία δεν μπορούν να δομηθούν, ως απόρροια της δέσμευσης των μικρών ακινήτων που δεν
είναι δυνατόν να δομηθούν με το ισχύον σχέδιο πόλης, αλλά πιθανά θα μπορούσαν να
δομηθούν με την δρομολογημένη τροποποίησή του.
Αποτέλεσμα αυτής της δέσμευσης είναι τα «προβληματικά» ακίνητα υπό το ισχύον
πολεοδομικό καθεστώς, να μην μπορούν ούτε να ανακατασκευαστούν, ούτε να συντηρηθούν και
να ενισχυθούν στατικά, ούτε να επωφεληθούν προγραμμάτων όπως το αναμενόμενο
πρόγραμμα εξοικονόμησης ενέργειας, ενώ στην πράξη οι ιδιοκτήτες τους τελούν υπό καθεστώς
ανασφάλειας και αβεβαιότητας για την πραγματική αξία της περιουσίας τους. Όλα τα παραπάνω
αποτελούν επιπλέον τροχοπέδη της οικοδομικής δραστηριότητας, σε εποχή οικονομικής κρίσης.
Κατά την άποψη μας, η έλλειψη Φορέα Ανάπλασης, που θα μπορούσε να συντονίζει τις
δράσεις, να ενημερώνει και να εξασφαλίζει τη συμμετοχή των πολιτών και των τοπικών φορέων
στη λήψη των αποφάσεων, αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την υλοποίηση της
ανάπλασης.
Στα συμπεράσματα του ίδιου διήμερου που προαναφέραμε, περιλαμβάνεται σχετικά:
«Κρίσιμος είναι ο ρόλος και η επάρκεια του φορέα ανάπλασης, ο οποίος πρέπει να είναι σε θέση
να διαχειρίζεται συνολικά το θέμα του προγράμματος ανάπλασης, να παίρνει τις πρωτοβουλίες
της διαβούλευσης του οριζόντιου συντονισμού μεταξύ των τοπικών φορέων, όπως επίσης και να
παρακολουθεί την υλοποίηση του. Η διαβούλευση αυτή, υποχρεωτική συνιστώσα στη διαδικασία
ανάπλασης, δεν είναι θεσμοθετημένη με τρόπο τέτοιο που να διευκολύνει και να οδηγεί τους
φορείς ανάπλασης και αυτό είναι κάτι που πρέπει να γίνει άμεσα και για λόγους εναρμόνισης με
τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες».
Κύριε Δήμαρχε, με την παρούσα επιστολή σας θέτουμε υπ’ όψη παραμέτρους που
θεωρούμε σημαντικές για την αντιμετώπιση και επίλυση του χρονίζοντος προβλήματος.
Θεωρούμε ότι είναι ευθύνη του Δήμου Ηρακλείου η προώθηση και επίσπευση της διαδικασίας
εξάλειψης των όποιων εμποδίων υπάρχουν στην ολοκλήρωση, τόσο της μελέτης παλιάς πόλης,
όσο και των υπόλοιπων πολεοδομικών μελετών που βρίσκονται σε εκκρεμότητα. Σε αυτή την
κατεύθυνση το ΤΕΕ/ΤΑΚ είναι διατεθειμένο να συνδράμει με τον προσφορότερο τρόπο, όπως
άλλωστε είναι και η θεσμική του υποχρέωση ως σύμβουλος της Πολιτείας.
Επιθυμούμε να μάθουμε τις δικές σας σκέψεις και θεωρούμε σκόπιμο να συζητηθούν αυτά
σε μια συνάντηση με σας και με τους αρμόδιους της Δημοτικής Αρχής, σε χρόνο που θα
καθορίσετε.