- Δικαίωση με την απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, που απέρριψε την αγωγή, αλλά και από το εισαγγελικό πόρισμα που διαπιστώνει τις παρατυπίες, αλλά δεν ασκείται δίωξη λόγω παραγραφής
- Θεμιτή κριτική σε θέμα μείζονος ενδιαφέροντος, όπως είναι η δημόσια περιουσία και η καταπολέμηση της διαφθοράς στον χώρο του δημοσίου. Η σύνταξη και το ύφος του δημοσιεύματος δεν υπερέβαινε το επιβαλλόμενο και αντικειμενικά αναγκαίο προς τούτο μέτρο για το δικαιολογημένο ενδιαφέρον της διαφύλαξης και προστασίας του δικαιώματος πληροφόρησης
Με μια απόφαση που δικαιώνει απόλυτα τον δημοσιογράφο Αλέκο Ανδρικάκη, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ηρακλείου απέρριψε την αγωγή του πρώην δημάρχου, Γιάννη Κουράκη σε βάρος του δημοσιογράφου, υπερασπιζόμενο το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της ελευθερίας του Τύπου, της κριτικής στα δημόσια πρόσωπα, ακόμα και σε περιπτώσεις που η κριτική είναι οξεία ή εκφράζεται με δυσμενείς για το δημόσιο πρόσωπο χαρακτηρισμούς. Το δικαστήριο απέρριψε όλους τους ισχυρισμούς σε βάρος του εναγόμενου δημοσιογράφου, δηλαδή ότι υπήρξε συκοφαντία και ύβρις σε βάρος του πρώην δημάρχου, ούτε παραποίηση ή πλαστογραφία οποιουδήποτε εγγράφου, ούτε δέχτηκε ότι υπήρξε εμπάθεια, ενώ χαρακτήρισε τις αποκαλύψεις των εγγράφων, μαζί με την κριτική που τις συνόδευε, ως θεμιτή κριτική σε θέμα μείζονος ενδιαφέροντος, όπως είναι η δημόσια περιουσία και η καταπολέμηση της διαφθοράς στον χώρο του δημοσίου. ” Η σύνταξη και το ύφος του δημοσιεύματος δεν υπερέβαινε το επιβαλλόμενο και αντικειμενικά αναγκαίο προς τούτο μέτρο για το δικαιολογημένο ενδιαφέρον της διαφύλαξης και προστασίας του δικαιώματος πληροφόρησης”, αποφάνθηκε το δικαστήριο.
Ο Γιάννης Κουράκης, με δεύτερη πανομοιότυπη αγωγή –δείτε εδώ– αφού την πρώτη την είχε ματαιώσει, αλλά το έκανε γνωστό παραμονή της πρώτης δίκης, τον Δεκέμβριο του 2014, ζητούσε την καταδίκη του Αλέκου Ανδρικάκη για τις αποκαλύψεις στην “Πατρίδα” την 1η Απριλίου 2014 σειράς εγγράφων τα οποία αναφέρονταν σε υποθέσεις έκδοσης ενταλμάτων πληρωμής με πολιτικές αποφάσεις, δημάρχου ή αντιδημάρχου, καθώς οι αρμόδιες οικονομικές υπηρεσίες του δήμου θεωρούσαν ότι ήταν παράτυπες ή παράνομες, καθώς δεν είχαν ακολουθηθεί οι κατά το νόμο διαδικασίες. Οι αποκαλύψεις αυτές ήταν η αιτία της αποχώρησης του Α. Ανδρικάκη από την “Πατρίδα”, 3 ημέρες αργότερα, καθώς του ζητήθηκε να σταματήσει να κάνει κριτική στον κ. Κουράκη. Το ρεπορτάζ τότε έμεινε μισοτελειωμένο και τα υπόλοιπα έγγραφα δημοσιεύτηκαν στη συνέχεια στο Candianews. Η δικαίωση ήλθε 3,5 χρόνια αργότερα.
Δείτε τις πρώτες αποκαλύψεις από την “Πατρίδα”: Πληρωμές ενταλμάτων με… διαταγές δημάρχου!
Δείτε τη συνέχεια των αποκαλύψεων στο Candianews: Η συνέχεια του λογοκριμένου ρεπορτάζ! Δημαρχιακή διαταγή και… τα σκυλιά δεμένα!
Ο κ. Κουράκης υποστήριξε με την αγωγή του ότι το ρεπορτάζ ήταν συκοφαντικό και υβριστικό, ενώ ισχυρίστηκε ότι υπήρξε παραποίηση εγγράφου και πλαστογραφία της υπογραφής του.
Με την αγωγή του ζητούσε αποζημίωση 100.000 ευρώ, τη φυλάκιση του δημοσιογράφου για ένα χρόνο, ώστε να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ποσό με τον νόμιμο τόκο, ενώ κάθε φορά που θα του έκανε ανάλογη κριτική να υποχρεωνόταν σε χρηματική ποινή 10.000 ευρώ και προσωπική κράτηση 3 μηνών.
Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ηρακλείου, με την απόφασή του 100/2016, που δημοσιεύτηκε στις 8 Νοεμβρίου, απέρριψε την αγωγή και το σύνολο των ισχυρισμών του κ. Κουράκη, ενώ τον υποχρεώνει να πληρώσει στον Α. Ανδρικάκη 2.300 ευρώ για τα δικαστικά έξοδα.
Από την πλευρά του Α. Ανδρικάκη παραστάθηκε στο δικαστήριο ο δικηγόρος Ηρακλείου, Γιάννης Λεβέντης, ενώ δεν μπόρεσε να έλθει ο δικηγόρος Αθηνών, Πέτρος Μηλιαράκης, καθώς την ίδια ώρα εκδίκαζε υπόθεση στον Άρειο Πάγο.
Καταπέλτης και το εισαγγελικό πόρισμα
Να σημειωθεί ότι στην απόφασή του περιλαμβάνεται το πόρισμα εισαγγελικής έρευνας που είχε γίνει για το ίδιο θέμα δικαίωσε τη θέση του δημοσιογράφου, καθώς κατέληγε στο ότι υπάρχουν παρατυπίες κατά τη διαδικασία οι οποίες είτε δεν ζημίωσαν τελικά το δήμο (αφού προφανώς δεν έφτασαν να εκταμιευτούν τα χρήματα), είτε δεν μπορεί να προσδιοριστεί το ύψος της ζημίας, αλλά σε κάθε περίπτωση είχε περάσει ο χρόνος της παραγραφής (τα έγγραφα αφορούσαν στην περίοδο των ολυμπιακών έργων και η έρευνα ξεκίνησε, μετά τη δημοσίευσή τους, τον Απρίλιο του 2014).
Στην απόφαση του Πολυμελούς, με βάση το πόρισμα της εισγγελικής έρευνας, αναφέρεται για την ποινική διαδικασία:
“Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι, πράγματι, υπήρξαν παρατυπίες σχετικά με τη διαδικασία, όσον αφορά ορισμένες δαπάνες του Δήμου. Η ευθύνη δε των προσώπων, που έδωσαν εντολή για να πραγματοποιηθούν οι συγκεκριμένες δαπάνες δεν αναιρείται από το γεγονός ότι δεν ασκήθηκε ποινική δίωξη καθόσον τούτο συνέβη, όπως αναφέρεται στην προαναφερόμενη υποβλητική αναφορά, αφενός μεν διότι δεν προέκυψε ότι εξαιτίας των ενεργειών αυτών προκλήθηκε ζημία στο Δήμο, ούτε και μπορεί να προσδιορισθεί το ύψος τυχόν ζημίας αφετέρου δε διότι λόγω παρόδου χρόνου μεγαλύτερου της πενταετίας, τυχόν πλημμεληματικής φυσεως πράξεις έχουν υποπέσει σε παραγραφή”.
Η απόφαση για την αγωγή
Όπως προναφέρεαμε, το δικαστήριο δεν αποδέχτηκε ότι υπήρξε συκοφαντία και ύβρις σε βάρος του πρώην δημάρχου, ούτε παραποίηση ή πλαστογραφία οποιουδήποτε εγγράφου, ούτε δέχτηκε ότι υπήρξε εμπάθεια, ενώ χαρακτήρισε τις αποκαλύψεις των εγγράφων, μαζί με την κριτική που τις συνόδευε, ως θεμιτή κριτική σε θέμα μείζονος ενδιαφέροντος, όπως είναι η δημόσια περιουσία και η καταπολέμηση της διαφθοράς στον χώρο του δημοσίου. “Η σύνταξη και το ύφος του δημοσιεύματος δεν υπερέβαινε το επιβαλλόμενο και αντικειμενικά αναγκαίο προς τούτο μέτρο για το δικαιολογημένο ενδιαφέρον της διαφύλαξης και προστασίας του δικαιώματος πληροφόρησης”, αποφάνθηκε το δικαστήριο.
Για το θέμα της γνησιότητας των εγγράφων που αποκαλύφθηκαν το δικαστήριο στην απόφασή του υπερασπίζεται τον τρόπο της παρουσίασης, σημειώνοντας:
“…συνάγεται ότι ουδενός βαθμού δόλος μπορεί να καταλογισθεί στο πρόσωπο του, δεδομένου μάλιστα και ότι, όπως προεκτέθηκε, το επίδικο δημοσίευμα δεν απέκλινε ουσιωδώς από το περιεχόμενο των εγγράφων στα οποία στηρίχθηκε. Άλλωστε η εφημερίδα είναι ένα μέσο μαζικής ενημέρωσης, το οποίο απευθύνεται στον μέσο κοινό αναγνώστη και οι δημοσιογράφοι της, στο πλαίσιο άσκησης του λειτουργήματος τους δεν θα μπορούσαν να περιοριστούν απλά και μόνο στη δημοσίευση των κειμένων των εγγράφων, καθώς αυτά δεν θα γίνονταν κατανοητά από τους αναγνώστες. Ούτε όμως, αμέλεια μπορεί να καταγνωσθεί στο πρόσωπο του εναγομένου καθώς είχε στα χέρια του τέσσερα έγγραφα που τιτλοφορούνταν ως «αποφάσεις δημάρχου» και τα οποία απαντούσαν, ουσιαστικά, σε έτερα έγγραφα τα οποία ρητώς απευθύνονταν προς τον δήμαρχο Ηρακλείου και ήταν εύλογο να θεωρήσει ως δεδομένο, όπως θα συνέβαινε σε κάθε αναγνώστη, ότι ο υπογράφων υπό τον τίτλο «ο δήμαρχος Ηρακλείου» δεν είναι άλλος παρά ο ενάγων και, κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή, δήμαρχος Ηρακλείου. Άλλωστε δεν αποδείχθηκε η ύπαρξη οποιουδήποτε στοιχείου, το οποίο θα έπρεπε να τον κάνει να αμφιβάλει περί της γνησιότητας της υφιστάμενης υπογραφής και να τον οδηγήσει σε περαιτέρω δημοσιογραφική έρευνα προς αναζήτηση της ταυτότητας του αληθινού συντάκτη του, ούτε βέβαια αρκεί προς θεμελίωση σχετικής υποχρέωσης το ότι η υπογραφή, τη γνησιότητα της οποίας αμφισβητεί ο ενάγων, ομοιάζει με εκείνες των λοιπών δημοσιευθέντων εγγράφων, που υπογράφει ο αντιδήμαρχος οικονομικών, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων”.
“Ενόψει των ανωτέρω και σύμφωνα με όσα αναλυτικά εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη που προηγήθηκε στην αρχή της παρούσας απόφασης δεν πληρούται, εν προκειμένω, η υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης”, αναφέρει το δικαστήριο, στο σημείο αυτό. “Ανεξαρτήτως, όμως, αυτού, οι ισχυρισμοί που διαλαμβάνονται στο επίμαχο δημοσίευμα είναι αντικειμενικώς ικανοί να προσβάλουν την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος και την εν γένει προσωπικότητα του, γεγονός το οποίο γνώριζε ο εναγόμενος – συντάκτης διαπράττοντας κατά τα αναφερόμενα στην νομική σκέψη της παρούσας, το αδίκημα της απλής δυσφήμησης. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι εκείνο που, πράγματι, είναι ικανό να θίξει την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος είναι το περιεχόμενο των εγγράφων που δημοσιεύθηκαν, η αλήθεια και η γνησιότητα του οποίου δεν αμφισβητήθηκε από τον ενάγοντα, και ελάχιστη επιρροή ασκεί το εάν, πράγματι, η εν λόγω υπογραφή έχει τεθεί από τον ίδιο τον Δήμαρχο ή τον αρμόδιο αντιδήμαρχο, τον οποίο ο ίδιος ο Δήμαρχος έχει ορίσει και στον οποίο έχει μεταβιβάσει συγκεκριμένες αρμοδιότητες”.
Για τους άλλους ισχυρισμούς του κ. Κουράκη:
–“…από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι σκοπός του συντάκτη του δημοσιεύματος ήταν η προσβολή της τιμής και της αξιοπρέπειας του ενάγοντος αλλά αντιθέτως, πρόκειται για εκδήλωση που έλαβε χώρα αποκλειστικά από δικαιολογημένο ενδιαφέρον του εναγόμενου δημοσιογράφου, ως προσώπου που συνδέεται με τη λειτουργία του τύπου για τη δημοσίευση ειδήσεων και σχολίων σχετικών με τις πράξεις και τη συμπεριφορά φυσικού προσώπου που παρουσιάζει ενδιαφέρον για το κοινωνικό σύνολο, στο πλαίσιο της ελευθεροτυπίας και υπό τους περιορισμούς στους οποίους αυτή υπόκειται”.
-“…από το περιεχόμενο του επίμαχου άρθρου και τις περιστάσεις, υπό τις οποίες έλαβε χώρα, η ως άνω περιγραφόμενη συμπεριφορά του συντάκτη του, ούτε εξυβριστικός σκοπός θα μπορούσε να αποδοθεί στο επίδικο δημοσίευμα. Και τούτο διότι το περιεχόμενο αυτού δεν κατευθύνεται στην προσβολή της τιμής και της υπόληψης του ενάγοντος και της εν γένει προσωπικότητάς του, καθώς ούτε εκδηλώνει περιφρόνηση στο πρόσωπο του, ούτε και διακρίνεται σε αυτό η ύπαρξη του στοιχείου της επίγνωσης της ανακρίβειας και της κακόβουλης προαίρεσης του συντάκτη του, ο οποίος επεδίωκε, απλά και μόνο, να κοινοποιήσει στο αναγνωστικό κοινό, με έντονο ύφος και αποδοκιμαστικό τόνο, μέσα στα πλαίσια διαφύλαξης των δικαιωμάτων του και χωρίς να ξεπεράσει το αναγκαίο μέτρο έκφρασης τις συγκεκριμένες ενέργειες των εκπροσώπων του Δήμου, μεταξύ των οποίων και του ενάγοντος οι οποίες, όπως επίσης αποδείχθηκε, εκφεύγουν της νομιμότητας και των ορίων της χρηστής διοίκησης”.
-“Κατά συνέπεια, το επίμαχο άρθρο εμπίπτει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, εντός των ορίων της προστασίας του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης που περιλαμβάνει «την ελευθερία της γνώμης και την ελευθερία λήψης ή μετάδοσης πληροφοριών ή ιδεών», και προβλέπεται στο άρθρο 10 της ΕΣΔΑ, ως θεμέλιο κάθε δημοκρατικής κοινωνίας, ακόμη και κατά το τμήμα του, με το οποίο ασκείται οξεία κριτική στα εμπλεκόμενα πρόσωπα, τα οποία ασκούσαν έργα δημοσίου ενδιαφέροντος. Μοναδικός δε σκοπός δημοσίευσής ήταν να γνωστοποιηθεί στο αναγνωστικό κοινό ένα τόσο σοβαρό περιστατικό που αφορούσε τον τρόπο άσκησης της εξουσίας εκ μέρους των των εκπροσώπων της δημοτικής αρχής. Επιπροσθέτως, η ως άνω κριτική αξιολογείται από το Δικαστήριο θεμιτή, ενόψει της προαναφερθείσας ιδιότητας του ενάγοντος, κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή, που αφορούσαν ζήτημα μείζονος ενδιαφέροντος και ειδικότερα, το ευαίσθητο ζήτημα της προστασίας της δημόσιας περιουσίας και της καταπολέμησης της διαφθοράς στο χώρο του δημόσιου τομέα λαμβανομένης υπόψη και της γνωστής στο δικαστήριο από τα διδάγματα της κοινής πείρας «ευαισθησίας» της κοινής γνώμης για τα εν λόγω ζητήματα στην κατά το χρόνο του δημοσιεύματος δημοσιονομική συγκυρία που επιβάλλει αυξημένη ανοχή σε αιχμηρή δημόσια κριτική και στις συναπτόμενες με αυτή «ευαισθησίες» του τύπου”.
– “Η σύνταξη, επομένως, και το ύφος του δημοσιεύματος δεν υπερέβαινε το επιβαλλόμενο και αντικειμενικά αναγκαίο προς τούτο μέτρο για το δικαιολογημένο ενδιαφέρον της διαφύλαξης και προστασίας του δικαιώματος πληροφόρησης”.
Ολόκληρη την απόφαση μπορείτε να δείτε ΕΔΩ σε μορφή pdf
Επιτέλους!